Το κάτωθεν έργο είναι ο πίνακας με τίτλο ‘Il quarto stato’ του ιταλού ζωγράφου Giuseppe Pellizza, ένα έργο, που για πολλά χρόνια, υπήρξε σύμβολο της αριστεράς. Όχι όμως πια, αυτό το έργο δεν μπορεί πλέον να το διεκδικεί η αριστερά. Οι άνθρωποι, που εικονίζονται στον πίνακα, δεν εντάσσονται πλέον στην αριστερά, δεν την αναγνωρίζουν αλλά και η αριστερά δεν αναγνωρίζει εκείνους.
Γιατί; Διότι είναι οι παλαιοί άνθρωποι, οι ωραίοι άνθρωποι, αυτοί που είχαν οικογένειες, οικογένειες που αποτελούνταν από πατέρα και μητέρα, οικογένειες που πριν να κόψουν το ψωμί τους έκαναν το σταυρό τους.
Ήταν άνδρες, γυναίκες, νέοι και παιδιά που αγαπούσαν την πατρίδα τους, την πόλη τους, το χωριό τους, τη γειτονιά τους· που ως άνθρωποι της εμπειρίας και του μόχθου, γνώριζαν ότι τον ξένο πρέπει να τον αντιμετωπίζουν με καχυποψία· δεν άνοιγαν την πόρτα τους στον οποιοδήποτε που δεν ήξεραν “από πού κρατάει η σκούφια του”.
Ήταν οι παλαιοί άνθρωποι και ως εκ τούτου είχαν επίγνωση του πραγματικού. Δεν αλλοίωναν την πραγματικότητα για να την προσαρμόσουν στο μυαλό τους. Δεν ήταν δηλαδή αριστεροί. Φτωχοί άνθρωποι ήταν. 

Τούτος ο πίνακας,  είναι τώρα  δικός  μας!



Άρθρο του Francesco Lamendola

Μετάφραση-Σχολιασμός-Σημειώσεις: Ιωάννης Αυξεντίου

Με την παθητικότητα μας, δηλαδή της γενιάς που σήμερα είναι ώριμη, αφήσαμε τους νέους χωρίς οδηγό μέσα στην σύγχυση· τους αφήσαμε στα χέρια του κομφορμισμού της μάζας, που τους χειραγώγησε όπως ήθελε, κάνοντας τους να υποκύψουν σε όλες τις μόδες της στιγμής και αφαιρώντας τους την ικανότητα της προσωπικής κρίσης. Πράγματι, μπροστά στην όλο και πιο έντονη επιθετικότητα των μειονοτήτων, που αναζητούν εκδίκηση, κατεβάσαμε τα παντελόνια και σηκώσαμε λευκή σημαία, υποκύπτοντας στον εκβιασμό της πολιτικής ορθότητας. Ως εκ τούτου, εδώ και μερικά χρόνια, όποιος ανήκει σε μία προστατευμένη μειονότητα, εθνική, σεξουαλική ή οποιουδήποτε άλλου είδους, κερδίζει με άνεση το παιχνίδι εναντίον όποιου έχει την ατυχία να ανήκει στην πλειονότητα των ‘κανονικών’.

Για παράδειγμα, ένας στρατευμένος ομοφυλόφιλος, μπορεί με ευκολία να μηνύσει κάποιον που δεν είναι ομοφυλόφιλος, μόλις νομίσει ότι τον μεταχειρίστηκαν με ασέβεια. Ένας μετανάστης θα έχει τους πάντες με το μέρος του, από τους δικαστές μέχρι τις εφημερίδες, εάν καταγγείλει έναν ντόπιο για ρατσισμό, επειδή ο τελευταίος δεν του παραχώρησε τη θέση στάθμευσης του σε έναν σταθμό πρώτων βοηθειών. Ένας Εβραίος θα είναι σίγουρος ότι θα κερδίσει τη δίκη εάν μηνύσει ένα δημοσιογράφο που μεταχειρίστηκε το θέμα του Ολοκαυτώματος με τρόπο που κατά τη γνώμη του ήταν ασεβής, δηλαδή ‘αντισημιτικός’.
Να μην ξεχάσουμε και τους σκύλους, τις γάτες και τους αρουραίους, έτοιμη την έχουν τη μήνυση, γιατί με το πόδι σας τους πατήσατε την ουρά… Ασφαλώς, εχουμε πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι αυτή τη στιγμή απλοποιούμε λίγο τους όρους του ζητήματος, ωστόσο δεν τους παραποιούμε. Εννέα φορές στις δέκα, τα πράγματα είναι όπως τα είπαμε, όποιος ανήκει στις προστατευμένες μειονότητες έχει τους πάντες με το μέρος του, τη δικαιοσύνη, τα μέσα ενημέρωσης, την κοινή γνώμη, τους πολιτικούς.

Κάποιος ίσως σκεφτεί ότι υπερβάλουμε και ότι δεν είναι σωστό να χρεωθούμε και την αλαζονεία των μειονοτήτων που είναι πρόθυμες να μας επιβάλλουν τη δικτατορία τους. Και όμως, είμαστε εμείς (η ώριμη γενιά) που θα έπρεπε να αντιδράσουμε, για αρχή υψώνοντας τους τόνους, όταν ακόμη ήταν δυνατόν να το κάνουμε. Η αλαζονεία των μειονοτήτων έχει σαφείς πολιτιστικές και κοινωνικές ρίζες. Την εποχή των πατέρων μας, δεν θα μπορούσαν ούτε να τη φανταστούν και αυτό διότι οι πατέρες μας, διαφορετικά από εμάς, ήταν ικανοί να πουν όχι στις παραβατικές απαιτήσεις και στις μανίες ακόμη και εάν επρόκειτο για αυτές των υποτιθέμενα ‘αδύναμων’.
Οι δασκάλες δεν έπαιρναν αμέσως το μέρος ενός μικρού Ρομά, εάν αυτός έλεγε ότι τον κακομεταχειρίζονταν οι συμμαθητές του, όπως κάνουν σήμερα με έναν Αφρικανό που δηλώνει θύμα ρατσιστικών διακρίσεων. Οι πατέρες μας είχαν μία αλάνθαστη όσφρηση για τους επαγγελματίες-θύματα, για τους τεμπέληδες μεταμφιεσμένους σε απόκληρους και για τους πονηρούς που στόχευαν να προκαλέσουν οίκτο στους άλλους.
Εάν πριν πενήντα χρόνια, εκατοντάδες χιλιάδες ψεύτικοι πρόσφυγες έφθαναν στις ιταλικές ακτές λέγοντας ότι κάποιοι τους καταδιώκουν να τους σκοτώσουν, οι πατέρες μας θα τους είχαν αμέσως αναγνωρίσει για αυτό που είναι: εισβολείς που εκμεταλλεύονται την καλή καρδιά και την αφέλεια του ιταλικού λαού και θα τους συμπεριφέρονταν αναλόγως.

Τότε -και μιλάμε ούτε για πριν δύο γενιές- ένας δικαστής δεν θα τολμούσε να δώσει δίκιο σε ένα ξένο πλοίο, που μην υπακούοντας στις διαταγές του λιμεναρχείου, ξεφορτώνει στην Ιταλία την ένατη φουρνιά ψεύτικων προσφύγων. Και αυτό γιατί πενήντα χρόνια πριν, την εξωτερική πολιτική της Ιταλίας δεν την χάραζαν οι δικαστές ούτε τα πληρώματα των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Τότε, καλώς ή κακώς, τα ζωτικά συμφέροντα του έθνους ήταν ακόμη στα χέρια των πολιτικών που κυβερνούσαν στο όνομα του ιταλικού λαού. Περισσότερο κακώς, εάν θέλετε, αλλά τουλάχιστον δεν έπαιρναν τις αποφάσεις ιδιώτες και μάλιστα όχι ιταλικής εθνικότητας. Την εποχή εκείνη, ο φιλανθρωπικός εκβιασμός δεν θα περνούσε. Οι γονείς μας και οι παππούδες μας ήταν καλοί άνθρωποι και έχουμε εκατοντάδες αναμνήσεις πραγματικής καλοσύνης αλλά δεν ήταν αφελείς· έναν ψεύτικο φτωχό ή έναν επαγγελματία-θύμα τους αναγνώριζαν αμέσως. Και δεν είχαν καμία δυσκολία να τουςδιώξουν με τις κλωτσιές. Ήταν καλοί, όχι βλάκες…

Τώρα, καταλήξαμε να ζούμε κάτω από τον ολοκληρωτισμό των μειονοτήτων, των οποίων ο  λειτουργικός βραχίονας είναι η αριστερή δικαιοσύνη*. Αυτοί οι δικαστές που αφήνουν μετά από κάποιες ώρες τους εμπόρους ναρκωτικών, καθώς και τους κλέφτες και τους ξένους ληστές, οι οποίοι πηγαινοέρχονται από τα ‘κέντρα φιλοξενίας’ σαν να ήταν ξενοδοχεία. Αυτοί οι δικαστές που αφήνουν ελεύθερους ακόμη και τους ψεύτικους πρόσφυγες, που για να αποφύγουν τη σύλληψη, μαχαίρωσαν τους αστυνομικούς που προσπάθησαν να τους συλλάβουν. Αυτοί οι δικαστές που επιτρέπουν την κατάληψη ιδιωτικών κατοικιών από μέρους υποτιθέμενων φτωχών, αρκεί να είναι ξένοι ή Ρομά, με το δικαιολογητικό ότι το δεύτερο σπίτι είναι μία πολυτέλεια, την οποία ο ιδιοκτήτης μπορεί να στερηθεί, ενώ όποιος δεν έχει σπίτι μπορεί να αποκτήσει ένα με κάθε μέσον.

Όλοι αυτοί, είναι ο καρκίνος της Ιταλίας και το απτό σημείο των καταστροφών που η μαρξιστική κουλτούρα προκάλεσε στη φτωχή μας χώρα κατά τη διάρκεια 70 ετών αδιαμφισβήτητης πολιτιστικής ηγεμονίας. Αυτοί οι δικαστές βγαίνουν από τα λύκεια μας και από τα πανεπιστήμια μας, όπου για δεκαετίες οι μαρξιστές καθηγητές δίδασκαν τους φοιτητές τους αυτές τις αντιλήψεις. Ποιες είναι αυτές; Ότι ο φτωχός έχει πάντα δίκιο· ότι ο λευκός είναι εξ ορισμού ρατσιστής, αποικιοκράτης και εκμεταλλευτής, ενώ ο αφρικανός και ο ασιάτης είναι εξ ορισμού θύματα των δυτικών κλπ. Κατά συνέπεια, μας βαραίνει μία αιώνια ενοχή και τίποτα δεν  είναι αρκετό για να μας εξιλεώσει. Και μια που οι ατυχίες δεν έρχονται ποτέ μόνες, οι αριστεροί δικαστές ενώθηκαν με τους μοντέρνους ιερείς, και τους προοδευτικούς καρδινάλιους, σχηματίζοντας όλοι μαζί μία αντεθνική και αντιχριστιανική στρατιά, η οποία έχει ως στρατηγικό όπλο την αγαπολογία και τον ανθρωπισμό… Αποτελεί τρομακτικό και σουρεαλιστικό θέαμα μία δικαιοσύνη να τιμωρεί τους πολίτες της και να ευνοεί απροκάλυπτα τους ξένους που εισήλθαν παράνομα στη χώρα μας.

Λοιπόν, μπροστά σε όλα αυτά, πιστεύουμε ότι ήλθε ο καιρός να εγερθούμε! Όταν ο ιός της θυματοποίησης μας επιτίθεται τότε πρέπει να αντιδράσουμε. Να σταθούμε στα πόδια μας και να μιμηθούμε τους πατέρες μας·να είμαστε καλοί μεν αλλά όχι βλάκες. Όπως και αυτοί, έτσι και εμείς έχουμε παιδιά· οπότε έχουμε το δικαίωμα και το καθήκον να ανησυχούμε πάνω από όλα για το μέλλον τους…

Σχολιασμός: Ας καταδυθούμε όμως για λίγο και σε πιο ‘βαθιά νερά’. Όλα αυτά που συμβαίνουν στη γειτονική Ιταλία αλλά και στην Ελλάδα και σε όλο το Δυτικό Κόσμο έχουν σχέση, με κάποιο τρόπο (που δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί), με το ζήτημα του Κατέχοντος. Εκείνη δηλαδή την υπερβατική υπόσταση που συγκρατεί τις δυνάμεις της ανομίας: «Και νυν το κατέχον οίδατε εις το αποκαλυφθήναι αυτόν εν τω εαυτού καιρώ. Το γαρ μυστήριον ήδη ενεργείται της ανομίας. Μόνον ο κατέχων άρτι έως εκ μέσου γένηται. Και τότε αποκαλυφθήσεται ο άνομος…». Αυτό το Κατέχον πρώτα προσπάθησε να το εξαλείψει ο κομμουνισμός, τώρα τη σκυτάλη την πήρε ο αστικός φιλελευθερισμός, αυτό που στα αγγλικά ονομάζεται liberalism και που είναι στην πραγματικότητα μια μορφή κομμουνισμού χωρίς τις μαζικές εκτελέσεις στις οποίες διακρίθηκε ο τελευταίος.

 Ένας σύγχρονος Ιταλός φιλόσοφος συνοψίζει ως εξής την κατάσταση:

 «Τα τελευταία 70 χρόνια η Εκκλησία πίστεψε ότι ο κύριος εχθρός ήταν ο κομμουνισμός. Δεν έκανε λάθος. Ο κομμουνισμός υποστήριζε ότι άνθρωπος σώζεται μόνος του, οπλισμένος με την οικονομία και την αισθητική. Η εκκλησία φυσικά τον αντιμετώπισε ως μία θανάσιμη πρόκληση. Σήμερα όμως που ο κομμουνισμός έχει καταρρεύσει, εναντίον της Εκκλησίας εγείρεται ο πραγματικός εχθρός, ο τελικός εχθρός: ένα αισθητικό-οικονομικό σύστημα εντελώς εκκοσμικευμένο. Πρόκειται για το μετα-κομμουνιστικό καπιταλισμό που δημιουργεί το βέβηλο διανοούμενο και θεματοφύλακα του μηδενισμού, μεταμορφωμένο σε λειτουργό της πολιτιστικής βιομηχανίας που βρίσκεται στην υπηρεσία της οικονομικής εξουσίας.

Πρόκειται για το αστικό πνεύμα στην καθαρή εκδοχή του, είναι η σύζευξη του καπιταλισμού με το φάντασμα του μαρξισμού. Ο ηττημένος κομμουνισμός, μεταμορφώνεται σε ένα συστατικό της, τώρα πλέον απο-ιεροποιημένης, αστικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια, τα χειρότερα στοιχεία  από τα δύο αυτά συστήματα υιοθέτησαν το ένα το άλλο. Για πολλά χρόνια, ο κομμουνιστικός κίνδυνος οδήγησε σε μία αναγκαστική συμμαχία μεταξύ της Εκκλησίας και του αστικού εκκοσμικευμένου συστήματος. Τώρα πλέον, αυτή η συμμαχία, προσποιητή από την αρχή, δεν είναι πλέον δυνατή. Καμία σύνθεση δεν είναι δυνατή μεταξύ της εκκλησίας και της αστικής κοσμικής ηθικής. Διότι ο Χριστιανός θέτει υπό αμφισβήτηση κάθε σύστημα καθαρά γήινο και κοσμικό· από την άλλη, το αστικό-οικονομικό πνεύμα δεν ανέχεται την αμφισβήτηση, δεν δέχεται να ξεπεραστεί· ταυτόχρονα, δεν δείχνει κανένα έλεος έναντι σε οτιδήποτε εναντιώνεται στις αξίες του.

Αυτό το αποδεικνύουν οι φιλελεύθερες γενοκτονίες των ερυθρόδερμων στην Αμερική,** η ατομική βόμβα στην Ιαπωνία, ο πόλεμος στο Ιράκ, στη Σομαλία κλπ. Με χιλιάδες βόμβες, το αστικό πνεύμα εξαλείφει κάθε ήθος (τρόπο ζωής) που δεν είναι δικό του. Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις, δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει την πιο απόλυτη βία ακόμα και ενάντια στην Εκκλησία, αν αυτή αρνηθεί να γίνει ένα απλό στήριγμα της αστικής κοινωνίας. Αυτό το τελευταίο είναι κάτι που η Εκκλησία δεν μπορεί να κάνει, διότι ο Χριστιανός είναι αναγκαστικά ανατρεπτικός σε κάθε εκκοσμικευμένη πολιτική δύναμη.».

Φυσικά, καμία σύγκρουση δεν θα συμβεί εάν οι κοινωνίες των χριστιανών συμβιβαστούν και υποχωρήσουν· αν αφήσουν δηλαδή ανοιχτό το δρόμο προς την Ανομία. Τότε όμως, θα έλθουν άλλα  δεινά. Και καθώς οι χριστιανικές κοινωνίες δείχνουν να επιλέγουν το συμβιβασμό αυτά τα δεινά γίνονται όλο και πιο ορατά.

 

ΠΗΓΗ