Ὁ ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης, ἀκολουθώντας τὸ Μ. Ἀθανάσιο, ἀπαγορεύει τὴν «κοινωνία» ὄχι μόνο μὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ μὲ ἐκείνους ποὺ ἐπικοινωνοῦν μὲ αἱρετικούς.
Λέγει:

«τοῦ τε Ἁγίου Ἀθανασίου προστάσσοντος μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ μὴν μηδὲ πρὸς τοὺς κοινωνοῦντας μετὰ τῶν ἀσεβῶν»
(Ἐπιστολαί, 466, l.17-18).

Καὶ ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως, ἅγιος Γερμανὸς ὁ νέος, συμβουλεύει τὴν ἀποχὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ ἐκείνους τοὺς «ὀρθόδοξους» ποὺ κοινωνοῦσαν μὲ τοὺς Λατίνους. Συμβούλευε ἀκόμα τους λαϊκούς, νὰ φεύγουν ὁλοταχῶς ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, ποὺ ἔδειξαν ὑποταγὴ στοὺς Λατίνους, καὶ μήτε σὲ Ἐκκλησία ποὺ ἐκεῖνοι λειτουργοῦν νὰ πηγαίνουν, μήτε νὰ παίρνουν εὐλογία ἀπὸ τὰ χέρια τους. Καλύτερα νὰ προσεύχεστε μόνοι στὰ σπίτια σας, παρὰ νὰ συγκεντρώνεστε στὴν ἐκκλησία μαζὶ μὲ τοὺς Λατινόφρονες κληρικοὺς καὶ λαϊκούς.

Λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης:
“Οι της την κοινωνίαν εαυτούς διαστέλλοντες”, οι χωριζόμενοι αυτοί, οχι μόνον δια τον χωρισμόν δεν καταδικάζονται, αλλά ΤΙΜΗΣ της ΠΡΕΠΟΥΣΗΣ, ως ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ, είναι ΑΞΙΟΙ, επειδή όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ηλευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών. Ορα και τον λα΄αποστολικόν. (Ιερόν Πηδάλιον, έκδ.Παπαδημητρίου 1970κ, σελ. 358κ).

Τα πρακτικά της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, είπε:
«Εκείνοι μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισίν ομόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν Εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι, ουδέ μνημονεύονται, ουδέ έχει άδειαν τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις υπέρ ακοινωνήτου».

Για να εξακολουθήση όμως κάποιος να είναι Ορθόδοξος, χρειάζεται και κάτι άλλο. Ο επίσκοπός του, με το οποίο έχει «κοινωνία», δεν πρέπει να έχη «κοινωνία» με άλλο επίσκοπο, που δεν είναι Ορθόδοξος!

Ο άγιος Θεόδωρος Στουδίτης, ο οποίος διδάσκει να μην έχουμε καμιά «κοινωνία» με τους αιρετικούς, αλλά και με όσους «κοινωνούν» με αιρετικούς. Λέει συγκεκριμένα:
«του αγίου Αθανασίου, προστάσσοντος μηδεμίαν κοινωνίαν έχειν ημάς προς τους αιρετικούς, αλλά μηδέ προς τους κοινωνούντας μετά των ασεβών»!

–«Οι επίσκοποι δεν επιτρέπεται να πράττουν όπως αυτοί θέλουν (“προς το δοκούν”), αλλά είναι δέσμιοι των εντολών και των Ιερών Κανόνων».

Ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος :«Ἐχθρούς γάρ τοῦ Θεοῦ, ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας μεγάλῃ καί πολλῆ τῆ φωνῆ ἀπεφήνατο». (P.G. 99. 1049 Α). Καί ἀλλοῦ λέγει: «Οἱ μέν τέλεον περί τήν πίστιν ἐναυάγησαν΄ οἱ δέ, εἰ καί τοῖς λογισμοῖς ού κατεποντίσθησαν, ὅμως τῆ κοινωνία τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται» (P.G. 99, 1164 Α). Δηλαδή: «Ἄλλοι μέν ἐναυάγησαν περί τήν πίστιν τελείως, ἄλλοι δέ, καίτοι ἐσωτερικῶς δέν ἀσπάσθηκαν τήν κηρυττομένην κακοδοξίαν, συναπωλέσθησαν ὅμως μέ τούς λοιπούς λόγω τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μετ’ αὐτῶν» (P.G. 99, 1164A).

Ο δε άγιος Μάρκος Ευγενικός δεν «κοινωνούσε» όχι μόνο με τον αιρετικό
Πατριάρχη Μητροφάνη, αλλά ούτε και με όσους «κοινωνούσαν» μαζί με τον
Μητροφάνη. Γι’ αυτό διαπλάστηκε στην Ορθοδοξία η αρχή, που είναι απόλυτα ορθή: «ο κοινωνών τω ακοινωνήτω, ακοινώνητος έστω»!

–” Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι,πάσαι οι σύνοδοι,πάσαι αι θείαι γραφαί,φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτών κοινωνίας διϊστασθαι”

-Ο άγιος Μάρκος προσθέτει:
«φεύγετε ουν και υμείς, αδελφοί, την προς τους ακοινωνήτους κοινωνίαν και το μνημόσυνον των αμνημονεύτων. ΄Ίδε εγώ Μάρκος ο αμαρτωλός λέγω υμίν ότι ο μνημονεύων του πάπα ως ορθοδόξου αρχιερέως ένοχος έστι πάντα τον λατινισμόν εκπληρώσαι μέχρι και αυτής της κουράς των γενείων»[77]

«…πολύς εστιν ο του μνημοσύνου λόγος και ουχί μικρός, διότι εκείνοι μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισί Ορθόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι ούτε μνημονεύονται, ούτε γαρ έχει άδεια τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις πώς ουν μνημονεύσωμεν αυτόν όντα Λατινόφρονα;».

-«Φεύγετε αυτούς, αδελφοί, και την προς αυτούς κοινωνίαν. Οι γαρ τοιούτοι ψευδαπόστολοι, εργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού. Και ου θαυμαστόν. Αυτός γαρ ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός. Ου γαρ ουν, ει και οι διάκονοι αυτού μετασχηματίζονται ως διάκονοι δικαιοσύνης, ων το τέλος έσται κατά τα έργα αυτών… Στήσετε, κρατούντες τας παραδόσεις, ας παρελάβατε, τας τε εγγράφους και αγράφους, ίνα μη τω των αθέσμων πλάνη συναπεχθέντες εκπέσητε του ιδίου στηριγμού»[74]

Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος διδάσκει: «Ευχαίς και δάκρυσι τον Θεόν καθικέτευσον πέμψαι σοι οδηγόν απαθή τε και άγιον». Και συνεχίζει: Ερεύνα τις Θείες Γραφές, και μάλιστα τις των Αγίων Πατέρων. Μ’ αυτές να συγκρίνεις τα όσα διδάσκει και πράττει ο πνευματικός οδηγός σου. Και όσα μεν είναι σύμφωνα με τις Γραφές να τα δέχεσαι, όσα δε είναι αντίθετα, να τα απορρίπτης, για να μη πλανηθής. Γιατί υπάρχουν πολλοί πλάνοι και ψευτοδιδάσκαλοι!

Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, όταν πιέζονταν να «κοινωνήση» με τον Μονοθελήτη Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως, υπό την προϋπόθεση να υπογράψη Ορθόδοξη Ομολογία
Πίστεως, απάντησε ότι ούτε τότε θα «κοινωνούσε» μαζί του, γιατί αυτός στα
δίπτυχα μνημονεύει τους αιρετικούς προκατόχους του Πατριάρχες.
Γι’ αυτό, ο άγιος Μάξιμος είπε: «επειδή εκείνοις κοινωνείτε, ει και Ορθόδοξοι γένησθε, ου κοινωνώ υμίν, επειδή κοινωνείτε τοις ακοινωνήτοις».

Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος λέει: «Πας ο λέγων παρά τα διατεταγμένα, καν αξιόπιστος ή, καν νηστεύη, καν θαύματα ποιή, καν προφητεύη, λύκος φαινέσθω εν προβάτου δορά, προβάτων φθοράν κατεργαζόμενος»! Ο δε άγιος Αναστάσιος ο Σιναϊτης, τονίζει: «Έχουμε διδαχθεί να μη δίνουμε σημασία στα θαύματα, όταν αυτός που τα ενεργεί διδάσκει αντίθετα προς την ευσέβεια»!

Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός λέει ότι «αιρετικός έστι ο και μικρόν τι παρεκκλίνων της ορθής Πίστεως».

Ιερού Γενναδίου Σχολαρίου (Πρώτος πατριάρχης μετά την άλωση).

…. Η γνώμη μου είναι η εξής: Ό­ποιος θα μνημονεύση τον Πάπα ή θα έχη κοινωνία με αυτούς που τον μνημονεύουν ή θα συμβουλεύση ή θα παραινέση κάποιον να μνημονεύση, θα τον θεωρήσω όπως ακριβώς και η αγία και μεγάλη σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία εξήτασε το λατινικό δόγμα και κατεδίκασε όσους το πίστεψαν, τον Βέκκο δηλαδή και τους ομόφρονάς του. Έπειτα δεν θεωρώ μικρό πράγμα το μνημόσυνο του Πάπα ή οποιουδήποτε επισκόπου. Άλλωστε η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων και η τελεία υπο­ταγή προς τους γνησίους ποιμένας εκφράζεται με το μνημόσυνο. Οι σύνοδοι και οι άλλοι Πατέρες ορίζουν ότι: αυτών που αποστρεφόμεθα το φρόνημα πρέπει να αποφεύγωμε και την κοινωνία. και όλα τα σχετικά που γνωρίζετε ότι ορίζουν. Πάνω απ’ όλα όμως ο Κύ­ριός μας λέγει: «Αλλοτρίω δε ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλο­τρίων την φωνήν» (Ιω. ι’, 5).

Μη γένοιτο να κάνω αιρετική την εκκλησία μου, την αγία μητέρα των Ορθοδόξων, δεχόμενος το μνη­μόσυνο του Πάπα, εφ’ όσον ο Πάπας ομολογεί και πι­στεύει εκείνα, για τα οποία δεν τον δέχεται η Εκκλη­σία μας. Όποιος, λοιπόν, ομολογήσει ότι εκείνος (ο Πάπας) ορθοτομεί τώρα τον λόγο της αληθείας, ομο­λογεί ότι οι δικοί μας πρόγονοι είναι αιρετικοί. Η γνώμη μου λοιπόν ήταν και θα είναι αυτή. Και θα είμαι οπωσδήποτε πάντοτε ακοινώνητος προς τον Πάπα και όσους έχουν κοινωνία μ’ αυτόν, όπως οι Πα­τέρες μας. Διότι πρέπει να μιμούμεθα την ευσέβειά τους, αφού δεν έχομε την αγιωσύνη και την σοφία τους.
–«Τους επισκόπους υμών επιτηρείτε ίνα ώσιν Ορθόδοξοι και μη διδάσκουσι δόγματα εναντίον της Ορθοδόξου Πίστεως, μηδέ τοις αιρετικοίς, ή τοις απεσχισμένοις συλλειτουργώσι».

Αγιος Θεοδωρος ο Στουδίτης:

Το μνημόσυνο του αιρετικού επισκόπου είναι μόλυνση της Πίστεως.
Αλλοι έγιναν αιρετικοί και χάθηκαν,άλλοι παρέμειναν ορθόδοξοι αλλά χάθηκαν γιατί είχαν εκκλησιαστική επικοινωνία με αιρετικούς…

Αγιος Μάξιμος ο Ομολογητής:
ΠΑΣΑ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΙ ΜΕ ΑΡΝΗΣΗ ΠΙΣΤΕΩΣ.Η ΨΕΥΤΙΚΗ ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟ ΑΙΡΕΤΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΙΑ ΑΦΟΥ ΤΟΝ ΑΦΗΝΕΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΒΛΑΣΦΗΜΑ ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΝΤΑΣ ΝΑ ΧΑΘΕΙ…

Αγιος Βασίλειος ο Μέγας:
Ούτε μία ώρα σε συγκέντρωση αιρετικών

O Αγιος Εφραίμ ο Σύρος:
ΑΛΛΟΙΜΟΝΟ Σ’ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΜΟΛΥΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΙΣΤΗ Η ΣΥΜΒΙΒΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ…

Αγιος Γερμανός Β΄ Κωνσταντινουπόλεως (1222-1240):
“Εξορκίζω όλους τους λαϊκούς, όσοι είστε γνήσια τέκνα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να φεύγετε ολοταχώς από τους ιερείς που υπέπεσαν στην υποταγή στους Λατίνους, και μήτε σε εκκλησία να συγκεντρώνεστε μαζί τους, μήτε να παίρνετε οποιαδήποτε ευλογία από τα χέρια τους. Είναι καλύτερα να προσεύχεσθε στο Θεό στα σπίτια σας μόνοι, παρά να συγκεντρώνεσθε στην εκκλησία μαζί με τους Λατινόφρονες. Ει’ δ’ άλλως, θα υποστήτε την ίδια κόλασι μ’ αυτούς”.

Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ:
«Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας Διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι, καὶ πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί, φεύγειν τοὺς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καὶ τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι».

O Oικουμενικός Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος γράφει:
«τους επισκόπους υμών επιτηρείτε ίνα ώσιν Ορθόδοξοι, και μη διδάσκουσι δόγματα εναντίον της Ορθοδόξου Πίστεως, μηδέ τοις αιρετικοίς, ή τοις απεσχισμένοις συλλειτουργώσι»;

Ο Απ. Παύλος λέγει:

«Παραγγέλομεν δε υμίν, αδελφοί, εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στέλλεσθαι υμάς (=να κόπτετε κάθε πνευματικήν επικοινωνίαν εκκλησιαστικώς) από παντός αδελφού ατάκτως περιπατούντος και μη κατά την παράδοσιν ην παρέλαβον παρ’ ημών» (Β’ Θεσ. γ΄ 6).

Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει: «ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω».

Ο Μ. Αθανάσιος πάλι, χαρακτηρίζει επικίνδυνη και απατηλή την συμπεριφορά κάποιων Ορθοδόξων, οι οποίοι διαβεβαίωναν ότι δεν αποδέχονται τις αιρετικές θέσεις του Αρείου (τις ίδιες διαβεβαιώσεις δίνουν σήμερα κάποιοι ορθόδοξοι, που ακολουθούν τις αιρετικές θέσεις του κ. Βαρθολομαίου και των Οικουμενιστών) και υποστήριζαν πως οι ίδιοι έχουν ορθόδοξο φρόνημα, αλλ’ όμως, επικοινωνούσαν εκκλησιαστικά και συμπροσεύχονταν με τους αρειανόφρονες· συμβουλεύει, λοιπόν, απομάκρυνση απ’ αυτούς, γιατί όσοι βλέπουν εσάς τους Ορθοδόξους να συγκεντρώνεστε με τους αρειανόφρονες και να επικοινωνείτε άνετα μαζί τους, θα αποκομίσουν την εντύπωση ότι τούτο είναι ακίνδυνο και θα κάνουν κι αυτοί το ίδιο, και έτσι, θα περιπέσουν στο βόρβορο της αιρετικής ασεβείας: «τινές δε εισιν οι διαβεβαιούντες μεν τα Αρείου μη φρονείν, συγκαταβαίνοντες δε, και μετ’ αυτών ευχόμενοι επί το αυτό… Όταν γαρ τινες υμάς τους εν Χριστώ πιστούς θεωρήσαντες μετ’ αυτών συνερχομένους και κοινωνούντας, πάντως υπονοήσαντες αδιάφορον είναι το τοιούτον, εις τον της ασεβείας εμπεσούνται βόρβορον».

Για να μη συμβεί αυτό, να αποφεύγετε την εκκλησιαστική επικοινωνία με όσους νομίζουν ότι δεν έχουν αποδεχτεί την αρειανική διδασκαλία, αλλ’ όμως επικοινωνούν μετά των αιρετικών. Και κατ’ εξοχήν εμείς που ορθοφρονούμε, πρέπει να αποφεύγουμε την εκκλησιαστική κοινωνία, με εκείνους, των οποίων το φρόνημα ως κακόδοξο απορρίπτουμε. «Ίν’ ουν μη τούτο γένηται, θελήσατε …τους μεν φανερώς φρονούντας τα της ασεβείας αποστρέφεσθαι, τους δε νομίζοντας τα Αρείου μη φρονείν, κοινωνούντας δε μετά των ασεβών φυλάττεσθαι· και μάλιστα ων το φρόνημα αποστρεφόμεθα, τούτους από της κοινωνίας προσήκει φεύγειν… Ει δε τις προσποιείται μεν ομολογείν ορθήν πίστιν, φαίνεται δε κοινωνών εκείνοις, τον τοιούτον προτρέψασθε απέχεσθαι της τοιαύτης συνηθείας· και εάν μεν επαγγέλληται, έχετε τον τοιούτον ως αδελφόν· εάν δε φιλονείκως επιμένη, τον τοιούτον παραιτείσθε. Ούτω γαρ διατελούντες καθαράν την πίστιν διατηρήσετε· κακείνοι βλέποντες υμάς ωφεληθήσονται, φοβηθέντες μη άρα ως ασεβείς και τα εκείνων φρονούντες νομισθώσιν» ( Μ. Αθανασίου, επιστολή, Τοις τον μονήρη βίον ασκούσι, ΡG 26, 1185-1188).

Ο I. Χρυσόστομος, ως μόνη ελπίδα να διορθωθούν τα κακά στην Εκκλησία, θεωρεί, την εμμονή στη διακοπή της κοινωνίας με τους παρανομούντας Επισκόπους, που είχαν πάρει στα χέρια τους την εκκλησιαστική εξουσία . Λάβετε δε υπόψιν το εξής σημαντικό: Εδώ ο ιερός Χρυσόστομος, προτρέπει σε διακοπή κοινωνίας, όχι γιατί υπάρχει κάποια αίρεση, αλλά ελαφρότερα θέματα δικαιοσύνης, διοικητικά και εκκλησιολογικά.

Ο αγ. Ειρηναίος:

«Οι Απόστολοι και οι μαθηταί αυτών έσχον (=είχαν) τόσον μεγάλην “ευλάβειαν”, ώστε απέφευγαν και να συνομιλούν ακόμη με εκείνους που ενόθευαν την αλήθειαν της πίστεως» (Άγιος Ειρηναίος, Έλεγχος και ανατροπή ψευδωνύμου γνώσεως, Γ 3, 4, ΒΕΠΕΣ 5, 144 (15-22).

Ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος:

«Τι ποιείς άνθρωπε; Παρεβάθη ο νόμος, κατεφρονήθη σωφροσύνη, πλημμελήματα τοσαύτα ετολμήθη παρά τινος των ιερωμένων, τα άνω κάτω γέγονε και ου φρίττεις;… ουκ αλγείς; ουκ επιτιμά…, αλλά κοινωνείς;» (Ρ.G. 55, 252).

*Σε κανέναν δεν επιτρέπεται να παρουσιάζει άλλη πίστη από την πίστη που όρισαν οι Άγιοι Πατερές….” (Αγ. Μάρκος ο Ευγενικός.)

* Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι , πάσαι Σύνοδοι, πάσαι Θείαι Γραφαί, φεύγειν τους ετερόφρονας παραινούσι και της αυτόν κοινωνίας διιστασθαί (Αγ. Μάρκος ο Ευγενικός.)

*Την Εκκλησία του Χριστού δεν αποτελούν οι πολλοί , αλλά εκείνοι που φυλάσσουν την ορθή και σωτήρια της Πίστεως Ομολογίαν, έστω και αν είναι όλιγοι .” (Αγ. Θεόδωρος Σουδίτης.)

*Φεύγετε τας αιρέσεις διότι είναι εφευρέσεις του διαβόλου.” (Αγ Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.)

*Ημείς τους προστιθεντας η αφαιρούντας τις εκ της Καθολικής Εκκλησίας (Ορθοδόξου) -αναθεματίζουμε. Εις τις πάσαν παράδοσην Εκκλησιαστικήν έγγραφον η άγραφον αθετεί -ανάθεμα.” (Ζ. Οικουμενική Σύνοδος, πρακτικά Σπ.Μήλια σ. 805, 825, 878, 879. )

*Πρέπει να δείχνουμε για την Αλήθεια θάρρος, ακόμη και αν σκανδαλίζονται μερικοί.” (Μ. Βασίλειος.)

*Μην υπακούετε εις μοναχούς , ούτε εις ιερείς, ούτε εις επισκόπους σε όσα κακώς σας συβουλευούν να φρονήτε (να πιστεύετε).” (Αγ. Μελέτιος ο Ομολογητής)
(1) Μέγας Βασίλειος: «Οίτινες τήν υγια ορθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ομολογειν, κοινωνουσι δέ τοις ετερόφροσι, τούς τοιούτους, ει μετά παραγγελίαν μή αποστωσιν, μή μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν».(37)

(2) ‘Άγιος Κύριλλος ‘Αλεξανδρείας πρός τόν λαόν της Κων/λεως: «’Ασπίλους καί αμώμους εαυτούς τηρήσατε, μήτε κοινωνουντες τω μνημονευθέντι [Νεστορίω], μήτε μήν ως διδασκάλω προσέχοντες . . . Τοις δέ γε των κληρικων, είτε λαϊκων διά τήν ορθήν πίστιν κεχωρισμένοις ή καθαιρεθεισι παρ’ αυτου, κοινωνουμεν ημεις, ου τήν εκείνου κυρουντες άδικον ψηφον, επαινουντες δέ μαλλον τούς πεπονθότας (=παθόντας)».(38)
(3) ‘Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης: «’Εχθρούς γάρ του Θεου ο Χρυσόστομος, ου μόνον τούς αιρετικούς, αλλά καί τούς τοις τοιούτοις κοινωνουντας μεγάλη καί πολλη τη φωνη απεφήνατο».(39)

(4) Του ιδίου: «Οι μέν τέλεον περί τήν πίστιν εναυάγησαν· οι δέ, ει καί τοις λογισμοις ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της αιρέσεως συνόλλυνται».

‘Αγιορειται Πατέρες πρός αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγον: «Καί πως ταυτα ανέξεται ορθοδόξου ψυχή καί ουκ αποστήσεται της κοινωνίας των μνημονευσάντων αυτίκα . . . ότι μολυσμόν έχει η κοινωνία, εκ μόνου του αναφέρειν αυτόν, κάν ορθόδοξος είη ο αναφέρων».

Mέγας βασίλειος:”Οίτινες της υγιή Ορθόδοξον πίστιν προσποιούντες ομολογείν,κοινωνούσι δε ταις ετερόφροσι,τους τοι ούτους,ει μετά παραγγελίαν μη αποστώσι,μη μόνον ακοινωνήτους έχειν,αλλά μηδέ αδελφούς ονομάζειν”

«Ἀκόμα καί πολύ λίγοι νά παραμείνουν ἑνωμένοι στήν ἀλήθεια καί τήν Ὀρθοδοξία, αὐτοί ἀποτελοῦν τήν Ἐκκλησία καί τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ» (Ἄγ. Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου).
«Ἐκεῖνοι πού ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι αὐτοί πού βρίσκονται στήν ἀλήθεια. Ἐκεῖνοι πού δέν βρίσκονται στήν ἀλήθεια, δέν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ» (Ἄγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ).
«Ὅσοι προσποιοῦνται ὅτι ὁμολογοῦν τήν ὑγιά Ὀρθόδοξο πίστη, ἀλλά ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς ἑτεροδόξους, ἄν ὕστερα ἀπό νουθεσία δέν ἀπομακρυνθοῦν, μ’ αὐτούς τότε, ὄχι μόνο νά μήν ἔχετε ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἀλλά οὔτε ἀδελφούς νά τούς ὀνομάζετε» (Μέγ. Βασιλείου).
«Καλό εἶναι νά εἰρηνεύουμε μέ τούς πάντες, ἀλλά ταυτόχρονα νά συμφωνοῦμε σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ὀρθή πίστη. Νά ἀποφεύγετε, ὡσάν νά ἀποφεύγετε φίδια, τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ αὐτούς ποῦ εἶναι ἀκοινωνητοί καί τό μνημόσυνο αὐτῶν πού δέν πρέπει νά μνημονεύονται. Διότι αὐτοί εἶναι ψευδαπόστολοι, ἐργάτες δόλιοι πού μετασχησματίζονται σέ ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ» (Ἄγ. Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ).
«Νά μήν ἀποδέχεστε κανένα αἱρετικό δόγμα μέ πρόσχημα τήν ἀγάπη» (Ἄγ. Ἰω. Χρυσοστόμου).
«Ἐάν ὅμως ὁ λόγος καί ἡ ὑπόθεσις εἶναι περί πίστεως καί τῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας μας, τότε καί ὁ πλέον εἰρηνικός καί ἠσύχιος πρέπει νά πολεμεῖ ὑπέρ αὐτῶν» (Ἄγ. Νικοδήμου).
Δεν πρέπει, συνεχίζει ο Μ. Αθανάσιος, να έχετε επικοινωνία και συμπροσευχές με τους αιρετικούς, γιατί όσοι βλέπουν εσάς τους ορθοδόξους να συγκεντρώνεστε με τους αρειανόφρονες και να επικοινωνείτε άνετα μαζί τους, θα αποκομίσουν την εντύπωση ότι τούτο είναι ακίνδυνο και θα κάνουν κι αυτοί το ίδιο, και έτσι, θα περιπέσουν στο βόρβορο της αιρετικής ασεβείας: «τινές δε εισιν οι διαβεβαιούντες μεν τα Αρείου μη φρονείν, συγκαταβαίνοντες δε, και μετ’ αυτών ευχόμενοι επί το αυτό… Όταν γαρ τινες υμάς τους εν Χριστώ πιστούς θεωρήσαντες μετ’ αυτών συνερχομένους και κοινωνούντας, πάντως υπονοήσαντες αδιάφορον είναι το τοιούτον, εις τον της ασεβείας εμπεσούνται βόρβορον».

Και παρακάτω γράφει: Για να μη συμβεί αυτό, να αποφεύγετε την εκκλησιαστική επικοινωνία με όσους φανερά συμμερίζονται και πιστεύουν τα ασεβή δόγματα του Αρείου, εκείνους δε που νομίζουν ότι δεν έχουν αποδεχτεί την αρειανικὴ διδασκαλία, αλλ’ όμως επικοινωνούν μετά των αιρετικών αρειανών, απ’ αυτούς αρχικά να φυλάγεσθε. Και κατ’ εξοχήν εμείς που ορθοφρονούμε, πρέπει να αποφεύγουμε την εκκλησιαστική κοινωνία, με εκείνους, των οποίων το φρόνημα ως κακόδοξο απορρίπτουμε. «Ιν’ ουν μη τούτο γένηται, θελήσατε …τους μεν φανερώς φρονούντας τα της ασεβείας αποστρέφεσθαι, τους δε νομίζοντας τα Αρείου μη φρονείν, κοινωνούντας δε μετά των ασεβών φυλάττεσθαι· και μάλιστα ων το φρόνημα αποστρεφόμεθα, τούτους από της κοινωνίας προσήκει φεύγειν».

Και εν συνεχεία: Εάν λοιπόν, κάποιος, από την μια μεριά προσποιείται ότι αποδέχεται και ομολογεί την ορθή πίστη, από την άλλη, όμως, επικοινωνεί φανερά με τους αρειανούς, αυτόν να τον προτρέψετε να σταματήσει αυτήν την διπλοπρόσωπη συνήθεια. Και εάν μεν ακούσει την προτροπή σας και το υποσχεθεί, να τον έχετε σαν αδελφό∙ εάν όμως, επιμένει σ’ αυτή την ασεβή συμπεριφορά του, και με εριστικότητα επιχειρηματολογεί υπέρ των θέσεών του, αφήστε τον και απομακρυνθείτε απ’ αυτόν.
Κατ’ αυτόν τον τρόπον συμπεριφερόμενοι, εσείς μεν θα διατηρήσετε καθαρή την πίστη, και εκείνοι, βλέποντας την στάση σας θα ωφεληθούν, γιατί θα φοβηθούν μήπως θεωρηθούν ως ασεβείς και ως έχοντες τα αυτά φρονήματα με τους αιρετικούς: «Ει δε τις προσποιείται μεν ομολογείν ορθήν πίστιν, φαίνεται δε κοινωνών εκείνοις, τον τοιούτον προτρέψασθε απέχεσθαι της τοιαύτης συνηθείας∙ και εάν μεν επαγγέλληται, έχετε τον τοιούτον ως αδελφόν∙ εάν δε φιλονείκως επιμένη, τον τοιούτον παραιτείσθε. Ούτω γαρ διατελούντες καθαράν την πίστιν διατηρήσετε∙ κακείνοι βλέποντες υμάς ωφεληθήσονται, φοβηθέντες μη άρα ως ασεβείς και τα εκείνων φρονούντες νομισθώσιν».