Η κοροϊδία της υποτιθέμενης διαπραγμάτευσης με τους Σκοπιανούς και η απάντηση στα συλλαλητήρια

Από τον
Γιάννη Κουριαννίδη

Η αναμενόμενη παλλαϊκή συμμετοχή των Ελλήνων στα σημερινά συλλαλητήρια για τη Μακεδονία μας σε δεκάδες πόλεις της πατρίδας μας, πέραν της επανάληψης του σαφώς διατυπωθέντος μηνύματος περί της μη εκχωρήσεως του ιστορικού ονόματος της Μακεδονίας στους σφετεριστές του, στα μεγαλειώδη συλλαλητήρια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, θα δείξει και κάτι ακόμα: Οτι οι Ελληνες είναι αποφασισμένοι να μείνουν στους δρόμους μέχρι την τελική δικαίωσή τους.

Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο ότι οι Ελληνες επιμένουν να κινητοποιούνται και να εγκαταλείπουν τη ραστώνη της καθημερινότητας για ένα θέμα που δεν έχει να τους προσφέρει απολύτως καμία υλική ανταμοιβή.

Ούτε τα Μνημόνια ούτε οι περικοπές των μισθών και των συντάξεων ούτε η καταρράκωση κάθε έννοιας κοινωνικής μέριμνας ούτε η απαξίωση της ποιότητας ζωής φάνηκαν ικανά να ξεσηκώσουν στον βαθμό που θα έπρεπε την ελληνική κοινωνία. Αυτό και μόνο δηλώνει σαφέστατα ότι η κρίση δεν είναι απλώς οικονομική, αλλά είναι κρίση των θεσμών και της αξιοπιστίας τους.

Αυτός είναι και ο λόγος που οι προσπάθειες ματαίωσης των κινητοποιήσεων του ελληνικού λαού για τη Μακεδονία μας έπεσαν στο κενό. Οι αντιδράσεις και οι δηλώσεις θεσμικών αξιωματούχων ενάντια στη λαϊκή βούληση βρήκαν μπροστά τους σαν αδιαπέραστο τείχος τον ελληνικό λαό.
Ακόμη και η Εκκλησία της Ελλάδος, που στην αρχή κράτησε μια επιφυλακτική έως εχθρική στάση απέναντι στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, μετά την άνευ προηγουμένου επιτυχία του αναδιπλώθηκε και ανέλαβε τον φυσικό ρόλο της, αυτόν του μπροστάρη των εθνικών αγώνων, όπως έκανε μέχρι σήμερα, με ελάχιστες εξαιρέσεις.

Ο ελληνικός λαός γνωρίζει ότι, στην προσπάθειά του για τη διάσωση της ιστορικής αλήθειας και της εθνικής αξιοπρέπειάς του, έχει απέναντί του σχεδόν το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Κι αν μέχρι σήμερα έδειξε κάποιες ανοχές, αντιλαμβανόμενος τις πιέσεις που ασκούνται για την αναγνώριση του σκοπιανού μορφώματος, μετά τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών αυτές έχουν πλέον εξαντληθεί.

Δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρχει σήμερα εχέφρων άνθρωπος που να υποστηρίζει ότι η πατρίδα μας πρέπει να συνεχίσει να σύρεται σ’ αυτή την κοροϊδία της «διαπραγμάτευσης», όταν οι Σκοπιανοί έχουν αποδείξει ότι όποιες «υπαναχωρήσεις» και «συμβιβασμοί» τους έχουν να κάνουν με θέματα ανούσια, τα οποία είτε θα μπορούσαν μελλοντικά να τα επαναφέρουν στην προηγούμενη κατάσταση (λ.χ. οι μετονομασίες δρόμων και αεροδρομίων) είτε θα ήταν δυνατόν να αποβούν προς όφελός τους (λ.χ. η μετονομασία της Αρχιεπισκοπής τους).

Το διαφαινόμενο αδιέξοδο των συνομιλιών έχει γίνει αντιληπτό από την πλευρά των Σκοπίων, και σ’ αυτό το γεγονός οφείλεται η μετάλλαξη στοχεύσεων, προτάσεων και επιχειρημάτων.
Η πρόταξη των επιδιώξεων του βουλγαρικού εθνικισμού, όπως αυτός αναδεικνύεται μέσα από τις τελευταίες «προτάσεις Ζάεφ» για το ονοματολογικό, αναβαθμίζει διπλωματικά την όλη συζήτηση και βάζει στο παιχνίδι παράγοντες και οντότητες που μέχρι σήμερα είχαν ρόλο δευτερεύοντα και παρατηρητή.

Η αποφασιστική στάση του Ελληνισμού πρέπει να διατυπωθεί -σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε- με ισχυρή πληθυσμιακή εκπροσώπησή του στα συλλαλητήρια και με απόλυτο και κατηγορηματικό λόγο στα ψηφίσματά του. Κανένας συμβιβασμός στο θέμα του ονόματος για τη Μακεδονία μας, καμία εκχώρησή του στους πλαστογράφους της Ιστορίας, καμιά ανοχή στην προσβολή της εθνικής αξιοπρέπειάς μας από τους πεμπτοφαλαγγίτες Καρανίκες κάθε είδους.

* Διευθυντής περιοδικού «Ενδοχώρα» ([email protected])

ΠΗΓΗ