Ίσως την έχετε δει, αλλά η γενική εικόνα της ιστορίας πάει κάπως έτσι (προσέξτε την, θα δείτε πώς θα μας χρειαστεί αργότερα). Η ανιψιά μιας πλούσιας και διάσημης καλλιτέχνιδος (που έχει δολοφονηθεί), ερωτεύεται παράφορα και αργότερα παντρεύεται έναν γοητευτικό κύριο, με σκοτεινό παρόλα αυτά παρελθόν, και μετακομίζουν στη βίλα της δολοφονημένης θείας της.
Εκεί, με τον καιρό ο άνθρωπος αυτός ξεκινά μια προσπάθεια να τρελάνει την γυναίκα, λέγοντάς της πράγματα του στυλ «Μα δεν θυμάσαι ότι χθες στο είχα πει; Τόσο αφηρημένη είσαι;» (εννοείται δεν της είχε πει τίποτα), «Πάλι ξέχασες πού έβαλες τον πίνακα; Ξέχασες ότι και τις προηγούμενες δύο φορές εσύ τον κατέβασες και τον έκρυψες;» (ενώ ο ίδιος έστηνε το σκηνικό), «Όχι. Δεν κρατούσες κανένα γράμμα. Τον αέρα διάβαζες και ανησύχησα για εσένα» και πολλά παρόμοια.
Μέσα από αυτή την συστηματική προσπάθεια να αποτρελάνει τη γυναίκα του –με στημένα περιστατικά και ψεύδη- και να την κάνει να μην πιστεύει ούτε αυτά που η ίδια θυμόταν, αισθάνονταν και διαισθάνονταν, με σκοπό να την οδηγήσει στο άσυλο ανιάτων και να καρπωθεί τη περιουσία της, φάνηκε ξεκάθαρα μια τεχνική χειραγώγησης που οι ψυχολόγοι από τότε, την ονόμασαν από το όνομα της ταινίας: Gaslighting.
Αυτή η τεχνική μπορεί να εφαρμοστεί στις διαπροσωπικές σχέσεις, στις επαγγελματικές, στις οικογενειακές, μέχρι και σε ολόκληρες κοινωνίες, στην σχέση εξάρτησης που υπάρχει μεταξύ του ανώνυμου όχλου των πολιτών και των εξουσιαστών του.
Η τεχνική είναι ακριβώς η ίδια, παντού και πάντοτε. Ιδού οι βασικές ενδείξεις ότι υφίστασθε «επίθεση» στο νου σας μέσω gaslighting:
1) Ψεύδη, προφανή ψεύδη και υπερβολές. Ο επιτιθέμενος υπερτονίζει τα ελαττώματα του θύματος και πολλές φορές δημιουργεί άδικες κατηγορίες εις βάρος του. (Πιθανό παράδειγμα. Οι πολίτες μιας χώρας, επιτίθενται λεκτικά ή σωματικά σε δημόσιο πρόσωπο ή την κυβέρνηση, θεωρώντας τον/τους, προδότες. Αμέσως αποκαλούνται «φασίστες, νοσταλγοί του Γ’ Ράιχ» και άλλα διόλου κολακευτικά, ενώ είναι ένα προφανές και άδικο ψέμα ενάντια στους ήδη αδικημένους πολίτες)
2) Η συνεχής επανάληψη. Κλασσική μέθοδος προπαγάνδας, η συνεχής επανάληψη των ψεμάτων, των κατηγοριών, της αυτολύπησης και κακομοιριάς που επιχειρείται να απλωθεί στην κοινωνία, όπως επίσης και των πιθανών νέων «προτύπων» ζωής και σκέψης. Εάν το θύμα δεν έχει τη δυνατότητα να απαντήσει και να διακόψει αυτή τη συνεχή ροή ψεμάτων, τόσο το καλύτερο: κάποτε θα κουραστεί και θα παραιτηθεί από την προσπάθεια απελπισμένο. Στην καλύτερη για τον θύτη περίπτωση, θα γίνει «ένας από αυτούς». (Πιθανό παράδειγμα: Μια νεόκοπη χώρα Α διεκδικεί την ιστορία και την ίδια την ταυτότητα την γείτονός της, Β. Η –προδοτική από το προηγούμενο βήμα- κυβέρνηση της χώρας Β, αποφασίζει (και διατάζει) ότι «μπορούμε να το διαπραγματευτούμε». Όλα τα στοιχεία συνηγορούν υπέρ του δικαίου της Β, αλλά η συνεχής προπαγάνδα της Β (!) υπέρ της ληστρικής Α, προσπαθεί να πείσει τους κατοίκους της Β ότι καλώς η Α διεκδικεί αυτά που διεκδικεί και ίσως βρε αδελφέ κάπου να έχουν δίκιο).
3) Αναβάθμιση. Στην περίπτωση που το θύμα αντιδράσει στις κατηγορίες, τις ταπεινώσεις και τα ψέματα που υφίσταται, ο επιτιθέμενος αναβαθμίζει το επίπεδο της απειλής του. (Πιθανό παράδειγμα: Ο λαός της Β, αγανακτισμένος από το προηγούμενο βήμα, αποφασίζει να διαδηλώσει επανειλημμένα κατά της κυβέρνησής του. Και το κάνει μαζικά. Η κυβέρνηση της Β μοιράζει αφειδώς κοσμητικά επίθετα και λεκτικές επιθέσεις, σε μια πρωτοφανή έκρηξη Ύβρεως και προκλητικότητας που κάνει εν τέλει θρύψαλα το νευρικό σύστημα και τις αντοχές των πολιτών).
4) Η εξάντληση του θύματος. Με τη συνεχή επανάληψη των κατηγοριών και των ψεμάτων, της εν γένει προπαγάνδας, δημιουργούνται στο σύνολο του πληθυσμού-στόχου αισθήματα απελπισίας, κούρασης, παραίτησης, φόβου, μέχρι και παράνοιας. (Πιθανό παράδειγμα: Με τα νεύρα τους κουρέλια από το βήμα 3, οι πολίτες της φτωχής πλην τίμιας χώρας Β, βλέπουν σταδιακά ότι κάθε αντίσταση είναι μάταιη. Οι φωνές τους δεν εισακούγονται, αντιθέτως αγνοούνται επιδεικτικά. Σταδιακά επέρχεται η κόπωση μέσα τους και βλέπουν πως δεν αξίζει να προσπαθεί κανείς για κάτι, μιας και η μέχρι τώρα εμπειρία έδειξε, πως όλες αυτές τις φορές, τζάμπα ο κόπος…)
5) Απομόνωση. Ο θύτης δίνει την εντύπωση στο θύμα ότι έχει απομονωθεί από το κοινωνικό σύνολο και δεν μετράει η γνώμη του, ούτε η ίδια του η φυσική παρουσία για κανέναν. Δίνει την εντύπωση ότι το θύμα, καλώς είναι θύμα, καθότι όλον αυτόν τον καιρό ήταν ένας προβληματικός παρίας. Ο μόνος που θέλει να δείχνει ότι ενδιαφέρεται, είναι ο ίδιος ο θύτης.
(Πιθανό παράδειγμα: Οι κουρασμένοι και απογοητευμένοι πολίτες της ταλαίπωρης φανταστικής χώρας Β, παρατούν κάθε πρότερη επιδίωξη και αρχίζουν να σκέφτονται –με τη βοήθεια του βήματος 2 πάντα- μήπως τελικά κάπου είχαν άδικο. Με τον συνεχή κίνδυνο της κοινωνικής εξόντωσης (ή και της φυσικής από τους πεμπτοφαλαγγίτες της κυβέρνησης), αρχίζουν να αποκτούν μια σχέση εξάρτησης με την κυβέρνηση που νοιάζεται για αυτούς…Να! Τώρα δεν είπαν στις ειδήσεις ότι αυξάνουν λίγο τις συντάξεις; Δεν είπαν ότι θα δώσουν σε όλους ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα; Μήπως τελικά δεν είναι και τόσο κακοί;)
6) Η μέθοδος της τελικής ελπίδας. Ο χρήστης της τεχνικής gaslighting αφήνει στο θύμα του μικρές δόσεις ελπίδας μέσα στην όλη κακομεταχείριση, μιζέρια και χειραγώγηση. Θέλει να του δείξει πως αν είναι καλό και υπάκουο παιδί, θα έχει κάποιο όφελος, μιας και αυτός νοιάζεται για το θύμα. (Πιθανό παράδειγμα: Αφότου οι παραιτημένοι πολίτες του βήματος 5 είδαν τα δωράκια της κυβέρνησης, αποφασίζουν να κάνουν περικοπές στη συνείδηση και το αίσθημα δικαίου τους, για να μην αποκλειστούν από αυτά τα καλούδια που τους παρέχει, ακόμα και από τις ίδιες τους τις κοινωνικές συναναστροφές. Έτσι και αλλιώς οι καιροί είναι δύσκολοι, έχουμε παιδιά να θρέψουμε, οι λογαριασμοί τρέχουν…)
7) Πλήρης έλεγχος. Ο θύτης ελέγχει πλέον ολοκληρωτικά το υποχείριό του. Ελέγχει το τι μαθαίνει, πού πηγαίνει, τι επιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται να κάνει, το βαθμό ανεξαρτησίας και άνεσης και ελευθερίας κινήσεων που θα έχει. Το θύμα μας, έχει μάθει πλέον να ζει μέσα στην ανασφάλεια. Έχει εκπαιδευτεί να χρειάζεται το δυνάστη του. (Πιθανό παράδειγμα:
Ο σκοπός της κυβέρνησης της Β έχει επιτευχθεί πλήρως. Το βήμα 6 απέδωσε, και οι μόνες φωνές που υψώνονται δειλά-δειλά εναντίον της, αργά ή γρήγορα θα σιγήσουν. Άλλωστε, όταν κάποιος είναι φτωχός, όταν ζει σε μια μίζερη κατάσταση ημι-ύπαρξης, είναι ανόητο να θυσιάσει το χρόνο και το ελάχιστο χρήμα του ενάντια σε μια ισχυρή κυβέρνηση, που ελέγχει στρατό και αστυνομία, δικαστικούς και παρακρατικούς. Έτσι, η κυβέρνηση μπορεί να κοιμάται ασφαλής… Ή μήπως όχι…;)
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα βήματα που ακολουθούν εκείνοι που προσπαθούν να ελέγξουν απόλυτα κάποιον άλλον, είτε μιλάμε για προσωπικό επίπεδο, είτε μιλάμε για παγκόσμιο επίπεδο. Οι λεπτομέρειες μπορεί να διαφέρουν, μα η γενική ιδέα είναι η ίδια:
το να κάνεις τον άλλον να μην πιστεύει πια, ούτε αυτά που η λογική του, ή ακόμα και η ίδια του η φύση του υπαγορεύουν, να τον μεταμορφώσεις σε κάτι άλλο, να του σπείρεις αμφιβολία για τον εαυτό του και τις δυνάμεις του και να του εμφυσήσεις την πεποίθηση πως σε χρειάζεται για να συνεχίσει να υπάρχει, ακόμα και αν αυτό τον πονάει.
Σε όλα τα παραπάνω, ο καθένας ας δει ξεκάθαρα τον πόλεμο ενάντια στη λογική που υφίσταται, σε οποιονδήποτε τομέα. Από το αν η Α χώρα έχει το δικαίωμα να καπηλευτεί την ιστορία της Β, μέχρι το πόσα…φύλα έχει ο άνθρωπος. Η γκάμα είναι τεράστια, δυστυχώς.
Αυτό το άρθρο όμως θα κλείσει με αισιοδοξία. Για την ακρίβεια θα κλείσει με τις τελευταίες φράσεις της ομώνυμης ταινίας.
-«Θα είναι μακριά αυτή η νύχτα…»
-«Το ξέρω, μα όταν ανατείλει ο ήλιος και έρθει το φως, θα σου είναι δύσκολο να πιστέψεις ότι κάποτε ήταν νύχτα…»