«Σᾶς λέω τώρα τί συντελεῖ, στὸ νὰ ἀκολουθεῖ ὁ πολὺς ὁ κόσμος τὴν πλατεῖαν ὁδόν, τὴν ἐξομαλισμένη, ποὺ δὲν ὑπάρχουν πέτρες τάχα, ὅλα εἶναι ὁμαλά, ὡραῖα…
Σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν κατάσταση (ἐδῶ εἶναι τώρα) δὲν ὑπάρχουν πνευματικά ἀντισταθμίσματα. Πόσες φορὲς λέμε: ποῦ εἶναι ἡ πνευματικὴ ἡγεσία;Ποῦ εἶναι! Ποῦ εἶναι! Ποιά πνευματικὴ ἡγεσία; Ὅλοι εἶναι προδομένοι κι ὅλοι ἔχουν γίνει τὸ ἴδιο. Δὲν ὑπάρχουν πνευματικὰ ἀντισταθμίσματα. Μὴ μοῦ πεῖτε, ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ προκαλέσει αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ἀντισταθμίσματα ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας. Ναί, (θὰ μποροῦσε), ἀλλὰ φρόντισαν οἱ ἐχθροὶ τῆς ἀνθρωπότητος, αὐτὲς οἱ ἀντίθεες δυνάμεις, οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, νὰ ἐγκλωβίσουν κάθε προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἀκριβῶς γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τοῦ σκοποῦ των· νὰ καταστρέψουν τὴν ἀνθρωπότητα.
Ναί, κατ’ ὄνομα εἶναι ὀρθόδοξοι, χριστιανοί, ἐπίσκοποι, εἶναι Ἐκκλησία. Ἀλλὰ ἔχουν ἐγκλωβιστεῖ. Ἔχουν δεθεῖ. Ἔχουν ἀπομονωθεῖ. Φρόντισαν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις νὰ τοὺς βάλουν ν’ ἀγαπᾶνε αὐτὰ τὰ πράγματα, νὰ ἐπιθυμοῦν αὐτὰ τὰ πράγματα ἤ, ἄν θέλετε καλύτερα, νὰ ἀναδεικνύουν μὲς στὴν Ἐκκλησία ἀνθρώπους ποὺ ἁλώνονται ἀπὸ τὶς ἡδονὲς καὶ τὸ χρῆμα. Αὐτοὺς προβάλλουν. Καὶ ἔτσι δὲν ὑπάρχουν τὰ πνευματικὰ ἀντισταθμίσματα…».
«Πρέπει νὰ παίρνουμε «πολλὲς στροφές», γιὰ νὰ ἀντιλαμβανόμεθα τὴν Εὐαγγελικὴ ἀλήθεια, γιὰ νὰ ὀσφραινόμεθα τὴν πλάνη, τὴν αἵρεση, τὴν κακία καὶ τὸν δόλον… «Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν· ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε» (1Κορ. 14, 20)… Ἀγαπητοί, λέμε ὅτι πρέπει νὰ εἴμεθα ἔξυπνοι· ἔξυπνος θὰ πεῖ ξύπνιος, δὲν κοιμᾶται κανείς· θυμηθεῖτε πόσες φορὲς ὁ Χριστὸς εἶπε τὸ ρῆμα «γρηγορεῖτε».
Ἔτσι, ἀγαπητοί, εἶναι γραμμένο, ὅταν θὰ ‘ρθεῖ ὁ Ἀντίχριστος, πάρα πολλοὶ χριστιανοί μας –τώρα δὲν μιλᾶμε μὲ ποσοστά, ἂς ποῦμε τὸ 95%, τὸ 97% τῶν χριστιανῶν (θὰ σᾶς πῶ ἀπὸ ποῦ τὸ βγάζουμε)– θὰ προσκυνήσει τὸν Ἀντίχριστο. Καὶ κληρικοί, καὶ Πατριάρχες, καὶ Ἐπίσκοποι, καὶ λαός, καὶ ἐπιστήμονες καὶ σπουδαῖοι καὶ τρανοί. Γιατί; Γιατὶ δὲν θάχουν τὴν ἐν Χριστῷ ἐγρήγορση.
Ὅ,τι δὲν μετρᾶται, δὲν ἀνήκει στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ Θεός: «Οὐ μὴ μνησθῶ»=δὲν θὰ σὲ θυμηθῶ, …δὲν σὲ ἀναγνωρίζω. Πάρτε λοιπόν, συγκριτικά, τὸ ἕνα ποσὸν καὶ τὸ ἄλλο ποσόν. Ὁλόκληρη τὴν πόλη, μ’ ἕνα μικρὸ μέρος μόνο ἐπάνω στὸ λόφο Σιών. Γι’ αὐτὸ σᾶς εἶπα, ἀπὸ κεῖ, πάνω-κάτω, καταλαβαίνουμε ὅτι λίγοι θὰ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ σωθοῦν.
Πατριάρχες, Ἀρχιεπισκόπους, Ἐπισκόπους κ.ο.κ. Τὸ καταλάβατε; Πῶς λοιπόν, θὰ παίρνει τὸ μυαλό μας στροφές, ὅταν αὔριο θὰ μᾶς ποῦν –προοδευτικὰ ἐννοεῖται, μὲ τὴ μέθοδο τοῦ σαλαμιοῦ, λίγο-λίγο– καὶ τοῦτο κι ἐκεῖνο. Δὲν θὰ ἀντιδράσουμε; Θὰ πιαστοῦμε στὸν ὕπνο;
Κι ἂν εἶναι λίγοι, ἐκεῖνοι ποὺ θάχουν μείνει ὄρθιοι (δὲν ξέρω, πάντως δὲν θὰ προσκυνήσουνε, πάντως δὲν θὰ δεχθοῦν), μπορεῖ ἡ φωνή τους νὰ μὴν ἀκουστεῖ, μπορεῖ χίλια δυό, μπορεῖ νάχουμε τὸ μαρτύριο, …ἀλλὰ δὲν θὰ ἀποδεχθοῦν, δὲν θὰ ἀποδεχθοῦν. Παρακαλῶ προσέξατέ το.