Ας υποθέσουμε ότι ο Ζάεφ θα κατορθώσει να φτάσει μέχρι τη συνταγματική αναθεώρηση. Το ερώτημα «τι κάνουμε;» πρέπει να απασχολήσει νηφάλια κάθε πολίτη που στέκεται σήμερα κριτικά απέναντι στη συμφωνία. Πρέπει να μεταφερθεί νοερά από τη σημερινή θορυβώδη στιγμή σε εκείνη την περίσταση.
Να μεταφερθεί στη θέση όχι κάποιου που λέει τη γνώμη του, που συμμετέχει ή όχι σε ένα συλλαλητήριο, αλλά στη θέση κάποιου που κρατά στα χέρια του τις τύχες της χώρας, κάποιου που αποφασίζει για το μέλλον. Και έχει μπροστά του μια ήδη υλοποιημένη από την άλλη πλευρά συμφωνία.
Που η άλλη πλευρά αλλάζει τη συνταγματική της ονομασία για χάρη μας σε Βόρεια Μακεδονία. Που απαλείφει κάθε αλυτρωτική αναφορά από το σύνταγμά της και δεσμεύεται να μην υπάρξει στο μέλλον παρόμοια. Που δέχεται να αποκαταστήσει το πλήθος από τις εθνικιστικές ακρότητες της περιόδου Γκρούεφσκι ή πρωθύστερες.
Τι κάνεις; Πετάς τη συμφωνία γιατί υπάρχει ακόμη το «Μακεδονία» – προσδιορισμένο, περιορισμένο· αλλά υπάρχει; Λες σε όλο τον πλανήτη ότι δικαίωμα χρήσης του «Μακεδονία» και των παραγώγων του έχεις μόνο εσύ; Οτι οι υποχωρήσεις που αποδέχτηκε η ΠΓΔΜ, πρωτοφανείς στη διπλωματική ιστορία, είναι λίγες και θέλεις κι άλλες;
Με αντικυβερνητική την πλειοψηφία των ΜΜΕ, η κυβέρνηση δεν «επικοινώνησε» όσο απαιτούνταν στοιχειώδεις αλήθειες που αγνοεί μεγάλο μέρος του κόσμου.
Πρώτον, για τη «ρεαλιστική» διαχείριση του όρου Μακεδονία από το σύνολο των κυβερνήσεων και των περισσότερων πολιτικών μετά την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, συμπεριλαμβανομένων των Σαμαρά, Βενιζέλου, Μπακογιάννη, Καραμανλή. Η παραπληροφόρηση και η πλειοδοσία εκ του ασφαλούς και εκ των υστέρων περισσεύει.
Δεύτερον, για τη φυγή το 1992 από το σύμπαν κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και πολιτείας προς έναν τεχνητό εθνικισμό, με την ανιστόρητη και ανύπαρκτη ώς τότε θέση «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική», χωρίς καμιά ιστορική συνέχεια με την πρακτική όλων των (δεξιών και κεντρώων) κυβερνήσεων προπολεμικά, μετεμφυλιακά και στη μεταπολίτευση.
Εναν εθνικισμό κοντόθωρο που το μόνο που πέτυχε ήταν να καλύψει αντί να αποκαλύψει τον επίσης νεογέννητο εθνικισμό της άλλης πλευράς, για να βρεθεί αργότερα η Ελλάδα σε χειρότερη θέση, όπως οι πάντες αναγνωρίζουν. Απόδειξη, το γεγονός ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις διαπραγματεύονταν με τον πήχη πολύ χαμηλότερα από αυτό που πέτυχε σήμερα η κυβέρνηση Τσίπρα. Απ’ αυτή τη χειρότερη θέση βγαίνουμε με τη συμφωνία.
Τρίτον, αν παραμέναμε χωρίς συμφωνία με δική μας ευθύνη στο διεθνές blame game, το διπλωματικό, πολιτικό και οικονομικό κόστος από τη διένεξη, που είναι ήδη σημαντικό, θα μπορούσε να καταστεί στο μέλλον δυσβάστακτο.
Η πορεία ολοκλήρωσης της συμφωνίας από την πλευρά της ΠΓΔΜ θα είναι ανηφορική για τον Ζάεφ. Συνεπώς, ανοίγει μπροστά μας μια περίοδος αβεβαιότητας έως την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Σε αυτή την αβεβαιότητα έχει ποντάρει το πολιτικό της κεφάλαιο η Ν.Δ. του κ. Μητσοτάκη και η κ. Γεννηματά. Η πολιτική ηθική αυτής της επιλογής δεν διαφέρει από τη λογική του παίκτη της ρουλέτας. Είναι η ίδια ηθική που επένδυε στην αποτυχία της πρώτης και δεύτερης αξιολόγησης. Η μικρότητα της πολιτικής σε όλο της το μεγαλείο.
Η λογική της είναι κυνική. Αν ο Ζάεφ αποτύχει και δεν έχουμε συμφωνία, το «όχι» Μητσοτάκη – Γεννηματά δεν θα ευθύνεται τυπικά για τη μη ολοκλήρωση. Στο μεταξύ υπολογίζουν ότι θα έχουν ανέξοδα ιδιοποιηθεί μέρος των εσωτερικών αντιδράσεων κατά της συμφωνίας. Η δε κυβέρνηση Τσίπρα, παρά το γεγονός ότι θα έχει οργανώσει την πιο ουσιαστική και ολοκληρωμένη προσπάθεια επίλυσης από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, και με τον πήχη ψηλότερα, δεν θα πιστωθεί τα οφέλη που της αναλογούν αν η συμφωνία δεν ολοκληρωθεί.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 χτίστηκαν με το Μακεδονικό «πατριωτικές» πολιτικές καριέρες από ανθρώπους που είχαν επιδείξει το λιγότερο αδιαφορία ως προς τις συνέπειες για τη χώρα από την κατάρρευση των βαλκανικών καθεστώτων, τόσο γενικά όσο και ειδικά από την αναβίωση του Μακεδονικού.
Σήμερα χτίζονται «καριέρες» κομμάτων και πολιτικών πτερύγων πάνω στον υπέρ πάντων αγώνα ενάντια στην κυβέρνηση Τσίπρα. Μέχρι πρότινος, με την οικονομική καταστροφολογία. Τώρα, περιβαλλόμενοι τον μανδύα του (νεόκοπου) μακεδονομάχου. Είναι εξαιτίας αυτής της τύφλωσης ενάντια στον Τσίπρα που η ηγεσία Μητσοτάκη έχει αυτο-υιοθετηθεί από την ακροδεξιά της Ν.Δ.
Ωστόσο, η μπίλια της ρουλέτας μπορεί να μην κάτσει στο μαύρο, και η ΠΓΔΜ να προχωρήσει στη συνταγματική αναθεώρηση. Σε αυτή την περίπτωση, Ν.Δ. και Γεννηματά θα βρεθούν σε μεγάλο αδιέξοδο και οι ζημίες θα είναι πολλαπλάσιες των όποιων κερδών υπολογίζουν στην αντίθετη περίπτωση. Είτε τότε εμμείνουν στο «όχι» είτε εξαναγκαστούν σε κυβίστηση, που είναι και το πιθανότερο παρά τη σημερινή εικόνα.
Ωστόσο, η αρνητική θέση Μητσοτάκη – Γεννηματά προκαλεί ήδη ζημιά στη χώρα δίνοντας ελπίδες στην εθνικιστική πτέρυγα των Σλαβομακεδόνων, όπως ακριβώς οι φωνές των τελευταίων δίνουν ελπίδες στους εδώ αρνητές της συμφωνίας, ότι ο πολιτικός τζόγος θα φέρει αποτέλεσμα. Τα δύο εκατέρωθεν άκρα συμπλέουν.
Κύπρος, Αλβανία, Βουλγαρία, Κόσοβο και η Δύση χαιρέτισαν τη συμφωνία επιβεβαιώνοντας την ενίσχυση της σταθερότητας που σηματοδοτεί στην περιοχή. Η Τουρκία σιώπησε…
* Mέλος Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: https://www.efsyn.gr