Σάββας Ηλιάδης, δάσκαλος- Κιλκίς
Παρόλο τον λήθαργο που ενέσκυψε επί των ημερών μας στα αντανακλαστικά του λαού επί όλων των θεμάτων της ζωής, με αποτέλεσμα τη γενική απραξία, εντούτοις, στις ημέρες μας, δεν άντεξαν οι ψυχές που κρατούν ακόμη μέσα τους το θησαυρό του Γένους.
Έδειξαν πως διαθέτουν αντανακλαστικά και ήγειραν, ομοθυμαδόν, φωνή διαμαρτυρίας και αγανακτήσεως, πρωτοστατούντων των Μητροπόλεων, κατά των κυβερνώντων, αλλά και των λοιπών, φανερών και αφανών εχθρών, οι οποίοι έβαλαν σκοπό να καταλύσουν τα πάντα, «από γενεάς εις γενεάν».
Τι θα γίνει όμως από δω και πέρα; Ο εχθρός, «ὡς λέων ὠρυόμενος», εργάζεται μεθοδικά και οργανώνει και προγραμματίζει τις επόμενες κινήσεις του, ενώ ο λαός αντιδρά, καταθέτοντας την ψυχική αγωνία του, αλλά δίχως πρόγραμμα και σχέδια σε βάθος χρόνου.
Και αυτό, διότι δεν υπάρχει ηγεσία, η οποία θα οργανώσει αυτήν την αποστολή, ώστε να υπάρχει συνέχεια στον αγώνα. Πού είναι η ηγεσία και πού μπορεί να βρεθεί;
Όμως, στις ημέρες μας, που το κίνημα του οικουμενισμού βρίσκεται στο απόγειό του, είναι αδύνατον να γίνει κάτι τέτοιο. Και όχι μόνο δεν θα γίνει, αλλά θα συνεχιστεί και ο ίδιος κατήφορος. Οι πλείστοι ποιμένες σιώπησαν στο Κολυμπάρι, όπου ο οικουμενισμός έριξε μια ακόμη μεγάλη ταφόπλακα στην ελπίδα της επιστροφής. Νόθευσαν, άνευ όρων, τον ορισμό της έννοιας Εκκλησία και κατέλυσαν τα όριά της.
Ενέδωσαν και ενδίδουν στις απαιτήσεις των δυνατών του κόσμου, για την αποδοχή των θεωριών περί μη κατοχής της αποκλειστικότητας της Αλήθειας από την Ορθοδοξία.
Εξισώνουν ανερυθριάστως τις αιρέσεις με την μόνη αληθινή Εκκλησία και γενικώς πορεύονται φυγομαχούντες, ως γνήσιοι διάκονοι της παγκοσμιοποίησης. Πώς είναι δυνατόν να μάχονται τα «ελάσσονα» κακά, ενώ γνωρίζουν πως είναι γεννήματα ενός «μείζονος», το οποίο αφήνουν στο απυρόβλητο; Είναι παράλογο, διότι αυτό το ένα κακό θα γεννά συνεχώς άλλα παρόμοια κακά. Διότι ο οικουμενισμός είναι η πρώτη και βασική αιτία και ο γεννήτορας όλων των κακών που συμβαίνουν στον τόπο μας.
Ο άγιος Χρυσόστομος στη θεία Λειτουργία αναφωνεί δι` αυτών: «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους, καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», αιτούμενος την ενότητα στην πίστη και την κοινωνία στα δώρα του Αγίου Πνεύματος. Θέτει ως προϋπόθεση την κοινή πίστη, για να έχει η Εκκλησία ως σώμα, αλλά και ο κάθε πιστός ξεχωριστά, την παρρησία, ώστε να παραδώσουν, να «εγκαταλείψουν» τον εαυτό τους και όλη τους τη ζωή, στα χέρια του Θεού.
Η φυγομαχία, σύνηθες «άθλημα» της εποχής, με σύμμαχο την εκλογίκευση, η οποία κατάντησε πανάκεια για την δικαιολόγηση όλων των «αδιεξόδων» του σημερινού ανθρώπου, η φυγομαχία, επαναλαμβάνουμε, αποτελεί την ευκολότερη λύση, για την προδοσία και την κατάργηση της ενότητας, αφού προβάλλεται σήμερα ευτελώς ως άθλος, με πλήθος «λογικών επιχειρημάτων», από το εκκοσμικευμένο εκκλησιαστικό καθεστώς, για την καταστολή του ελέγχοντος συνειδότος.
Τι σημαίνει όμως η λέξη «εκδίκηση» στην παραπάνω αυτή φράση; Ό,τι σημαίνει και στην παραβολή του άδικου κριτή και της χήρας, που του ζητούσε επίμονα να την δικαιώσει απέναντι στον αντίδικό της: «χήρα δὲ ἦν ἐν τῇ πόλει ἐκείνῃ, καὶ ἤρχετο πρὸς αὐτὸν λέγουσα· ἐκδίκησόν με ἀπὸ τοῦ ἀντιδίκου μου». (Λουκά, 18,3). «ἐκδίκησόν με»,είναι το ρήμα και ερμηνεύεται, σύμφωνα με το Υπόμνημα του καθηγητή Τρεμπέλα: «Βγάλε μια απόφαση, που να με προστατεύει από τον αντίδικό μου, διεκδίκησε εσύ το δίκαιό μου και έτσι θα με προστατεύσεις από τον αντίδικό μου. Δεν εκφράζει την έννοια της τιμωρίας κατά του αντιδίκου, αλλά την προστασία από αυτόν. Δεν σημαίνει, λοιπόν, τιμώρησε τον αντίδικό μου».
Επίσης ο μακαριστός δάσκαλός μας, καθηγητής Σ. Σάκκος, στην ερμηνεία της παραβολής γράφει: «εκδίκησόν με από του αντιδίκου μου, υπερασπίσου με από τον άνθρωπο που με αδικεί. Δεν ζητούσε εκδίκηση, τιμωρία, αλλά προστασία. Αγωνιζόταν για ό,τι δικαιούνταν, αλλά της το κρατούσε ο αντίδικός της».
Μιας αγάπης, η οποία δεν χρειάζεται να ακουμπάει στην Αληθινή πίστη. Μιας αγάπης-απάτης. Βέβαια, δεν μιλούν ακόμη καθαρά για ενότητα, διότι δεν πέρασε πλήρως στη συνείδηση του λαού, το «είμαστε ίδιοι». Μιλούν για ενότητα, μόνο, όταν πρόκειται να κάνουν τους γνωστούς και οικείους σ` αυτούς πονηρούς ελιγμούς τακτικής, λεκτικούς και πρακτικούς, για να «ελλιμενίσουν», πάση θυσία, την πλάνη τους στις καρδιές των εν αγνοία όντων πιστών και να προωθήσουν, βήμα βήμα και με αξιοθαύμαστη υπομονή, όχι απλώς τα σκοτεινά τους σχέδια, αλλά τα σχέδιά τους, που οδηγούν ασφαλώς στο σκοτάδι.