Πύρινη κόλαση στην Κινέτα επί ώρες χθες μεταμόρφωνε σε στάχτες δεκάδες σπίτια οικισμών, μετέτρεπε σε αποκαΐδια το πευκοδάσος της περιοχής και γέμιζε απελπισία και τρόμο τους κατοίκους που ανήμποροι κατέφευγαν στα παράλια και προσεύχονταν να αποδώσουν οι προσπάθειες των πυροσβεστών να περιορίσουν την επέλαση της φωτιάς και να σώσουν τις περιουσίες τους.

Η μάχη όμως έως αργά το βράδυ ήταν άνιση και όλα έδειχναν ότι θα συνεχιζόταν όλη νύχτα και μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης παρότι στην αντιμετώπισή της είχαν ριχτεί μέχρι να σκοτεινιάσει πυροσβέστες που είχαν έρθει αεροπορικά από τη Θεσσαλονίκη και με δεκάδες οχήματα από τους όμορους στην Αττική νομούς.

Την ίδια όμως ώρα οι πυροσβεστικές δυνάμεις της Αττικής ήταν αναγκασμένες να διασπαστούν, όταν γύρω στις 5 το απόγευμα ξέσπασε νέα πυρκαγιά σε δασική έκταση μεταξύ Νταού Πεντέλης και Καλλιτεχνούπολης με κατεύθυνση προς τον Διόνυσο, απειλώντας οικισμούς.

Η μεγάλη καταστροφική πυρκαγιά στην Κινέτα, που «σκοτείνιασε» ακόμη και τον ήλιο στην Αττική, ξεκίνησε λίγα λεπτά μετά τις 12 το μεσημέρι από μια δύσβατη χαράδρα της περιοχή Αέρας στα Γεράνεια Ορη, κοντά στον οικισμό Γαλήνης Κινέτας και μέσα σε ελάχιστα λεπτά, εξαιτίας των πυκνών πεύκων, πήρε μεγάλες διαστάσεις.

Σύμφωνα με τον δήμαρχο Μεγαρέων Γρηγόρη Σταμούλη, η φωτιά κατά τις μαρτυρίες των κατοίκων ξεκίνησε από σπινθήρες σε καλώδια της ΔΕΗ. Εντούτοις, ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας, που βρισκόταν από νωρίς το μεσημέρι στο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής, σε δηλώσεις του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο του εμπρησμού.

«Δεν είναι και τόσο αθώες αυτές οι πυρκαγιές», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τόσκας και πρόσθεσε ότι προχθές το βράδυ στα Γεράνεια, στην ίδια περίπου περιοχή είχαν σημειωθεί δύο πυρκαγιές, οι οποίες τέθηκαν γρήγορα υπό έλεγχο, αναφέρθηκε σε μια μικροπυρκαγιά που εκδηλώθηκε κοντά στα διυλιστήρια Ασπροπύργου για να καταλήξει λέγοντας: «Ολα αυτά δεν μπορεί να μη μας βάζουν σε σκέψεις».

Πράγματι, όπως έμαθε η «Εφ.Συν.», στην περιοχή της Κινέτας και συγκεκριμένα στο 57ο χιλιόμετρο της παλιάς εθνικής Αθηνών – Κορίνθου, στο ρεύμα προς Κόρινθο, ξέσπασε στις 4.36 χθες τα ξημερώματα μικρής εκτάσεως πυρκαγιά σε χαμηλή βλάστηση. Η πυρκαγιά είχε δυο κοντινές εστίες και, παρότι δεν επεκτάθηκε και σβήστηκε γρήγορα, τα αίτιά της διερευνώνται με προσοχή από τις υπηρεσίες της Πυροσβεστικής.

Το ποια από τις δύο εκδοχές ισχύει θα αποκαλυφθεί, βέβαια, με την ολοκλήρωση των ερευνών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού της Πυροσβεστικής, προεξάρχον όμως θέμα ήταν χθες η αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, η οποία βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη έως αργά τη νύχτα κι ενώ ένα μέτωπό της κινούνταν προς τους Αγίους Θεοδώρους και το Λουτράκι.

Αρχικά η πυρκαγιά κινήθηκε προς το πευκοδάσος που υπήρχε πάνω από τους βόρειους οικισμούς της Κινέτας και επεκτάθηκε προς τα ανατολικά εξαιτίας των ισχυρών δυτικών – βορειοδυτικών ανέμων εντάσεως κυρίως 5 έως 6 Μποφόρ, που έπνεαν στην περιοχή, ενώ κάποιες στιγμές αναπτύσσονταν ριπές ανέμου έντασης 7 Μποφόρ.

Στη συνέχεια όμως οι στρόβιλοι, που δημιουργούσαν οι θερμές δίνες, άλλαξαν την πορεία της πυρκαγιάς, η οποία άρχισε να κινείται νότια, πλησιάζοντας απειλητικά τους οικισμούς Γαλήνη, Μαρούγκα και Πανόραμα 1 και Πανόραμα 2 με συνέπεια την κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού, με περιπολικό της ΕΛ.ΑΣ. καθώς και όχημα του Δήμου Μεγαρέων να γυρνούν την περιοχή και από τα μεγάφωνα να καλούν τους κατοίκους να εκκενώσουν τους οικισμούς. Αρκετοί ήταν εκείνοι που συμμορφώθηκαν στο κάλεσμα των Αρχών, όμως ανάμεσά τους ήταν πολλοί οι οποίοι αρνούνταν να φύγουν από τα σπίτια που έχτισαν με κόπους και ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να περισώσουν τις περιουσίες τους.

«Δεν φεύγω»

Καταστροφική πυρκαγιά στην ΚινέταEUROKINISSI/ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΙΣΙΝΑΣ

Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση ενός γέροντα από τη Μαρούγκα, ο οποίος μιλώντας στους δημοσιογράφους έλεγε: «Δεν φεύγω, παιδάκι μου. Δεν μπορώ. Είναι το βιος μου. Προτιμώ να καώ παρά να γίνει το σπίτι στάχτη». Τελικά πείστηκε ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να κάνει πολλά μόνος του και αποχώρησε.

Η στάση αυτή, εξάλλου, των κατοίκων ήταν ο κύριος λόγος που ανάγκασε τον αντιπεριφερειάρχη της Αττικής της Πυροσβεστικής Αχιλλέα Τζουβάρα να βγει στο μεσημεριανό δελτίο ειδήσεων της κρατικής ΕΡΤ και να απευθύνει μια ακόμη αγωνιώδη έκκληση να εκκενωθεί η περιοχή.

«Δεν μας ακούνε οι κάτοικοι» τόνισε με αγωνία. «Αντιθέτως, ορισμένοι μας εναντιώνονται και επιτίθενται στους πυροσβέστες. Οι συνθήκες είναι ακραίες. Κάνω έκκληση και πάλι. Σημασία έχει να μην υπάρξουν ανθρώπινες απώλειες. Μπορεί να σημειωθούν ζημιές, αλλά προέχει η ασφάλεια των κατοίκων. Η φωτιά αργά η γρήγορα θα σβήσει. Δεν πρέπει να χαθούν ζωές».

Η πυρκαγιά όμως δεν έλεγε να σταματήσει. Κινούμενη προς τα νότια εισέβαλε στους βόρειους οικισμούς και άρχισε να καίει σπίτια. Οι καπνοί μάλιστα ήταν τόσο πυκνοί που ένα μαυριδερό σύννεφο άρχισε να απλώνεται από τη δυτική πλευρά πάνω από τα Μέγαρα, ενώ ροδαλός ήταν ο ουρανός και στις νότιες συνοικίες της Αθήνας και στο κέντρο της πόλης.

Η ορατότητα ήταν σχεδόν μηδενική και στην περιοχή της Κινέτας, όπου η φωτιά είχε πλησιάσει κοντά στην νέα εθνική Οδό Αθηνών Κορίνθου και οι πυροσβέστες επιχειρούσαν να δημιουργήσουν αντιπυρική ζώνη.

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση οι αστυνομικές δυνάμεις γύρω στις 3 το μεσημέρι έκαναν εκτροπή στην κυκλοφορία των οχημάτων που κινούνταν στη νέα εθνική, στέλνοντάς τα στον παράδρομό της από το ύψος του 56ου χιλιομέτρου.

Μισή ώρα όμως αργότερα, κι ενώ η κατάσταση γινόταν όλο και χειρότερη, διακόπηκε η κυκλοφορία των οχημάτων τόσο στην παλαιά όσο και τη νέα εθνική και στα δυο ρεύματα κυκλοφορίας από το 39ο έως το 57ο χιλιόμετρο με αποτέλεσμα να «κοπεί» η Αττική στα δυο και να εγκλωβιστούν χιλιάδες αυτοκίνητα. Ωρες αργότερα άρχισαν να γίνονται μεγάλες εκτροπές, η κυκλοφορία όμως συνέχισε να είναι προβληματική έως αργά το βράδυ.

Εντούτοις, η φωτιά σε ορισμένα σημεία «πέρασε» την εθνική και προχώρησε νοτιότερα, καίγοντας ορισμένα σπίτια σε περιοχή της Κινέτας, ενώ οι φλόγες πέρασαν από την κατοικημένη περιοχή και έφτασε μέχρι τη θάλασσα.

Αργά το βράδυ, η πυρκαγιά κινούνταν δυτικά, κυρίως εξαιτίας των ανέμων, ενώ το ανατολικό μέτωπο είχε μείνει σταθερό.

Στο μεταξύ, ενώ αρχικά κινητοποιήθηκαν 15 οχήματα με 35 πυροσβέστες, τρία αεροσκάφη και δυο ελικόπτερα, οι δυνάμεις ενισχύθηκαν και συνολικά επιχειρούσαν 110 πυροσβέστες με 47 οχήματα, 40 άτομα πεζοπόρο τμήμα, 5 αεροσκάφη Καναντέρ, 2 ελικόπτερα Σινούκ, 3 Σικόρσκι και 2 Σούπερ Πούμα του Πυροσβεστικού Σώματος. Σταδιακά όμως, και λόγω μεγάλου κυματισμού, ήταν δύσκολος ο ανεφοδιασμός των αεροσκαφών και τα περισσότερα αποσύρθηκαν με συνέπεια σε κάποια στιγμή να συμμετέχει στην κατάσβεσή της ένα μόνο αεροπλάνο.

Πυροσβεστικές δυνάμεις

Καταστροφική πυρκαγιά στην ΚινέταΑΠΕ-ΜΠΕ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΨΩΜΑΣ

Στο μεταξύ, μέχρι το βράδυ οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής ενισχύθηκαν με 17 οχήματα με 45 πυροσβέστες από όμορες Πυροσβεστικές Υπηρεσίες της Αττικής καθώς και 30 άτομα πεζοπόρο τμήμα από τη Θεσσαλονίκη.

Παράλληλα το έργο των πυροσβεστών συνέδραμαν οι Ενοπλες Δυνάμεις με 3 προωθητήρες γαιών και ένα C-27 που έφερε τους πυροσβέστες από τη Θεσσαλονίκη, η Περιφέρεια Αττικής με 6 υδροφόρες και 2 ερπυστριοφόρα οχήματα, ο Δήμος Μεγαρέων με 7 υδροφόρες και 2 ερπυστριοφόρα οχήματα, ο Δήμος Λουτρακίου με 4 υδροφόρες, 3 εθελοντικά πυροσβεστικά οχήματα και 2 φορτωτές και ο Δήμος Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης με ένα εθελοντικό πυροσβεστικό όχημα.

Στο μεταξύ στο Ενιαίο Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο βρίσκονταν και συντόνιζαν το έργο της κατάσβεσης ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης, ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας, μαζί με τον γενικό γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Γιάννη Καπάκη, ο αρχηγός και οι υπαρχηγοί του Πυροσβεστικού Σώματος.

Οπως δε δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νίκος Τόσκας, όλος ο κυβερνητικός και κρατικός μηχανισμός ήταν σε πλήρη ετοιμότητα για να μη θρηνήσουμε θύματα και να περιοριστούν οι ζημιές.

Εντούτοις, νωρίς το απόγευμα οι εκτιμήσεις των αξιωματικών του κέντρου της Πυροσβεστικής ανέφεραν ότι στην Κινέτα είχαν καεί τουλάχιστον τριάντα σπίτια. Κάτοικοι όμως της περιοχής μιλούσαν για τουλάχιστον 200 καμένα σπίτια.

Αξίζει να σημειωθεί ότι αργά χθες το βράδυ στην παραλία της Κινέτας βρίσκονταν αρκετοί εγκλωβισμένοι κάτοικοι, οι οποίοι και απομακρύνονταν με ιδιωτικές βάρκες σε ασφαλέστερα σημεία.

Πηγή