Με την ευκαιρία της συζήτησης για την δήθεν έξοδο της Ελάδας στις αγορές, σε δημοσίευμα του περιοδικού Politico αναφέρονται μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες δηλώσεiς της Αγκέλας Μέρκελ στη Γερμανική Βουλή τον Μάρτιο: «Βιώσαμε το πώς η κακή συμπεριφορά μιας χώρας μπορεί να μας βάλει όλους σε κίνδυνο»
Και συνεχίζει το περιοδικό. “Για όσους βλέπουν την Ελλάδα μέσα από το γερμανικό πρίσμα, η σκληρή λιτότητα στην οποία υποχρεώθηκε η Αθήνα, σε συνδυασμό με την άρνηση χορήγησης μιας ουσιαστικής ελάφρυνσης χρέους, αποτελεί τη σωστή συνταγή. Με άλλα λόγια, αν και η Ελλάδα ‘μειώθηκε’, η καταστροφή της προσέφερε στη νομισματική Ένωση ένα τρομακτικό παράδειγμα του τι μπορεί να συμβεί όταν οι κυβερνήσεις παρακάμπτουν τους κανόνες. Εάν η θυσία της Ελλάδας είναι η τιμή για τη διατήρηση του ευρώ, ας είναι.
Η εναλλακτική άποψη, που εκφράστηκε από τον Γάλλο πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν, πέρυσι τον Σεπτέμβριο στην Ακρόπολη, είναι ότι «η κυριαρχία, η δημοκρατία και η εμπιστοσύνη στην Ευρώπη βρίσκονται σε κίνδυνο» ως αποτέλεσμα της κρίσης. Η μεταχείριση της Ελλάδας από την Ευρώπη διέβρωσε τα θεμέλια επί των οποίων οικοδομήθηκε η Ένωση, σύμφωνα με αυτό το επιχείρημα. Εν τέλει, η συζήτηση οδηγεί στο πώς ορίζει κανείς την «αλληλεγγύη».
Οι περισσότεροι Γερμανοί, για παράδειγμα, είναι πεπεισμένοι ότι έδειξαν στην Ελλάδα τη μέγιστη αλληλεγγύη, προσφέροντας δισεκατομμύρια με χαμηλό επιτόκιο. Αυτό που παραγνωρίζει ο συλλογισμός είναι ότι η Γερμανία υπήρξε ο μεγαλύτερος κερδισμένος από τις πολιτικές διάσωσης. Καμία χώρα δεν ωφελήθηκε περισσότερο από τη Γερμανία από την εισαγωγή του ευρώ, που αποτέλεσε πλεονέκτημα για τη βιομηχανία της, τροφοδοτώντας τις εξαγωγές στην περιοχή. Έτσι, εάν η «διάσωση» της Ελλάδας έγινε πραγματικά για την επιβίωση του ευρώ, η Γερμανία ενήργησε πρωτίστως για το δικό της συμφέρον. Για να παραφράσουμε ένα τευτονικό ρητό, η Ευρώπη άφησε την Ελλάδα με πάρα πολλά για να πεθάνει και λίγα για να ζήσει.
Οι μικρές επιχειρήσεις, που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 90%, συνεχίζουν να παλεύουν με την έλλειψη τραπεζικών πιστώσεων και την υψηλή φορολογία. Οι επενδύσεις είναι περιορισμένες. Εκατοντάδες χιλιάδες νέοι έχουν φύγει και όλο και περισσότερο η οικονομία γίνεται «υπόγεια». «Για σταθεροποιηθεί μακροπρόθεσμα η Ελλάδα, ο κόσμος, οι επιχειρήσεις και οι επενδυτές πρέπει να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους στις μελλοντικές προοπτικές της χώρας», υποστηρίζει ο Γκούντραμ Βολφ διευθυντής της δεξαμενής σκέψης Bruegel. Αυτό το μέλλον είναι απίθανο, εφόσον το χρέος της Ελλάδας, που ανέρχεται σήμερα στο 180% του ΑΕΠ, παραμένει μη βιώσιμο, εξηγεί ο Βόλφ.
Αντί να δώσει στην Ελλάδα το περιθώριο να ανασάνει, η Ευρώπη, με την επιμονή του Βερολίνου, συμφώνησε απλώς να δώσει στην Αθήνα περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή των δανείων της, καθυστερώντας στην ουσία την ημέρα της κρίσεως. Πεπεισμένο για αυτή την ανυποχώρητη προσέγγιση, το Βερολίνο αντιστάθηκε στην πίεση που άσκησε ο Macron για περαιτέρω ολοκλήρωση της ευρωζώνης, μια απόφαση που θα απαιτούσε από τη Γερμανία να δεχτεί να παράσχει το είδος αλληλεγγύης που αρνήθηκε στην Ελλάδα.
Αν και η στρατηγική έχει λειτουργήσει καλά για τη Γερμανία μέχρι στιγμής, οι μακροπρόθεσμες συνέπειες για τη συνοχή της ευρωζώνης είναι λιγότερο λαμπρές. Γιατί, ενώ η Ελλάδα μπορεί να χρησιμεύει ως «προειδοποίηση» για την υπόλοιπη ευρωζώνη, η κρίση της εμπέδωσε επίσης τη φήμη της Γερμανίας ως «ανυποχώρητης στρίγγλας» ως προς τα οικονομικά. Οι περισσότεροι Γερμανοί πολιτικοί αποδέχονται αυτή την κριτική, υποστηρίζοντας ότι διαφορετικά τα πράγματα θα ήταν χειρότερα. Ωστόσο, όπως έμαθε η Merkel κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, η αλληλεγγύη είναι αμφίδρομη», καταλήγει το Politico.