Η Νάξος είναι η γεωγραφική «καρδιά» των Κυκλάδων, οι οποίες οφείλουν την ονομασία τους σε αρχαίους γεωμέτρες.
Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου που ήταν διασκορπισμένα, τα 33 μεγάλα και μικρά κυκλαδονήσια αναπτύσσονται κυκλικά γύρω από την ιερή Δήλο, τον τόπο γέννησης του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος.
Είναι το μεγαλύτερο σε έκταση και, σε αντίθεση με τα περισσότερα νησιά, έχει σημαντικούς υδατικούς πόρους και αρκετό πράσινο.
Διαθέτει όμως και ένα από τα ελάχιστα στον κόσμο και μοναδικά στην Ελλάδα ορυχεία σμύριδας, το ορυκτό που χρησιμοποιείται ως λειαντικό για μέταλλα, πετρώματα, γυαλί και ξύλο.
Αναπτύσσονται στην περιοχή ανάμεσα στην Κόρωνα και την Απείραθο. Από το επίνειό του, στο λιμάνι της Μουτσούνας, έφευγε για όλα τα σημεία του πλανήτη το σμυρίγλι, όπως αποκαλούν οι ντόπιοι το πολύτιμο υλικό.
Η μεταφορά του ήταν πολύ δύσκολη και το 1925 στήθηκε ο εναέριος σιδηρόδρομος, ένα σύστημα με πυλώνες, συρματόσκοινα και βαγονέτα, ένας μακρινός πρόγονος των τελεφερίκ, που κάλυπτε την απόσταση ανάμεσα στα λατομεία και το λιμάνι.
Είναι τα στοιχεία που εξασφάλισαν από την αρχαιότητα ξεχωριστή θέση για το νησί. Οφείλει το όνομά του στον Νάξο, τον γιο του Απόλλωνα και της νύμφης Ανακαλίδας, ο οποίος ηγείτο των πρώτων εποίκων.
Κατά τη Μυθολογία, στο νησί μεγάλωσε ο Δίας μέχρι να κατακτήσει τον Ολυμπο. Κρυβόταν στο όρος Ζα, ονομασία που πήρε από τον πατέρα των αρχαίων θεών.
Ηταν επίσης η γενέτειρα του Διονύσου, δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το νησί από την αρχαιότητα φημιζόταν για το εξαιρετικής ποιότητας κρασί του.
Στη Νάξο στάθμευσε για λίγο ο Θησέας, επιστρέφοντας από την Κρήτη όπου είχε κατατροπώσει τον Μινώταυρο.
Σάλπαρε με το πλοίο του, εγκαταλείποντας την Αριάδνη, παρ’ όλο που τον είχε βοηθήσει να νικήσει το θηρίο και ως αντάλλαγμα της είχε υποσχεθεί ότι θα την έκανε γυναίκα του.
Την «ορφανή» βασιλοπούλα της Κρήτης συνάντησε στο νησί ο Διόνυσος, ο οποίος θαμπώθηκε από τα κάλλη της και την παντρεύτηκε.
Η ιστορία του νησιού, που ξεκινά από τον 4 π.Χ. αιώνα, συνεχίστηκε αδιαλείπτως ώς τη σύγχρονη εποχή χάρη στα συγκριτικά του πλεονεκτήματα. Κατά τους βυζαντινούς χρόνους ανήκε στο Θέμα του Αιγαίου και ήταν η εποχή που γέμισε εκκλησάκια.
Μάλιστα η κοιλάδα της Τραγαίας είχε ονομαστεί «μικρός Μυστράς».
Το 1207 καταλήφθηκε από στρατεύματα του Βενετού Μάρκου Σανούδου, που παρέμειναν στο νησί ώς το 1537, οπότε, όπως και τα περισσότερα κυκλαδονήσια, καταλήφθηκε από τον τρομερό Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα και εντάχθηκε στο Σαντζάκι του Αιγαίου.
Οι Τούρκοι ανέθεσαν στην ουσία τη διαχείριση του νησιού σε τοπικούς άρχοντες, χωρίς να κάνουν διαχωρισμούς λόγω θρησκείας, αφού εξασφάλιζαν σημαντικά έσοδα από φόρους, τη λεγόμενη δεκάτη που είχαν επιβάλει σε όλα τα προϊόντα του νησιού.
Είχε γίνει στάνη
Η Αγία Κυριακή βρίσκεται βόρεια της Απειράνθου, στον δρόμο προς την Καλλονή, και ήταν προσβάσιμη μόνο μέσα από μικρό μονοπάτι, γεγονός που την κρατούσε έξω από το ενδιαφέρον των περιηγητών που λατρεύουν τη Νάξο, αλλά μέσα στο στόχαστρο των αρχαιοκαπήλων.
Ακολουθεί τον βυζαντινό ρυθμό και είναι μονόκλιτη μετά τρούλου, ο οποίος στηρίζεται σε εσωτερικά τόξα.
Το βασικό κτίριο είναι κατασκευασμένο από πέτρινη ξερολιθιά και έχει ορθογώνιο σχήμα, με πλευρές 11 και 7 μέτρα. Διαθέτει νάρθηκα και κυρίως ναό με το ιερό σε κόγχη, ενώ κάτω από το δίλοβο -καθαρά βυζαντινής τεχνοτροπίας- παράθυρο βρισκόταν ο επισκοπικός θρόνος. Στη νότια πλευρά του είχε προστεθεί ένα μακρόστενο παρεκκλήσι που από την τοιχοποιία είναι φανερό ότι κατασκευάστηκε μαζί με το κεντρικό κτίριο.
Το βυζαντινό εκκλησάκι είχε εγκαταλειφθεί από δεκαετίες, με αποτέλεσμα να έχει καταρρεύσει ένα μέρος της καμάρας και του βόρειου τοίχου.
Τα δάπεδα είχαν ξηλωθεί από αρχαιοκάπηλους, ενώ οι πόρτες είχαν καταστραφεί, γεγονός που είχε αξιοποιηθεί από βοσκούς οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν κατά καιρούς ως στάνη για τα περίφημα ελεύθερης βοσκής κατσίκια του νησιού!
Η εκκλησούλα εντοπίστηκε από λάτρεις της Νάξου και υιοθετήθηκε από διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις που ξεκίνησαν τις πρώτες εργασίες αναστήλωσης του μνημείου.
Η σημαντικότερη κίνηση έγινε από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, η οποία έχει στο ενεργητικό της και άλλες πρωτοβουλίες για την υποδειγματική διάσωση μνημείων σε όλη τη χώρα που έχουν τιμηθεί με πολλά βραβεία.
Η χρηματοδότηση που εξασφάλισε από το Ιδρυμα Λεβέντη και την οικογένεια Αθανάσιου Μαρτίνου επέτρεψε την υλοποίηση των σωστικών επεμβάσεων.
Οι εργασίες ξεκίνησαν από το εκκλησάκι, αλλά η μεγαλύτερη έμφαση δόθηκε στον διάκοσμο, αφού οι τοιχογραφίες της Αγίας Κυριακής θεωρούνται από τους ειδικούς ως οι καλύτερα διασωζόμενες σε όλο το σύμπλεγμα των Κυκλάδων.
Πρόκειται για «ανεικονικό» διάκοσμο, που ευτυχώς είχε διασωθεί σχεδόν ακέραιος.
Υλοποιήθηκε κατά την περίοδο της εικονομαχίας, γι’ αυτό δεν απεικονίζει αγίους αλλά σταυρούς και αναπαραστάσεις ζώων, φυτών και γεωμετρικών σχημάτων, στοιχεία που ανεβάζουν την ιστορική αξία της βυζαντινής εκκλησούλας.
1. Δείγμα της εικονομαχίας
Ο «ανεικονικός» διάκοσμος των εκκλησιών αποτελεί το πιο χειροπιαστό δείγμα της εικονομαχίας που δίχασε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία περισσότερο από έναν αιώνα. Αφορμή στάθηκαν οι λατρευτικές υπερβολές των πιστών σε εικόνες, ιερά σκεύη και λείψανα αγίων. Ξεκίνησε το 726, με την έκδοση διατάγματος από τον αυτοκράτορα Λέοντα Γ’, με το οποίο απαγόρευε την προσκύνηση των εικόνων. Με μικρές διακοπές, δίχασε ώς το 842, οπότε τέθηκε τέρμα στις διαμάχες από τη Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο.
2. 40 εκκλησίες
Στη Νάξο, με βάση στοιχεία της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, έχουν καταμετρηθεί περίπου 40 εκκλησίες με «ανεικονικό» διάκοσμο, από τις οποίες σε τέσσερις υπάρχουν αξιόλογα σημάδια. Πρόκειται για τον Αγιο Γεώργιο στην Απείρανθο, την Παναγιά στις Εγγαρές, τον Αγιο Αρτέμιο στο Σαγγρί και την Αγία Κυριακή. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, ο διάκοσμος σώζεται σχεδόν ολόκληρος και σε καλή κατάσταση.
3. Διάκριση
Η ευρωπαϊκή διάκριση για τις αναστηλωτικές εργασίες στην Αγία Κυριακή επισημοποιήθηκε πριν από έναν μήνα, σε τελετή στο Βερολίνο. Τιμήθηκε με την κορυφαία διάκριση της Europa Nostra, την πανευρωπαϊκή ομοσπονδία μη κυβερνητικών οργανισμών, που ιδρύθηκε το 1963 από εκπροσώπους 40 χωρών με στόχο την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στη «γηραιά» ήπειρο. Η ελληνική διάκριση γίνεται ακόμη πιο σημαντική γιατί ξεχώρισε ανάμεσα 29 υποψηφιότητες από 17 χώρες. Οι κριτές αποφάνθηκαν ότι τα έργα αποκατάστασης έγιναν με σεβασμό προς το μνημείο, το οποίο συνδέεται με μια σημαντική περίοδο της ευρωπαϊκής σκέψης.