Την προφυλάκιση του πρώην  υπουργού Γιάννου Παπαντωνίου και της συζύγου του, Σταυρούλας Κουράκου, αποφάσισαν ανακριτής και εισαγγελέας, με την κατηγορία του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, και μίζα που αγγίζει τα 2,8 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα, στο πλαίσιο της σύμβασης  εκσυγχρονισμού έξι γαλλικών φρεγατών τύπου «S» με την εταιρεία Thales – η εκτιμώμενη ζημία για το ελληνικό Δημόσιο είναι ύψους 400 εκατομμυρίων ευρώ.

Ο πρώην υπουργός ολοκλήρωσε την απολογία του ενώπιον των ανακριτών Διαφθοράς, Ηλιάννας Ζαμανικα και (επίκουρου) Γιώργου Ευαγγέλου, το μεσημέρι της Τρίτης, έχοντας συμπληρώσει συνολικά 16 ώρες διαδικασίας. 

Αμεσως μετα, τη θέση του πήρε η σύζυγος του Σταυρούλα Κουράκου, απαντώντας στις ερωτήσεις των αρχών επί πέντε ώρες. 

Οταν οι απολογίες τους ολοκληρώθηκαν, ακολούθησε προδιάσκεψη μεταξύ ανακρίτριας και εισαγγελέα, και εν συνεχεία διαδοχική εξέταση του πρώην υπουργού και της συζύγου του,  από την εισαγγελέα. Πραγματοποιήθηκε, ακολούθως, διάσκεψη ανάμεσα στην ανακρίτρια και την εισαγγελεα. 

Το ζεύγος Παπαντωνίου αναμένεται να οδηγηθεί απόψε στη ΓΑΔΑ. 

Η προφυλάκιση θεωρείται προπομπός εξελίξεων, εκκρεμεί άλλωστε παράλληλα η εξέταση των δυο δικογραφιών (σ.σ.: για τα εξοπλιστικά προγράμματα και την εξοχική κατοικία Παπαντωνίου στη Σύρο) που έχουν ήδη διαβιβάσει στη Βουλή οι ανακριτικές αρχές, ως προς το έτερο βασικό σκέλος της υπόθεσης, το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας.

Η θέση Παπαντωνίου 

Αντικρούοντας τις κατηγορίες ενώπιον των ανακριτών, ο πρώην υπουργός εκτίμησε ότι «όσοι προσπαθούν να συνδέσουν τις αναλήψεις μετρητών με τις καταθέσεις άλλων προσώπων, πραγματοποιούν ένα ταξίδι στο διάστημα για να μεταβούν σε ένα άλλο σύμπαν, αποσιωπώντας πλήρως το αποδεικτικό υλικό. Τα περί δαιδαλωδών διαδρομών αποδεικνύουν άγνοια του σύγχρονου τραπεζικού συστήματος». Ο ίδιος έκανε επίσης λόγο για «δόλιες συρραφές δήθεν στοιχείων».

Ειδικά σε σχέση με τη σύμβαση για τις φρεγάτες, ο κ. Παπαντωνίου τόνισε ότι η υλοποίηση του προγράμματος εκσυγχρονισμού τους, διασφάλισε απολύτως το συμφέρον του ελληνικού Δημοσίου και ενίσχυσε την εθνική ασφάλεια. Ακύρωση ή διακοπή του προγράμματος δεν αποτελούσε επιλογή, όπως είπε, καθώς θα επέφερε σημαντική ελάττωση της περιουσίας του Δημοσίου (λόγω ραγδαίας απαξίωσης των έξι φρεγατών).