Το μακρινό 1993, όταν ο πατέρας του σημερινού προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Κωσταντίνος Μητσοτάκης, ήταν πρωθυπουργός, τα επιτόκια των 10ετών ομολόγων του Δημοσίου ήταν στο δυσθεώρητο ύψος του 23,27%. Κι όμως, η Ελλάδα δανειζόταν και, μάλιστα, αφειδώς.
Του Σωτήρη Καψώχα
Την περίοδο διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, το 2004, με πρωθυπουργούς τον Κώστα Σημίτη αρχικά, μέχρι τον Μάρτιο, και τον Κώστα Καραμανλή στη συνέχεια, μετά τις εκλογές, οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων βρίσκονταν στο 4,26%. Παρά ταύτα, οι εκδόσεις χρεογράφων γίνονταν με καταιγιστικό τρόπο, ανεβάζοντας αντίστοιχα τις υποχρεώσεις του κράτους προς τους ξένους δανειστές.
Την εποχή των μνημονίων και παρά το γεγονός ότι η έξοδος στις αγορές ήταν απαγορευτικό άθλημα, ο Γιώργος Παπανδρέου παρέλαβε στο 5,17% και παρέδωσε στον Λουκά Παπαδήμο στο 9,27%. Με τη σειρά της, η διακυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά – Ευάγγελου Βενιζέλου παρέλαβε στο 15,75% και παρέδωσε στο 6,93%. Ωστόσο, για λόγους εντυπώσεων και για να επιβεβαιωθεί το δόγμα του «success story», επιχειρήθηκαν δύο έξοδοι στις αγορές το 2014, οι οποίες, όχι μόνο αποδείχτηκαν αποτυχημένες, αλλά επιβάρυναν τη χώρα με τεράστιο κόστος, αφού τα επιτόκια ήταν 4,95% και 4,75% αντίστοιχα.
Εντούτοις, η αντιπολιτευτική τακτική της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη εστιάζεται σήμερα στην αδυναμία της χώρας να βγει στις αγορές, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται ακόμη κεφάλαια για να καλύψει τις ανάγκες της, καθώς οι πόροι για τη διασφάλιση της εξυπηρέτησης του χρέους είναι επαρκείς για τουλάχιστον δυόμισι χρόνια λόγω των αποθεματικών που διαθέτει από το δάνειο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
Χρειάστηκε η ηχηρή παρέμβαση του επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, που επισήμανε μέσα στην εβδομάδα ότι δεν είναι καταστροφή για την Ελλάδα το ότι δεν βγαίνει στις αγορές.
«Δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη για την Ελλάδα να βγει στις αγορές, λόγω του ταμειακού αποθέματος που την καλύπτει για δύο χρόνια», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «το πότε θα βγει η Ελλάδα στις αγορές είναι κάτι που οι ελληνικές Αρχές εξετάζουν με επαγγελματισμό και είμαι βέβαιος ότι θα κάνουν το σωστό».
Στην ίδια κατεύθυνση ήταν και οι δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου, σε διεθνή Μέσα, λέγοντας εμφαντικά ότι «έχουμε διασφαλίσει επαρκή κεφάλαια από την Ευρωπαϊκή Ενωση και δεν είμαστε υποχρεωμένοι να βγούμε στις αγορές για δύο έως δυόμισι χρόνια. Θα περιμένουμε», συμπλήρωσε, «να καταλαγιάσει η αναστάτωση που έχει προκληθεί στις αγορές από την Ιταλία και την Τουρκία».
Πάντως, ακόμη και με την αναστάτωση που υπάρχει στις διεθνείς αγορές, τα επιτόκια που κινούνται τα ελληνικά 10ετή ομόλογα βρίσκονται πολύ κάτω ή κοντά στο επίπεδο των καλύτερων στιγμών παλαιότερων εποχών, κυμαινόμενα από 4% έως 4,6% φέτος ή πέριξ του 4,13% σε ετήσιο μέσο όρο.
Κατόπιν των ανωτέρω, μερικές εύλογες απορίες που προκύπτουν είναι:
* Είχε άγνοια για το ιστορικό των επιτοκίων ο κ. Μητσοτάκης, όταν στη συνέντευξη που έδωσε στη ΔΕΘ τον προηγούμενο μήνα επικαλέστηκε την Πορτογαλία, ότι είχε χαμηλότερα επιτόκια από 2% και τα σύγκρινε με το «απαγορευτικό» 4,5% των ελληνικών; Σημειωτέον ότι στην πραγματικότητα εκείνες τις ημέρες ήταν στο 4%-4,1%.
* Πώς γίνεται κάποιος να απαιτεί επιτόκια μικρότερα του 2% για τα 10ετή, όταν το καλύτερο που έχει συμβεί τα τελευταία τριάντα χρόνια στη χώρα ήταν να πέσουν κάτω από το 4% μόνο για 21 μήνες της περιόδου διακυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή 2005-2006 (στοιχεία ΕΚΤ) ή για 23 μήνες (στοιχεία δευτερογενούς αγοράς);
* Με ποια ακριβώς επιτόκια δανείζονταν οι προηγούμενες κυβερνήσεις;
* Ποια ήταν τα επιτόκια της δεκαετίας του 1980 έως το 1993, που ξεκινά το ιστορικό της ΕΚΤ, ή το 1999, που ξεκινά το ιστορικό του investing (δευτερογενής αγορά);
* Γιατί δεν μιλάει κανείς για την εποχή Σημίτη, που επί οκτώ και πλέον χρόνια διακυβέρνησης κατάφερε μόνο για έναν δύο μήνες να πιάσει χαμηλότερα επιτόκια από 4%;
* Γιατί δεν μιλάει κανείς για την εποχή Σαμαρά, που το χαμηλότερο επιτόκιο για μία ημέρα, την 6η Σεπτεμβρίου 2014, ήταν 5,549%;
* Ο δανεισμός με εκείνα τα υπερυψηλά επιτόκια του παρελθόντος συνέβαλε στη χρεοκοπία της χώρας;
Ο σχεδιασμός
Στην πραγματικότητα, οι δηλώσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου συνηγορούν στο ότι, αν δεν υπάρξουν παρεμβάσεις που να εξισορροπούν τις πιέσεις από το διεθνές περιβάλλον, η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές δεν είναι… του παρόντος. Το ζητούμενο όμως δεν είναι το σημερινό «μαξιλάρι ασφαλείας», αλλά η τακτική επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές με νέες εκδόσεις χρέους.
Αυτό, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο αν αρχίσουν σταδιακά να εμφανίζονται φορείς της αγοράς που να διαμορφώνουν τιμές με βάση τα δεδομένα της οικονομίας, και όχι τις κερδοσκοπικές ή μη κινήσεις, στα μικρά ποσά των διαθέσιμων ομολόγων στη δευτερογενή αγορά. Για να συμβεί αυτό, όπως αναφέρεται αρμοδίως, θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να απελευθερώσει την εγχώρια δευτερογενή αγορά ομολόγων από περιορισμούς που είχαν επιβληθεί στις αρχές του 2015 για λόγους που δεν υφίστανται σήμερα. Ένας τέτοιος κρίσιμος «περιοριστικός» όρος ήταν το προσωρινό όριο κατοχής έως 8 δισ. ευρώ σε ελληνικά κρατικά ομόλογα που είχε τεθεί για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες.
Δημοσιεύθηκε στο φύλλο 73 της «Νέας Σελίδας» το Σάββατο 27 Οκτωβρίου
Πηγή:https://olympia.gr