H ανακάλυψη ενεργειακών κοιτασµάτων στην Ανατολική Μεσόγειο δηµιουργεί ευκαιρίες και προκλήσεις ως προς την άσκηση ελληνικής πολιτικής που θα εστιάζει στη σύµπηξη συνεργασιών µε περιφερειακές χώρες για την από κοινού ανάπτυξη, εξαγωγή και µεταφορά ενέργειας στις διεθνείς αγορές. Αµερικανική γεωλογική έρευνα που πραγµατοποιήθηκε το 2010 κατέδειξε ότι η λεκάνη της Λεβαντίνης, υπερακτίως του Ισραήλ, της Γάζας, του Λιβάνου, της Συρίας, της Κύπρου και της Ελλάδας, ενδέχεται να εµπεριέχει περισσότερο από 120 τρισεκατοµµύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου, εξασφαλίζοντας τοιουτοτρόπως την προσφορά ενέργειας όχι µόνο για τις χώρες της περιοχής αλλά και για την Ευρώπη.

Η Ελλάδα κατέχει κρίσιµη γεωπολιτική θέση, αποτελώντας, αφενός, ενεργειακή πύλη για τη µεταφορά ενέργειας από την Ανατολική Μεσόγειο στην Ευρώπη και αφετέρου ενεργειακό παίκτη για την ανάπτυξη περιφερειακών και εθνικών κοιτασµάτων. Υπό το συγκεκριµένο πρίσµα, η ελληνοϊταλική κοινοπραξία «Ποσειδών», που αποτελείται από τις ∆ΕΠΑ και Edison, εστιάζει στην εκτίµηση της βιωσιµότητας και την υλοποίηση έργων στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως ο αγωγός East Med, που στοχεύουν στην ανάδειξη του κρίσιµου ρόλου της Ελλάδας ως ενεργειακής πύλης. Ο αγωγός East Med προβλέπει τη µεταφορά των κοιτασµάτων της Λεβαντίνης υποθαλάσσια στην Κύπρο, όπου θα υπάρχει σταθµός συµπίεσης φυσικού αερίου.

Στη συνέχεια, ο αγωγός θα κατευθυνθεί στην Κρήτη και µέσω Πελοποννήσου θα καταλήξει στην Ιταλία, ώστε να ενωθεί µε τον αγωγό IGI (Italy Greece Interconnector). Την ίδια στιγµή, η επιλογή της κοινοπραξίας των Ελληνικών Πετρελαίων (ΕΛ.ΠΕ.), της γαλλικής Total και της αµερικανικής Exxon Mobil για την έρευνα και ανάπτυξη υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης πραγµατοποιείται σε µια περίοδο που οι ανακαλύψεις νέων κοιτασµάτων αλλάζουν το ενεργειακό τοπίο στην Ανατολική Μεσόγειο.

Και τούτο διότι η πρόσφατη ανακάλυψη από την ιταλική ΕΝΙ του κοιτάσµατος Νουρ στο θαλάσσιο οικόπεδο Σορούκ εντός της αιγυπτιακής ΑΟΖ εκτιµάται ότι ξεπερνά τουλάχιστον κατά τρεις φορές το µέγεθος του κοιτάσµατος Ζορ, µε τα προσδοκώµενα αποθέµατα να προσεγγίζουν τα 90 τρισεκατοµµύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου. Η ελληνική παρουσία στα ενεργειακά δρώµενα της Ανατολικής Μεσογείου ενισχύεται έτι περαιτέρω µε τη συµµετοχή ελληνικών εταιρειών στην ανάπτυξη περιφερειακών θαλάσσιων οικοπέδων. Αντιπροσωπευτική είναι η περίπτωση της ελληνικής Energean, η οποία προγραµµατίζει ερευνητική γεώτρηση στο βόρειο τµήµα του θαλάσσιου οικοπέδου Καρίς εντός της ισραηλινής ΑΟΖ και ταυτοχρόνως διεξάγει συζητήσεις για την ανάπτυξη του παλαιστινιακού κοιτάσµατος Μαρίν, που βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή της Γάζας. Σηµειωτέον, δε, ότι για το ισραηλινό θαλάσσιο οικόπεδο Καρίς η ελληνική ενεργειακή εταιρεία έχει εξασφαλίσει την παραγωγή 4,2 δισ. κυβικών µέτρων φυσικού αερίου ετησίως για µια περίοδο 16 ετών και έχει υπογράψει συνολικά 12 συµβόλαια για την προµήθεια φυσικού αερίου.

Κινήσεις

Με δεδοµένες τις ενεργειακές ευκαιρίες που διανοίγονται σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, η χώρα µας οφείλει να προβεί σε µια σειρά µεταρρυθµίσεων που θα της προσδώσουν αξιοπιστία. Οι κυριότερες εξ αυτών αφορούν την επίσπευση των διαδικασιών αδειοδότησης για την έρευνα και εκµετάλλευση υδρογονανθράκων εντός της ελληνικής επικράτειας. Οι χρονικές καθυστερήσεις των διαδικασιών από το στάδιο των αδειοδοτήσεων και τον έλεγχο συµβάσεων µίσθωσης µέχρι και την κύρωσή τους από το ελληνικό Κοινοβούλιο, ως είθισται µέχρι σήµερα, αποτελούν τροχοπέδη στην προσέλκυση ξένων και εγχώριων επενδυτών. ∆εν πρέπει να διαφεύγει την προσοχή ότι απαιτήθηκαν δυόµισι χρόνια για την ολοκλήρωση των διαδικασιών υπογραφής και κύρωσης του πρώτου διεθνούς γύρου παραχωρήσεων που αφορούσαν τις περιοχές του Κατακόλου, του Πατραϊκού και των Ιωαννίνων. Η προκήρυξη ενός νέου διεθνούς διαγωνισµού αδειοδοτήσεων, εντός σαφώς προσδιορισµένων χρονοδιαγραµµάτων, σε θαλάσσιες περιοχές στην ελληνική επικράτεια κρίνεται επιβεβληµένη για την προσέλκυση επενδύσεων στον τοµέα της έρευνας και ανάπτυξης ελληνικών ενεργειακών κοιτασµάτων.

Αφενός, εξίσου σηµαντική είναι η ανάδειξη του διαµετακοµιστικού ρόλου της Ελλάδας µε την κατασκευή του υποθαλάσσιου αγωγού East Med, που θα διέρχεται από την Ελλάδα και θα µεταφέρει στην Ευρώπη το φυσικό αέριο των παράκτιων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Αφετέρου, ο εν λόγω ρόλος δύναται να ενισχυθεί µε τη µεταφορά υγροποιηµένου φυσικού αερίου στον τερµατικό σταθµό της νήσου Ρεβυθούσας και µε σκοπό την επανεξαγωγή προς τα Βαλκάνια και την Ευρώπη.

Βήµα προς τη σωστή κατεύθυνση, επίσης, αποτελεί η ενίσχυση της Ελληνικής ∆ιαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (Ε∆ΕΥ), θεσµοθετώντας πενταετή θητεία του ∆ιοικητικού Συµβουλίου, το οποίο θα ορίζεται µε αυξηµένη πλειοψηφία 3/5 της Βουλής. Στόχος να αποτελέσει αξιόπιστο συνοµιλητή, που θα εγγυάται τη συνέχεια της εθνικής ενεργειακής πολιτικής.

O ρόλος της Ε∆ΕΥ είναι κρίσιµος, λόγω των γνωµοδοτήσεων που υποβάλλει στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και αφορούν την αξιολόγηση των όποιων προσφορών για την εκµετάλλευση υδρογονανθράκων στην ελληνική επικράτεια. Ο σχεδιασµός της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής στο πλαίσιο σαφώς οριοθετηµένων στόχων αποτελεί προϋπόθεση για την εκµετάλλευση ενεργειακών ευκαιριών και τον περιορισµό κινδύνων που δύναται να ανακύψουν τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Το στοίχηµα είναι µεγάλο και πρέπει να κερδηθεί για την οικονοµική ανάπτυξη και αναβάθµιση της ποιότητας ζωής των σηµερινών Ελλήνων πολιτών και των µελλοντικών γενεών.

Πηγή