Το πρώτο, πολυτάραχο μέρος της ιστορίας του – από τα πρώτα του βήματα σε ένα χωριό της Ουμτάτα, μέχρι τις νομικές σπουδές, τον αγώνα κατά του απαρτχάιντ ή την 27χρονη φυλάκιση – έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό μέσα από την αυτοβιογραφία του «Ο δρόμος προς την ελευθερία» και την ομώνυμη ταινία του Τζάστιν Τσάντγουικ. Το πιο στοχαστικό κομμάτι της ζωής του – όπως προκύπτει μέσα από επιστολές, καταγραφές ονείρων ή συνομιλίες – αποτυπώθηκε από τον ίδιο στις «Συζητήσεις με τον εαυτό μου» (Πατάκης).
Οπως όμως ήταν ήδη γνωστό, ο Νέλσον Μαντέλα, ο πρώτος εκλεγμένος αφρικανός πρόεδρος της Νότιας Αφρικής, διατηρούσε και απομνημονεύματα στη διάρκεια της προεδρίας του από το 1994 ώς το 1999. Αρχισε να επεξεργάζεται το πρώτο προσχέδιο λίγο πριν την ολοκλήρωση της θητείας του, χωρίς ωστόσο να το οριστικοποιήσει πριν το θάνατό του το 2013. Το δύσκολο έργο ανέλαβε ο συμπατριώτης του ποιητής και συγγραφέας Μάντλα Λάνγκα: έπλεξε το χειρόγραφο του Μαντέλα με αρχειακό υλικό ώστε να προκύψει μια πλήρης συνεκτική αφήγηση. Θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο από τον εκδοτικό Macmillan έχοντας ως τίτλο μια φράση από την αυτοβιογραφία του ανδρός: «Dare not linger» («Τόλμη, όχι δισταγμός»).
Το πρώτο πάντως που ένιωσε ο Λάνγκα όταν ανέλαβε το πρότζεκτ ήταν δισταγμός. Η τόλμη ήρθε αφού έθεσε ως κατευθυντήρια αρχή την πλήρη ανεξαρτησία των λεγομένων του Μαντέλα από τυχόν δικές τους παρεμβάσεις – «έχω επίγνωση της αξίας του», έλεγε στον «Γκάρντιαν», «και της αναγκαιότητας να ακουστεί η φωνή του όσο πιο καθαρά γίνεται». Από μια άποψη ίσως δεν ήταν πολύ δύσκολο: ο Μαντέλα είχε αφήσει πίσω του περίπου 70.000 λέξεις. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα συνιστούσαν μια πλήρη πολιτική αυτοβιογραφία.
ΟΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ. Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με μια θητεία που προέκυψε μετά την (τουλάχιστον θεσμική) κατάργηση του απαρτχάιντ και μέσα από την πρώτη καθολική ψηφοφορία στη Νότια Αφρική, που αφιερώθηκε στην αποκατάσταση της δημοκρατίας και των κοινωνικών αδικιών, στην ομαλοποίηση διεθνών σχέσεων και σε πολλά ακόμη. «Ο Μαντέλα κρατούσε σημειώσεις από όλες τις συναντήσεις του», έλεγε η επιμελήτρια της έκδοσης Τζορτζίνα Μόρλεϊ. «Υπάρχουν όλες αρχειοθετημένες, επομένως, ο Λάνγκα βασίστηκε σε αυτές για να συμπληρώσει την αφήγηση».
Η καταγραφή των γεγονότων ξεκινάει από το 1993, όταν στο Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο γίνονταν διεργασίες εν αναμονή των εκλογών του 1994 και δεν ολοκληρώνεται πριν από τη λήξη της θητείας του Μαντέλα τον Ιούνιο του 1999. «Δουλεύοντας το βιβλίο συνειδητοποίησα βαθύτερα το ρόλο του στην Ιστορία και τη σημασία του σαν μια αντισταθμιστική δύναμη απέναντι στη βιασύνη και την απερισκεψία των ηγετών», έλεγε ο Λάνγκα, που στη ζωή του επίσης φυλακίστηκε, εξορίστηκε, ενώ έχει τιμηθεί με το Βραβείο Συγγραφέων της Κοινοπολιτείας για το πολιτικό μυθιστόρημα «Τα χαμένα χρώματα του χαμαιλέοντα». «Πλέον ζούμε στον ταχύτατα εξελισσόμενο κόσμο των social media και πιστεύω ότι ο Μαντέλα θα υποστήριζε τον στοχασμό. Σε έναν πολωμένο κόσμο θα αναζητούσε τη συναίνεση»