Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ,
Με το δικαίωμα -ίσως και την υποχρέωση- που μου παρέχουν τα 30 περίπου χρόνια παρουσίας στο δημόσιο βίο αυτής της χώρας, θεωρώ τον εαυτό μου ευτυχή, γιατί, αντίθετα προς την τρέχουσα καθώς φαίνεται νοοτροπία, ανήκω σε έναν απομείναντα αριθμό αδιόρθωτων δημοσίων προσώπων, που άλλο όφελος δεν επιδιώκουμε παρά την όσο γίνεται συγκράτηση στα μέτρα αυτά που ίσχυσαν επί αιώνες.
Που εναντιωνόμαστε στην ‘αποεθνοποίηση’ της στάσης ζωής και της συμπεριφοράς των ανθρώπων, την τάση δηλαδή να καταργηθούν οι όποιες εθνικές ιδιαιτερότητες των λαών, με γνώμονα την εξυπηρέτηση, εμφανώς ή “ανεπαισθήτως” , ιδιοτελών στόχων και συμφερόντων.
Που νιώθουμε για την πατρίδα μας ‘στα σπλάχνα χαλασμό’ και που ακόμα πιστεύουμε ότι η θρησκεία μας ήταν αυτή που κατάφερε να διασώσει τον θησαυρό της γλώσσας μας, για να μη χαθεί, στα 400 χρόνια της σκλαβιάς. Και κάπως έτσι διασώθηκε η επίγνωση της εθνικής μας ταυτότητας. Αυτή την επίγνωση, που αποτέλεσε την κιβωτό για να φυλάξουμε σε καιρούς δύσκολους τα ιερά και τα όσια, που μας οδήγησε στο θαύμα του 1821 και στο έπος του 1940. Αυτή την επίγνωση που πρέπει να έχουμε ως οδηγό και τώρα, που ζούμε υπό πίεση ιστορική πολλών ατμοσφαιρών, ήτοι σε καιρούς εξίσου δύσκολους, για να νοηματοδοτεί και τη σύγχρονη επιβίωσή μας.
Εσείς τι λέτε για τα παραπάνω; Είναι ξεπερασμένα όσα συνιστούν ιστορικές μνήμες και παραδόσεις του λαού μας; Είναι παράταιρα όσα έχουν υφάνει στους αργαλειούς των αιώνων που προηγήθηκαν την εθνική μας ταυτότητα και κρατούν μέχρι και σήμερα σε εγρήγορση τα αντανακλαστικά της ψυχής μας; Χρήζουν αναθεώρησης όσα αποτελούν την καταγεγραμμένη μνήμη του έθνους μας, δηλαδή την ίδια της Ιστορία μας; Άλλαξαν, κ. Πρωθυπουργέ, τ’ ανεμολόγια και οι ορίζοντες;
«Εάν λοιπόν ως διαχωρισμός εκκλησίας και Κράτους, εννοείται ο υποβιβασμός της ορθόδοξης εκκλησίας, τότε το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα θα είναι κάθετα αντίθετο σε οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια
Είναι παράταιρα όσα έχουν υφάνει στους αργαλειούς των αιώνων που προηγήθηκαν την εθνική μας ταυτότητα και κρατούν μέχρι και σήμερα σε εγρήγορση τα αντανακλαστικά της ψυχής μας;»
Η Συνταγματική Αναθεώρηση είναι απαίτηση της κοινωνίας αλλά και των καιρών μας. Για τον λόγο αυτό εξάλλου το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος έχει ήδη καταθέσει προ πολλού την αγωνία του αλλά και τη βούλησή του για την προώθηση των σχετικών διεργασιών. Κυρίως, όμως, ο διάλογος που ξεκινάει με πρωτοβουλία σας για την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση μας υποχρεώνει να ξεκαθαρίσουμε την προσωπική μας ευθύνη.
Μια συνταγματική αναθεώρηση που θα πρέπει να προωθεί την πνευματικότητα, να λαμβάνει υπόψη της την περαιτέρω καλλιέργεια του σεβασμού της πνευματικής κληρονομιάς, να στηρίζεται στις ακατάλυτες υποθήκες της εθνικής ταυτότητας, της εθνικής συνείδησης και ιδιαιτερότητας, να εκμεταλλεύεται το προνόμιο της οικουμενικότητας της ελληνικής παιδείας και της Ορθόδοξης Χριστιανικής Πίστης μας.
Μια συνταγματική αναθεώρηση που θα πρέπει να σχεδιασθεί ξανά από εσάς με έναν τρόπο πιο ταπεινό: να παραμεριστούν προς το παρόν οι ‘προοδευτικές σας προσδοκίες’, ώστε να συμπηχθεί μια εκφραστική κοινωνική δύναμη και μια πολιτική πλειοψηφία με σκοπό να ξαναγραφεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Και τούτο, δεν μπορεί παρά να γίνει πατώντας σε δυο στέρεες βάσεις: Στη μακραίωνη παράδοση του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας και στην εκ νέου υπαγωγή του Κράτους στην ισχύ της πολιτικής με την όσο το δυνατόν ευρύτερη υποχώρηση της ρυθμιστικής δύναμης του οικονομικού κεφαλαίου. Διότι, δεν θα πρέπει να παραβλέψετε τις συνέπειες που θα επέλθουν για το Λαό μας από έναν “συνταγματικά κατοχυρωμένο παραγκωνισμό”, με άλλα λόγια μια “συνταγματική υποβάθμιση”, της Ορθόδοξης Παράδοσης. Συνέπειες που, στο μέλλον, τα απόνερά τους δεν θα αργήσουν να πνίξουν και τη δική σας πολιτική πλευρά.
Χρηματοδότηση Κόμματων και Ιδιωτικά Πανεπιστήμια
Το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος προσέρχεται με συγκεκριμένες προτάσεις για μεγάλες θεσμικές αλλαγές που θα εξειδικευθούν το αμέσως επόμενο διάστημα. Τρεις ωστόσο από αυτές αποτελούν διαχρονική πολιτική αρχή του Κόμματος και ως εκ τούτου θα επιδιώξουμε να αποτελέσουν και τα πρώτα θέματα συζήτησης με τα υπόλοιπα κόμματα και τους πολιτικούς αρχηγούς.
>Πρώτον, η κατάπτυστη διάταξη του άρθρου 86 του Συντάγματος που προβλέπει την σύντομη παραγραφή των αδικημάτων που τελέστηκαν από υπουργούς κατά την άσκηση των καθηκόντων τους θα πρέπει να καταργηθεί. Οι Υπουργοί θα πρέπει να τυγχάνουν της ίδιας αντιμετώπισης από τον νόμο με τον κάθε απλό πολίτη. Δεν νοείται σύγχρονη κοινοβουλευτική δημοκρατία που επιβάλλει δυο μέτρα και δυο σταθμά μεταξύ πολιτών και πολιτικών.
>Δεύτερον, ο έλεγχος της χρηματοδότησης των κομμάτων θα πρέπει να αυστηροποιηθεί και να συστηματοποιηθεί. Προς αυτήν την κατεύθυνση προτείνεται η σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Ελέγχου της Χρηματοδότησης των κομμάτων η οποία θα είναι κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα και ανεξάρτητη στην λειτουργία και την αποστολή της. Με αυτόν τον τρόπο ο έλεγχος του πολιτικού χρήματος θα καταστεί και πιο συγκεκριμένος και πιο αποτελεσματικός και κυρίως με υπεύθυνους που θα τον διενεργούν.
>Τρίτον, η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος με στόχο να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα καθίσταται ώριμη αλλά και αναγκαία για την ελληνική κοινωνία. Τα παιδιά μας θα πρέπει να σταματήσουν να μεταναστεύουν κατά χιλιάδες στο εξωτερικό με στόχο ένα καλύτερο ακαδημαϊκό μέλλον. Η χώρα μας διαθέτει και υψηλό επιστημονικό προσωπικό και τις υποδομές για να φιλοξενήσει ιδιωτικά πανεπιστήμια. Είναι καιρός αυτό να γίνει πράξη. Σε μία χώρα που πλήττεται όχι μόνο από την οικονομική κρίση, αλλά και από σύγχυση και ευτελισμό αρχών, αξιών και θεσμών, είναι αυτονόητο ότι μία ρηξικέλευθη και τολμηρή συνταγματική αναθεώρηση θα αποθαρρύνει όσους επιβουλεύονται το Δημοκρατικό πολίτευμα και το Κοινοβουλευτικό σύστημα, και θα προσδώσει αξιοπιστία στη θεσμική λειτουργία του Κράτους. Γι’ αυτό και απαραίτητη προϋπόθεση των όποιων συνταγματικών αλλαγών πρέπει να είναι η ισχυροποίηση των Δημοκρατικών Θεσμών, της Διαφάνειας και την Αξιοκρατίας σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου βίου.
Χωρισμός και αποϊεροποίηση της Χώρας
Ωστόσο, όπως ανέφερα παραπάνω, είναι παντελώς αδιανόητο οι αλλαγές στο Σύνταγμα να ξεθεμελιώνουν προαιώνιες αρχές και αξίες, να αφελληνίζουν και να από-ιεροποιούν τη χώρα.
Ξεκινώντας από το προοίμιο του Συντάγματος, το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδας θεωρεί απαράδεκτη οποιαδήποτε παρέμβαση και αλλαγή. Η φράση «Είς το ονόματος Αγίας και Ομοούσιου και Αδιαιρέτου Τριάδος» αποτυπώνει την ιστορική συνέχεια της χώρας και τον αναγκαίο σεβασμό στους απελευθερωτές της πατρίδας, αλλά και την συνεχή και αδιάλειπτη σχέση του ελληνισμού με την ορθοδοξία.
Ξεκάθαρες και απολύτως σαφείς είναι όμως οι θέσεις του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και για τις σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους, καθώς ταυτιζόμαστε πλήρως με την επίσημη και γνωστή θέση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς και του Αγίου Όρους.
Η αναφορά στους διακριτούς ρόλους κράτους – εκκλησίας είναι άκαιρη και παραπλανητική, αφού οι ρόλοι είναι ήδη διακριτοί. Η Πολιτεία νομοθετεί ελεύθερα, αβίαστα και ερήμην της Εκκλησίας και μάλιστα αρκετές φορές κατά των Δογμάτων της. (π.χ. αυτόματο διαζύγιο, πολιτικός γάμος, σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων και ετερόφυλων ζευγαριών, καύση νεκρών κ.α.)
Ταυτόχρονα όμως, η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να διατηρήσει τη δεσπόζουσα θέση της έναντι άλλων θρησκειών και δοξασιών και δεν γίνεται να μειονεκτεί έναντι μειονοτήτων, όπως για παράδειγμα συμβαίνει σήμερα με το μάθημα των θρησκευτικών, που είναι θρησκειολογικό για τους χριστιανούς, αλλά ομολογιακό για τους καθολικούς ή τους μουσουλμάνους.
Η Ελλάδα είναι ένα δημοκρατικό και πλήρως εκκοσμικευμένο κράτος, που ουδεμία σχέση έχει με κράτη στα οποία ο θρησκευτικός και ο κρατικός νόμος συγχέονται ή και ταυτίζονται. Σημειώνεται δε, ότι στο Σύνταγμα του 1975 υπάρχει αναφορά υπερτέρα της ανεξιθρησκίας «η ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως» (άρθρο 13). Γι’ αυτό και στο ισχύον συνταγματικό πλαίσιο διατυπώνεται μόνο ο σεβασμός και η δέουσα τιμή στην Εκκλησία για τους ιστορικούς αγώνες της ως προς την διατήρηση της εθνικής ταυτότητας (γλωσσική, πνευματική και πολιτιστική ιδιοπροσωπία). Λόγω τούτου υπάρχει η αναγνώριση της Εκκλησίας ως Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, όπως άλλωστε είναι και το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, καθώς και οι Μουσουλμανικές Μουφτείες της Θράκης, Αυτό, άλλωστε αποδεικνύει και την θρησκευτική ελευθερία και την ουδετερότητα στην χώρα μας.
Εάν λοιπόν ως διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους, εννοείται ο υποβιβασμός της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τότε το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα θα είναι κάθετα αντίθετο σε οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια.
Πρόεδρος Δημοκρατίας από τη βάση
Επίσης, κορυφαίο είναι το ζήτημα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, διαδικασία για την οποία η πρότασή μας είναι η απευθείας εκλογή του από τους πολίτες – με βάση τα πρόσωπα που θα υποδεικνύουν τα κόμματα – εφόσον δεν είναι δυνατή η εκλογή του από τη Βουλή με αυξημένη πλειοψηφία 200 βουλευτών. Σημειώνεται πως αναγκαία είναι και η ενίσχυση του ρυθμιστικού ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας ως αντιστάθμισμα στο υφιστάμενο καθεστώς της παντοδύναμης εξουσίας του «ενός ανδρός».
Μία ακόμα τομή είναι η Ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο ως κύριο έργο του θα έχει τον έλεγχο της συνταγματικότητας των προς ψήφιση νόμων, θα ελέγχει τις πράξεις ή παραλείψεις των πολιτειακών οργάνων, ενώ θα είναι αρμόδιο για τον έλεγχο των εθνικών εκλογών και την εκδίκαση των σχετικών ενστάσεων. Η επιλογή των Δικαστών του Συνταγματικού Δικαστηρίου θα γίνεται με την ενισχυμένη πλειοψηφία των 2/3 της Βουλής και οι υποψήφιοι θα είναι Αρεοπαγίτες Δικαστές. Η θητεία των Δικαστών του Συνταγματικού Δικαστηρίου θα είναι πενταετής και υποχρεωτικώς μη ανανεώσιμη.
Προτάσεις προς συζήτηση αποτελούν ακόμα, η θέσπιση ανώτατου ορίου έως δύο (2) συνεχόμενες θητείες για τον Πρωθυπουργό, τους Περιφερειάρχες και τους Δημάρχους, το ασυμβίβαστο του αξιώματος του Υπουργού με εκείνο του Βουλευτή, η καθιέρωση σταθερού εκλογικού συστήματος, η αντικατάσταση του όρου «Ιθαγένεια» και «Ιθαγενής» που χρησιμοποιείται λανθασμένα ως έννοια από την Δημόσια Διοίκηση και τα νομικά κείμενα με τον όρο «Υπηκοότητα» και «Υπήκοος» ο οποίος αποδίδει πλήρως την ουσία που για την ακρίβεια αποτυπώνει τον νομικό δεσμό του ατόμου με το κράτος στο οποίο ανήκει, κ.ά.
Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι η έξοδος από το μνημόνιο δεν προεξοφλεί αυτομάτως και την έξοδο από το σκοτεινό τούνελ, από το οποίο ασθμαίνοντας η χώρα προσπαθεί να απεγκλωβιστεί, δεδομένου πως η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και θεσμική και ηθική. Για τον λόγο αυτό, ήδη από τον Ιούλιο του 2016 κατέθεσα συγκεκριμένες θέσεις στο δημόσιο διάλογο που έγιναν, μεταξύ άλλων, αντικείμενο του εκτεταμένου και συμμετοχικού εθνικού διαλόγου, με ευθύνη της Επιτροπής Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση.
Πηγή: Εφημερίδα Πελοπόννησος