Ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί. Πεκίνο και Βερολίνο λαμβάνουν θέσεις μάχης απέναντι στην Ουάσιγκτον. Η αφύσικη συμμαχία των Γερμανών νεο-ιμπεριαλιστών με τους Κινέζους ιμπεριαλιστο-κουμουνιστές ενάντια στις ΗΠΑ του ανατρεπτικού Ντόναλντ Τράμπ είναι γεγονός. Οι απρόσμενες αυτές εξελίξεις, προδικάζουν τεράστιες ανατροπές στις οικονομικές και γεωπολιτικές σχέσεις, συμμαχίες και παγκόσμιες ισορροπίες που δεν μπορεί παρά να επηρεάσουν δραστικά και χώρες όπως η Ελλάδα. Το βέβαιο είναι ότι, τώρα πια μπαίνουν φραγμοί στην ασυσοδία των διεθνών αγορών και της παγκοσμιοποίησης που σε τελευταία ανάλυση έπληττε τις μικρές χώρες.

Η αντίδραση της Κίνας σε επίθεση προστατευτισμού από τις ΗΠΑ άρχισε προληπτικά, όταν ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, κυριολεκτικά, αγόρευσε στο Νταβός υπέρ της παγκοσμιοποίησης και του ελεύθερου εμπορίου. Από τότε,  σε κάθε ευκαιρία ενώνει τη φωνή του με αυτήν της Αγκελα Μέρκελ και διακηρύσσουν από κοινού τη δέσμευσή τους στο ελεύθερο εμπόριο. Ο Κινέζος πρόεδρος πρόκειται, άλλωστε, να επισκεφθεί το Βερολίνο εντός του έτους.

Το Πεκίνο δεν αρκείται στην άμυνα, αλλά ετοιμάζεται για αντεπίθεση και προετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο. Εχει προσλάβει ειδικούς συμβούλους, που εξετάζουν τις δυνατότητες της Κίνας να απαντήσει με αντίποινα εάν ο Ντόναλντ Τραμπ υλοποιήσει τις απειλές του και επιβάλει δασμούς 45% στις κινεζικές εισαγωγές. Πρόκειται για κινεζικά think tanks που θεωρούν πιθανότερο να στραφεί η κυβέρνηση Τραμπ εναντίον όσων τομέων της κινεζικής βιομηχανίας παρουσιάζουν το υψηλότερο ενδιαφέρον στο διμερές εμπόριο με τις ΗΠΑ, όπως οι τομείς των χαλυβουργείων και η βιομηχανία επιπλώσεων. Συνολικά, το ιλιγγιώδες εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας στο διμερές εμπόριο με τις ΗΠΑ υποχώρησε το περασμένο έτος κατά 20,1 δισ. δολάρια, στα 347 δισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου.

Στην περίπτωση που οι ΗΠΑ επιβάλουν δασμούς σε επίμαχους τομείς της κινεζικής βιομηχανίας, η ομάδα συμβούλων του Πεκίνου προτείνει στην κινεζική ηγεσία να κάνει το ίδιο σε όσες αμερικανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Κίνα. Εξετάζουν, επίσης, την προοπτική να μειώσει η Κίνα τις εξαγωγές της σε υλικά αναγκαία για την κατασκευή κινητών τηλεφώνων, φορητών ηλεκτρονικών υπολογιστών και, γενικότερα, ειδών υψηλής τεχνολογίας, αλλά και να στραφεί σε άλλες χώρες για τις ανάγκες της σε αγροτικά προϊόντα, μηχανολογικό εξοπλισμό ή προϊόντα μεταποίησης. Εν τω μεταξύ, όμως, βρίσκονται σε εξέλιξη υποθέσεις που εξετάζει ο ΠΟΕ και στρέφονται κατά της Ουάσιγκτον, ενώ κάποιες από αυτές οφείλονται σε προσφυγές της Κίνας κατά της υπερδύναμης. Σημαντικότερη όλων είναι η προσφυγή του Πεκίνου όχι μόνο κατά της Ουάσιγκτον αλλά και κατά της Ε.Ε. για το γεγονός ότι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν στην Κίνα το καθεστώς της «οικονομίας της ελεύθερης αγοράς».

Ορισμένοι οικονομικοί αναλυτές θεωρούν κρίσιμη την έκβαση της συγκεκριμένης προσφυγής, καθώς διαβλέπουν την πιθανότητα μιας απόφασης ευνοϊκής για το Πεκίνο, την οποία, όμως, ενδέχεται να περιφρονήσει η Ουάσιγκτον. Στην περίπτωση αυτή θα έχει βάλει μια βόμβα στα θεμέλια του διεθνούς οργανισμού, τον οποίο κατηγορεί μεν ότι φέρει ευθύνη για την ανάδυση της Κίνας ως παγκόσμιας εμπορικής δύναμης και πόλου ισχύος, αλλά για τη δημιουργία του είχε ενεργά εμπλακεί η Ουάσιγκτον τη δεκαετία του 1990. Σε ό,τι αφορά την προσπάθεια που καταβάλλουν Βερολίνο και Πεκίνο για να συσπειρωθούν, αυτή στηρίζεται σε ανίσχυρα θεμέλια.

Οι δύο χώρες έχουν βεβαρημένο παρελθόν εντάσεων στις διμερείς εμπορικές σχέσεις, που κορυφώθηκαν το 2005. Τότε, περίπου 75 εκατ. κομμάτια κινεζικών ρούχων παγιδεύθηκαν σε λιμάνια σε όλη την Ευρώπη, καθώς οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες μεταποίησης αντιδρούσαν στην εισβολή των φτηνών κινεζικών εισαγωγών. Δώδεκα χρόνια μετά, οι εντάσεις παραμένουν, καθώς το εμπορικό έλλειμμα της Ε.Ε. με την Κίνα έφτασε πέρυσι τα 175 δισ. ευρώ.

Οι Κινέζοι κρατούν χαμηλά την ισοτιμία του νομίσματός τους του γουάν και σε συνδυασμό με πλάγιες ενισχύσεις των βιομηχανιών τους, έχουν κυριαρχήσει στο διεθνές εμπόριο, με συνέπεια να έχουν τεράστιο πλεόνασμα στο ισοζύγιο πληρωμών τους. Το ίδιο ισχύει και με την Γερμανία, η οποία όμως χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους προώθησης των εξαγωγών της όπως, οι χαμηλότοκες χρηματοδοτήσεις επιχειρήσεων, οι κρατικές επιχορηγήσεις ερευνών που χρησιμοποιούνται από τη γερμανική βιομηχανία, τα έμμεσα εμπόδια σε εισαγωγές, οι εξαγορές διεφθαρμένων πολιτικών διεθνώς για την αγορά γερμανικών προίόντων κλπ.

Η εκλογή του πολέμιου της παγκοσμιοποίησης Ντόναλντ Τράμπ στις ΗΠΑ, προμηνύει μεγάλες ανατροπές στις παγκόσμιες οικονομικές και γεωπολιτικές ισορροπίες. Αυτές τις ανατροπές, οφείλουν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους χώρες της περιφέρειας όπως η Ελλάδα και να τις αξιοποιήσουν κατά το καλύτερο δυνατό. Το ερώτημα είναι αν τα δύο κόμματα εξουσίας, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ, είναι σε θέση να κάνουν κάτι τέτοιο, πράγμα που  είναι μάλλον πολύ απίθανο.

ΠΗΓΗ