Εφτά μήνες μετά την τραγωδία στο Μάτι Αττικής, αναπάντητο παραμένει το ερώτημα: Τι έφταιξε σε τούτη την καταστροφή. Η αυθαίρετη και άναρχη δόμηση; η καταπάτηση του δάσους; η ανοργάνωτη πολιτική προστασία; η πολιτική αβελτηρία, ή ο «στρατηγός» άνεμος, σύμφωνα με την ανόητη έκφραση ενός επίσης ανόητου κυβερνητικού παράγοντα σε μια παλιότερη πολύνεκρη κι αυτή καταστροφή;
Η Κυβέρνηση για να αποσείσει τις δικές της ευθύνες, τις επέρριψε κύρια στην αυθαίρετη δόμηση της περιοχής, πετώντας το μπαλάκι της ευθύνης στα ίδια τα θύματα της καταστροφής, λες και δεν είναι η Κυβέρνηση (και κάθε κυβέρνηση) που καθορίζει τον τρόπο, τους όρους και τους περιορισμούς δόμησης στην επικράτεια, φροντίζοντας ταυτόχρονα για την τήρηση των νόμων.
Είναι αλήθεια πως πολλοί «παράγοντες» συνέβαλαν στη μεγάλη τούτη καταστροφή. Ας δούμε όμως την κατά την Κυβέρνηση κύρια αιτία:
Η ΑΥΘΑΙΡΕΤΗ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ
Πριν εκατό περίπου χρόνια με το νομοθετικό διάταγμα της 17-7-1923 «περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών» η πολιτεία καθόριζε για πρώτη φορά τους όρους, τις υποχρεώσεις και τους περιορισμούς στην επέκταση και έγκριση νέων ρυμοτομικών σχεδίων και στην ανέγερση των οικοδομών. Ο χρόνος δεν είναι καθόλου τυχαίος. Είναι η περίοδος μετα τη Μικρασιατική καταστροφή όπου η Ελλάδα των 5,5 περίπου εκατομμυρίων κατοίκων υποδέχεται 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες οι οποίοι πρέπει να στεγαστούν. Με το ίδιο νομοθετικό διάταγμα επιτρέπει την οικοδόμηση σε ήδη, μέχρι τότε, διαμορφωμένους μικρούς οικισμούς χωρίς ρυμοτομικό σχέδιο, ορίζει ξεκάθαρα τους όρους οικοδόμησης σε μεγάλες γηπεδικές εκτάσεις που βρίσκονται εκτός σχεδίου, και υποχρεώνει για πρώτη φορά στην έκδοση οικοδομικής άδειας. Ορίζει δε δεκαετή προθεσμία για την αναθεώρηση των ήδη εγκεκριμένων πολεοδομικών σχεδίων και την σύνταξη νέων σχεδίων σε «πόλεις και κώμας» άνω των 3000 κατοίκων.
Μερικά χρόνια αργότερα εκδίδεται ο πρώτος Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός με τον οποίο ρυθμίζονται με κάθε λεπτομέρεια ακόμα και οι τεχνικές προδιαγραφές των οικοδομών για την ασφάλεια, την αντοχή, την υγιεινή, την πυροπροστασία, τον φωτισμό κ.λπ.
Είναι εμφανής η πρόθεση του νομοθέτη του 1923, να διευκολύνει μεν την στέγαση του πληθυσμού σε ένα περιβάλλον όμως οργανωμένο και νόμιμο.
Ολα αυτά πριν 100 περίπου χρόνια.
Για να δούμε τι έγινε στη συνέχεια και που βρισκόμαστε σήμερα
Στα πρώτα χρόνια της εφαρμογής υπήρξε τεράστια κινητικότητα στην έγκριση και εφαρμογή νέων πολεοδομικών σχεδίων και επεκτάσεων, ιδιαίτερα όπου δημιουργήθηκαν μεγάλοι προσφυγικοί συνοικισμοί. Δεν συνέβη όμως το ίδιο στη συνέχεια αφού διαπιστώθηκε πως ο έλεγχος της εφαρμογής του νόμου ήταν ανύπαρκτος. Το κράτος όσον αφορά τα πολεοδομικά θέματα «εκοιμήθη» Αναπόφευκτα λένε πολλοί. στρατιωτικά κινήματα, δικτατορίες, πόλεμος, κατοχή, εμφύλιος, τι να προκάμει το κακόμοιρο το κράτος.
Ετσι, όταν από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 αρχίζει η μεγάλη κάθοδος στις πόλεις, αυτές είναι εντελώς ανέτοιμες να φιλοξενήσουν τους νέους εποίκους. Και αρχίζει η αυθαιρεσία και η κερδοσκοπία της γής. Μεγάλες περιαστικές αγροτικές εκτάσεις, με ένα στο πόδι σκαρίφημα χωρίζονται σε οικόπεδα (φως-νερό-τηλέφωνο). Μικροί περιαστικοί και μη οικισμοί προϋπάρχοντες του 1923 ξεχειλώνουν για να χωρέσουν στα νέα τους όρια ολάκερη τη νεοελληνική αυθαιρεσία και κερδοσκοπία.
(Οταν στις δεκαετίες 1950-60 νοτιοανατολικά της τότε βιομηχανικής περιοχής της Πάτρας, οικοδομούνταν στο βρόντο και αυθαίρετα μια νέα Πάτρα, οι ιθύνοντες της πόλης τη μόνη έννοια που είχαν ήταν αν η κυβέρνηση θα επιτρέψει την οικοδόμηση πανύψηλων πολυκατοικιών στο ιστορικό κέντρο της. Να σημειώσω εδώ παρενθετικά ότι πολλοί ενοχοποιούν το σύστημα της αντιπαροχής για την κατάντια της πόλης. Δεν συμμερίζομαι την άποψή αυτή. Θαρρώ πως τα μεγάλα ύψη και οι τερατώδεις συντελεστές δομήσεως τους οποίους όχι μόνο επέτρεψε αλλά και επεδίωξε η πολιτική, οικονομική και πνευματική (δυστυχώς) ελίτ της πόλης, συνέβαλαν πιο πολύ).
Οταν πια οι πόλεις της χώρας ασφικτιούν από τα αυθαίρετα έρχεται ο περιβόητος νόμος 410/68 «περί αυθαιρέτων οικοδομικών κατασκευών» όχι για να βάλει τάξη μα για να τα νομιμοποιήσει.
Ελάχιστα έως καθόλου ενδιαφέρεται για τη δημιουργία νόμιμου και οργανωμένου οικοδομικού περιβάλλοντος.
Η εμφάνιση νέου νόμου -720/77- για τα αυθαίρετα πριν ο προηγούμενος κλείσει τα δέκα του, όπου και αυτός κινείται στα ίδια, επιβεβαιώνει τη σκέψη όσων την είχαν ακόμα, πως η πολιτική και οικονομική ελίτ έχει βρει έναν προσοδοφόρο τρόπο στην αντιμετώπιση δύσκολων προβλημάτων της.
Ακολουθεί ο νόμος 1337/83 «Επέκταση πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική ανάπτυξη και σχετικές ρυθμίσεις» όπου και αυτός εμπεριέχει διατάξεις νομιμοποίησης αυθαιρέτων για να ακολουθήσει γρήγορα ο 1512-85 ο οποίος επιχειρεί ουσιαστικά να «διορθώσει» τον προηγούμενο, αυτόν για τον οποίο ο αείμνηστος Αντώνης Τρίτσης «έγραψε ιστορία». Ταυτόχρονα αποδείκνυε το κράτος πως όχι μόνο ήταν ανίκανο να εξαφανίσει ή έστω να περιορίσει την αυθαίρετη δόμηση, απεναντίας έδειχνε σαν να υποσχόταν άυλα κίνητρα ευνοώντας την.
Παρά το ότι η παρακαταθήκη του Κεφαλλονίτη επέδρασε ουσιαστικά στην ρυμοτομική τακτοποίηση των πόλεων, η αυθαίρετη δόμηση ήδη είχε γίνει κοινοτοπία στη συμπεριφορά του πολίτη.
Ακολούθησαν έξι ακόμα νόμοι που «ξήλωναν και έραβαν» τα αυθαίρετα ενώ αυτά απτόητα κατακτούσαν μέρα τη μέρα, χρόνο το χρόνο αιγιαλούς, δάση και παραλίες.
Σήμερα, 95 χρόνια μετά την πρώτη απόπειρα του κράτους να οργανώσει την οικοδόμηση, και 50 χρόνια από την πρώτη νομιμοποίηση, η αυθαιρεσία καλά κρατεί, αφού ήδη έχει μπεί στο κόλπο ακόμα και η αυτοδιοίκηση όπως διαπιστώσαμε και στις καταστροφικές πλημμύρες το Νοέμβρη του ’17 στη Μάνδρα.
Οι «προϋπάρχοντες του 1923» οικισμοί, οι στερούμενοι ρυμοτομικού σχεδίου, εξακολουθούν να ξεχειλώνουν.
Η «δόμηση εκτός σχεδίου» εξακολουθεί να τσιμεντοποιεί παραλίες και δάση, δηλαδή τη χώρα.
Και βέβαια οι κυβερνητικές μεγαλοστομίες μετά την πολύνεκρη φωτά στο Μάτι περί άμεσης κατεδάφισης αρχής γενομένης από τα παράλια αυθαίρετα, είχαν σαν αποτέλεσμα την «τηλεοπτική παρέλαση» μιας τσάπας που κατεδάφιζε on line μια μάντρα.
Μήπως λοιπόν είναι ευκαιρία τώρα να δούμε από την αρχή πως διαμορφώνεται οικιστικά το ευνοημένο από τη φύση αυτό οικόπεδο που λέγεται «ΕΛΛΑΔΑ»;
Εχει τα κότσια το πολιτικό προσωπικό να συγκρουστεί με ό,τι το εξέθρεψε μέχρι τώρα;
Ιδωμεν.
Ετσι κ’ αλλιώς η ελπίδα τελευταία θα πεθάνει.

 

*Ο Γιώργος Βιδάλης είναι συγγραφέας.