Η μόνιμη επωδός των ρεπορτάζ και των δημοσιογραφικών αφιερωμάτων για τη μη ολοκλήρωση της περιβόητης αξιολόγησης είναι ότι από την εν λόγω εκκρεμότητα πλήττεται η πραγματική οικονομία, η οποία πνέει πλέον τα λοίσθια, με την αγορά να προσπαθεί να λειτουργήσει και να επιβιώσει σε συνθήκες «ασφυξίας».
Ομως, πέρα από την προαναφερόμενη γενικού περιεχομένου αναφορά, θα πρέπει να προσδιορίσουμε τον ορισμό της πραγματικής οικονομίας.
Αυτή, προφανώς, δεν είναι μια αόριστη, μια απρόσωπη έννοια. Αναφέρεται στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών από ανθρώπινο δυναμικό και αποτυπώνεται στους ρυθμούς της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας.
Στις μέρες μας, η Ελλάδα όχι μόνο δεν έχει πια την παραμικρή ανάπτυξη, αλλά βιώνει μια παρατεταμένη ύφεση που αντικατοπτρίζεται (και) στη μείωση του ΑΕΠ.
Η επιδείνωση της πραγματικής οικονομίας καταγράφεται σε αριθμούς, ενώ πίσω από τους αριθμούς βρίσκονται άνθρωποι που βάλλονται είτε με το κλείσιμο των επιχειρήσεων τους είτε χάνοντας την εργασία τους, προστιθέμενοι στη διαρκώς διευρυνόμενη λίστα της ανεργίας.
Παρεμπιπτόντως, το επίσημο ποσοστό της ανέρχεται στο 24,6%, το μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ ανεπισήμως εκτιμάται ότι προσεγγίζει το 30%.
Πρόκειται για μια αναμενόμενη επίπτωση αφού, επίσης βάσει των αριθμών, το 2016 η επιχειρηματικότητα επέστρεψε σε αρνητικό ισοζύγιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, την περασμένη χρονιά έκλεισαν 5.360 επιχειρήσεις περισσότερες απ’ αυτές που άνοιξαν.
Παράλληλα, κοντά στους άνεργους υπάρχουν και εκατοντάδες χιλιάδες υποαπασχολούμενοι, ως επί το πλείστον με πενιχρές αποδοχές, ενώ πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και η μισθοδοσία των εργαζομένων.
Ωστόσο, το χειρότερο όλων είναι ότι δεν φαίνεται φως στο βάθος του τούνελ, καθώς η πραγματική οικονομία βυθίζεται όλο και περισσότερο.
Η υπερφορολόγηση της επιχειρηματικότητας, σε συνδυασμό με τις κρατικές οφειλές στον ιδιωτικό τομέα που υπερβαίνουν τα επτά δισεκατομμύρια ευρώ, έχουν «στραγγίξει» την αγορά, στην οποία η ρευστότητα τείνει να καταστεί παντελώς ανύπαρκτη.
Είναι απορίας άξιο πώς και γιατί η κυβέρνηση επιμένει να συντηρεί αυτή την αβεβαιότητα, εφόσον η αξιολόγηση είναι μονόδρομος για να πάρει μπροστά η πραγματική οικονομία και να πάμε παρακάτω.
Οσο δεν συμβαίνει αυτό τα πράγματα θα χειροτερεύουν για όλους, αφού είναι ο ιδιωτικός τομέας που παράγει τον πλούτο και συντηρεί την «ιερή αγελάδα» του Δημοσίου, καθώς και το ασφαλιστικό σύστημα που βρίσκεται (κι αυτό) σε ελεύθερη πτώση.
Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Στέφανος Μάνος, είναι αδύνατον οι λιγότεροι, λόγω της ανεργίας, κατά 1,5 εκατομμύριο ιδιωτικοί υπάλληλοι σήμερα σε σχέση με το 2008, να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τα 3,5 εκατομμύρια των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων που παραμένουν σταθεροί στα χρόνια της κρίσης.
Προφανώς, όμως, (και) ο ίδιος απευθύνεται εις ώτα μη ακουόντων.
Πηγή: http://www.pelop.gr