Απόφαση η οποία εκθέτει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη αναφορικά με τη διαθεσιμότητα στην οποία έθεσαν υπαλλήλους της πρώην Ολυμπιακής οι οποίοι εργάζονταν στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) το 2013, εξέδωσε πρόσφατα δικαστήριο της Αθήνας, δικαιώνοντας τους εργαζομένους που προσέφυγαν διεκδικώντας αναδρομικά χρήματα τα οποία δεν ελάμβαναν το διάστημα που βρίσκονταν εκτός υπηρεσίας. Το δικαστήριο έκρινε ότι αφ’ ενός πρέπει να τους αποδοθούν οι αποζημιώσεις που προβλέπει ο νόμος και αφ’ ετέρου ότι η απόφαση απομάκρυνσής τους ήταν εκδικητική καθώς δεν είχε πραγματοποιηθεί καμία επί της ουσίας αξιολόγησή τους.
Του Μάριου Αραβαντινού
Καταδικάζοντας τις ψηφοθηρικές πολιτικές του κ. Μητσοτάκη, και δικαιώνοντας όσους προέταξαν την ανάγκη επαναπρόσληψης των εκδιωχθέντων δημοσίων υπαλλήλων που διαθέτουν τις γνώσεις και την τεχνική κατάρτιση, το δικαστήριο μεταξύ άλλων συμπέρανε, σύμφωνα με πληροφορίες, πως οι συγκεκαλυμένες απολύσεις έγιναν κατά παράβαση, όχι μόνο του ίδιου του νόμου του Κυριάκου Μητσοτάκη για την αξιολόγηση, αλλά κυρίως κατά παράβαση των αρχών της αναλογικότητας, της αξιοκρατίας και της ισότητας. Αντιθέτως, το μοναδικό κριτήριο που φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε ήταν η προέλευσή τους από την Ολυμπιακή Αεροπορία, ενώ παραλείφθηκε εντελώς η αξιολόγηση των προσόντων που επιβάλλεται νομικά!
Η τεκμηριωμένη και με τη βούλα δικαστηρίου, εκτός νόμου και κάθε λογικής απομάκρυνση των υπαλλήλων της πρώην Ολυμπιακής από την ΥΠΑ είχε προκαλέσει ήδη από το 2014 όταν αποκαλύψαμε με σειρά δημοσιευμάτων τις διαχρονικές παθογένειες της Υπηρεσίας, έντονες αντιπαραθέσεις στον πολιτικό κόσμο με βουλευτές ακόμη και της τότε συμπολίτευσης να ζητούν απαντήσεις από τους συναρμοδίους υπουργούς οι οποίοι ωστόσο πετούσαν τη μπάλα στην εξέδρα αποφεύγοντας να τοποθετηθούν επί της ουσίας. Παρότι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλούσε την περίοδο εκείνη για την ανάγκη ισότητας, αξιοκρατικής αντιμετώπισης και ουσιαστικής αξιολόγησης για τους δημοσίους υπαλλήλους και τις υπηρεσίες ώστε να εντοπιστεί το πλεονάζον προσωπικό και να απαλλαγεί το Δημόσιο από το «λίπος που περισσεύει», όπως και πρόσφατα έχει δηλώσει, στην πραγματικότητα οι απολύσεις των εργαζομένων της πρώην Ολυμπιακής είχαν ως γνώμονα την επαγγελματική τους προέλευση και τις τυχόν διοικητικές αγκυλώσεις όσων μη αντιλαμβανόμενοι την ευκαιρία αξιοποίησης εξειδικευμένης γνώσης αντιδρούσαν στην αλλαγή για τα δικά τους συνδικαλιστικά ή φαντασιακά συμφέροντα.
Ο κ. Μητσοτάκης, αν και διαβεβαίωνε ότι οι αποφάσεις με τις οποίες ετίθεντο σε διαθεσιμότητα οι 249 υπάλληλοι, θα λαμβάνονταν με κριτήριο τις πραγματικές υπηρεσιακές ανάγκες, αφ’ ενός παραβίασε τον δικό του νόμο για την τήρηση των κανόνων ουσιαστικής αξιολόγησης αφ’ ετέρου αγνόησε τις εισηγήσεις του υπηρεσιακού συμβουλίου της ΥΠΑ το οποίο επέμενε ότι όλοι οι μηχανικοί είναι απαραίτητοι και θα πρέπει να παραμείνουν στην Υπηρεσία. Έτσι, επί υπουργίας δικής του στο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στο υπουργείο Μεταφορών, η ΥΠΑ οδηγήθηκε σε πλήρη ασφυξία, όπως παραδεχόταν ο τότε διοικητής της, ο οποίος ζητούσε επιτακτικά την πρόσληψη μηχανικών και επιθεωρητών αεροσκαφών. Σε έγγραφό του τον Ιούνιο του 2014, ο διοικητής υποστήριζε μεταξύ άλλων ότι «η Υπηρεσία οδηγήθηκε και στην πράξη πλέον σε ασφυξία με συνέπεια οι υποχρεώσεις της, όπως προκύπτουν από την εφαρμογή των διεθνών κανονισμών να εκτελούνται είτε οριακά, είτε καθυστερημένα αφού ο αριθμός των υπαρχόντων επιθεωρητών για τις εργασίες αυτές υπολείπεται κατά πολύ του προβλεπόμενου και δεν επαρκεί». Τόνιζε ταυτόχρονα ότι η ΥΠΑ είναι αποψιλωμένη από εξειδικευμένους επιθεωρητές εξαιτίας της εφαρμογής του μηχανισμού της κινητικότητας.
Πυλώνας των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Ελλάδα ακόμη και σε ζητήματα ασφάλειας πτήσεων ήταν, όπως άλλωστε προέκυπτε από τις εκκλήσεις του επικεφαλής της Υπηρεσίας, η ξαφνική απομάκρυνση των 249 πρώην εργαζομένων της Ολυμπιακής οι οποίοι είχαν διατεθεί στην ΥΠΑ και τέθηκαν εν μια νυκτί σε διαθεσιμότητα θυσιαζόμενοι στον βωμό των μνημονιακών επιταγών και της λαϊκίστικης ρητορικής περί καθολικής ανικανότητας όλων των δημοσίων υπαλλήλων. Τα λάθη στην «αξιολόγηση» των υπαλλήλων της πρώην Ολυμπιακής παραδέχονταν τότε στελέχη των συναρμοδίων υπουργείων Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Μεταφορών τα οποία εξηγούσαν ότι καταβάλλονται προσπάθειες ώστε να επαναπροσληφθεί ένας αριθμός επιθεωρητών. Οι κινήσεις αυτές -αν και εφόσον γίνονταν- δεν ευδοκίμησαν με την ΥΠΑ να παραμένει για χρόνια στο μικροσκόπιο των διεθνών οργανισμών ασφάλειας πτήσεων οι οποίοι διαρκώς επεσήμαιναν τα προβλήματα και τους κινδύνους από την έλλειψη καταρτισμένου προσωπικού το οποίο είχε απομακρυνθεί. Το πρόβλημα μάλιστα αποκτούσε ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις με την ΥΠΑ να υποβαθμίζεται σε αξιοπιστία από δύο χώρες και τις Ηνωμένες Πολιτείες να απαιτούν αλλαγές που θα εξασφάλιζαν το απαιτούμενο επίπεδο ασφαλείας των εισερχομένων στο έδαφος τους αεροσκαφών.
Η αποκατάσταση του δικαίου και η υλοποίηση της επιταγής εφαρμογής μέτρων πραγματικής ασφάλειας για τους επιβάτες των αερομεταφορών με την επαναπρόσληψη των απομακρυνθέντων στις αρχές του 2015, ήταν το πρώτο βήμα για την εύρυθμη επαναλειτουργία της ΥΠΑ. Βέβαια από το σύνολο των 249 εξειδικευμένων εργαζομένων, η Υπηρεσία κατάφερε να εξασφαλίσει λιγότερα από 100 άτομα, καθώς ιδιωτικές αεροπορικές εταιρίες του εξωτερικού δεν έχασαν την ευκαιρία να προσλάβουν τον μεγαλύτερο αριθμό αυτών, εκμεταλλευόμενες την άστοχη πολιτική της τότε κυβέρνησης, που οδήγησε εργαζόμενους με εκπαιδεύσεις που κόστισαν στο Δημόσιο χιλιάδες ευρώ σε συγκεκαλυμένη ανεργία. Σήμερα πάντως και καθώς οι απαιτήσεις ασφάλειας των αερομεταφορών αυξάνονται συνεχώς απαιτείται η επανεκπαίδευση αυτού του δυναμικού της ΥΠΑ, το οποίο διαθέτει σε κάθε περίπτωση την τεχνική κατάρτιση και εξειδικευμένη γνώση, ώστε να διασφαλιστεί το μέγιστο δυνατό επίπεδο κατάρτισης.