Η Ιταλία υποψιάζεται πως η Γερμανία, κρυμμένη πίσω από τη μάσκα της Κομισιόν, έχει στόχο να την οδηγήσει σταδιακά σε κάποιου είδους PSI – οπότε στον εγκλωβισμό της στην Ευρωζώνη και στην ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής της κυριαρχίας. Επειδή όμως δεν θέλει να συγκρουστεί κατά μέτωπο μαζί της, πόσο μάλλον όταν η οικονομία της είναι ήδη εξαιρετικά προβληματική, ενώ έχει την εμπειρία της αποτυχημένης προσπάθειας της Ελλάδας το 2015 που κατέληξε στη μεγαλύτερη κυβίστηση όλων των εποχών, συμπεριφέρεται προσεκτικά – ενώ η συγκυβέρνηση της δεν έχει καμία διάθεση να υποκύψει χαρακτηριζόμενη «πατριδοκτόνος», όπως η ελληνική του 2012.  

.

Η Ιταλία επιθυμεί τα εξής δύο βασικά πράγματα: (α) την υιοθέτηση ενός ενιαίου φορολογικού συντελεστή ύψους 15% για εισοδήματα κάτω των 50.000 € – ο οποίος υπολογίζεται πως θα κοστίσει 30 δις € ετήσια από την αντίστοιχη μείωση των εσόδων του κράτους και (β) την άμεση εξόφληση όλων των προμηθευτών του δημοσίου, οι απαιτήσεις των οποίων όμως, ύψους περί τα 50 δις €,  δεν καταγράφονται στον προϋπολογισμό της αλλά μόνο όταν πληρώνονται – αφού το κράτος δεν έχει διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, όπως δεν έχει ούτε η Ελλάδα.

Τις απαιτήσεις αυτές θέλει να πληρώσει με τα «φορολογικά χρήματα» (mini Bots) που έχουν ψηφιστεί ήδη από τη Βουλή – κάτι που όμως δεν είναι διατεθειμένη να το επιτρέψει η Κομισιόν, ούτε η ΕΚΤ, θεωρώντας μεταξύ άλλων πως ο έμμεσος στόχος της Ιταλίας είναι η δρομολόγηση ενός παράλληλου νομίσματος και αργότερα η έξοδος από την Ευρωζώνη.

Υπάρχει όμως μία ακόμη σύγκρουση μεταξύ της Ιταλίας και της Κομισιόν, σύμφωνα με την οποία ενώ η Ιταλία θεωρεί πως έχει ένα πρόβλημα ανάπτυξης και θέλει να το λύσει κυρίως με τους παραπάνω τρόπους, η Κομισιόν επιμένει ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα χρέους – για την αντιμετώπιση του οποίου απαιτείται η συνέχιση της πολιτικής λιτότητας. Στην ουσία λοιπόν η Ιταλία θεωρεί πως το πρόβλημα είναι ο παρανομαστής της σχέσης Χρέος/ΑΕΠ, ενώ η Κομισιόν επικεντρώνεται στον αριθμητή – υπενθυμίζοντας πως η σχέση Χρέος/ΑΕΠ μπορεί να επιδεινώνεται ακόμη και αν δεν παίρνει νέα δάνεια μία χώρα, αλλά ανακυκλώνει απλά τα παλαιά, εάν ο ρυθμός ανάπτυξης της είναι χαμηλότερος από το επιτόκιο δανεισμού της.

Φυσικά η Ιταλία υποψιάζεται πως πίσω από την επιμονή της Κομισιόν κρύβεται η Γερμανία, η οποία δεν επιθυμεί να αναπτυχθεί με μεγαλύτερο ρυθμό η Ιταλία – αφού οι δύο χώρες είναι άμεσα ανταγωνιστές μεταξύ τους, σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες. Φυσικά η Γερμανία στηρίζει την αντίρρηση της σε μία θεωρητική λειτουργία της πολιτικής λιτότητας, η οποία είναι περίπου η εξής:

Λιτότητα –> Ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών –> Αύξηση των επενδύσεων –> Ανάπτυξη –>Μείωση της ανεργίας –> Αύξηση των δημοσίων εσόδων –> Μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού –> μείωση του Χρέους/ΑΕΠ –> Μείωση του κόστους δανεισμού.

Εν τούτοις η Ιταλία πιστεύει πως η παραπάνω θεωρία που ακολουθεί άλλωστε ήδη από το 1992 χωρίς αποτέλεσμα, είναι λανθασμένη – κάτι που έχει τεκμηριωθεί επί πλέον από την ελληνική τραγωδία. Πιστεύει λοιπόν πως η πολιτική λιτότητας λειτουργεί ως εξής:

Λιτότητα –> Αύξηση της ανεργίας –> Μείωση της ζήτησης/κατανάλωσης –> Ύφεση –> Αποτυχία επίτευξης στόχων –> Αύξηση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού –> αύξηση των επιτοκίων δανεισμού –> αύξηση του δημοσίου χρέους.

Περαιτέρω, με κριτήριο την Ελλάδα δεν συμβαίνουν μόνο τα παραπάνω αλλά, επί πλέον, χρεοκοπούν πολλές ιδιωτικές επιχειρήσεις, ακολουθούν οι τράπεζες λόγω των κόκκινων δανείων, διασώζονται με χρήματα των φορολογουμένων οπότε αυξάνεται το δημόσιο χρέος, εκτοξεύεται ταυτόχρονα το κόκκινο ιδιωτικό χρέος στα ύψη, χάνουν οι Πολίτες τα σπίτια τους, επιδεινώνεται το δημογραφικό με τη μετανάστευση τους σε άλλες χώρες κοκ.

Ασφαλώς τώρα η Ιταλία το γνωρίζει πολύ καλά, ενθυμούμενη επακριβώς τις εσφαλμένες προβλέψεις του ΔΝΤ για την Ελλάδα (ανάπτυξη από το 2012, πολλαπλασιαστής κοκ.) – ενώ υποψιάζεται πως η Γερμανία έχει στόχο να την οδηγήσει σταδιακά σε κάποιου είδους PSI, οπότε στον εγκλωβισμό της στην Ευρωζώνη και στην ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής της κυριαρχίας. Επειδή όμως δεν θέλει να συγκρουστεί κατά μέτωπο με την Κομισιόν, πόσο μάλλον όταν η οικονομία της είναι ήδη εξαιρετικά προβληματική, ενώ έχει την εμπειρία της αποτυχημένης προσπάθειας της Ελλάδας το 2015 που κατέληξε στη μεγαλύτερη κυβίστηση όλων των εποχών, συμπεριφέρεται προσεκτικά – ενώ η συγκυβέρνηση της δεν έχει καμία διάθεση να υποκύψει χαρακτηριζόμενη «πατριδοκτόνος», όπως η ελληνική του 2012.

Ως εκ τούτου φαίνεται καθαρά πως παίζει το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι – πως διεξάγει έναν ανταρτοπόλεμο καλύτερα, αποφεύγοντας επιμελώς τη σύγκρουση αλλά χωρίς να υποχωρεί. Γνωρίζει άλλωστε πως η Κομισιόν δεν μπορεί στην ουσία να της επιβάλλει ή να της απαγορεύσει τίποτα, έχοντας ως μοναδικό όπλο της τις αγορές – τις οποίες απειλεί κάθε φορά να εξαπολύσει εναντίον της Ιταλίας σαν τα άγρια σκυλιά για να την κατασπαράξουν.

Παραδόξως όμως οι αγορές δεν φαίνεται να συμπεριφέρονται στην Ιταλία όπως στην Ελλάδα το 2010 – αφού τα επιτόκια των ομολόγων της υποχωρούν. Ως εκ τούτου πιθανολογείται πως οι αγορές είναι σίγουρες για την ήττα της Κομισιόν – ότι δεν θα τολμήσει δηλαδή να τιμωρήσει την Ιταλία ότι και αν κάνει, φοβούμενη πως τυχόν έξοδος της από το ευρώ θα οδηγούσε στο ανεξέλεγκτα τέλος της Ευρωζώνης και σε μία σειρά χρεοκοπιών που δεν συμφέρουν κανέναν.

Επομένως εάν δεν κάνει λάθη η Ιταλία θα κερδίσει τελικά το παιχνίδι – ενώ πιθανότατα κάτι τέτοιο θα ήταν η αρχή του τέλους της Ευρωζώνης. Δυστυχώς η Ελλάδα λειτούργησε απίστευτα λανθασμένα, ήδη από το 2011 και μετά, ενώ η κυβέρνηση της στις αρχές του 2015 έκανε περισσότερα λάθη από όσα θα ήταν ανθρωπίνως δυνατόν – με κορυφαία την υπογραφή της συμφωνίας στις 20 Φεβρουαρίου από τον τότε υπουργό οικονομικών, των εκβιασμό αμέσως μετά της Δικαιοσύνης κατά τον κ. Λαφαζάνη και τη μη επιβολή ελέγχων κεφαλαίων στις τράπεζες, με αποτέλεσμα τον αφελληνισμό τους τεραστίου κόστους για την πατρίδα μας.

ΠΗΓΗ