ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ (New York Times) – Όταν 22 χριστιανοί πρόσφυγες συγκεντρώθηκαν στο υπόγειο ενός διαμερίσματος στην Κωνσταντινούπολη από νωρίς ένα πρόσφατο απόγευμα της Κυριακής, ήταν γρήγορα σαφές ότι δεν επρόκειτο για μια καθιερωμένη συνάντηση προσευχής χριστιανών. Αρκετοί από αυτούς είχαν ισλαμικά  ονόματα. Υπήρχε ένας Abdelrahman και ακόμη και δύο Mohammad. Το πιο παράξενο ήταν ότι, χαριτολογώντας κατά την υποδοχή τους – τον έναν από τους δύοMohammad τον ανέφεραν ως ‘irhabi’. Τρομοκράτης.

Το ότι τον Bashir Mohammad δεν τον πείραξε αυτό, ήταν επειδή υπήρχε κάποια αλήθεια σε αυτό. Σήμερα, ο 25χρονος Μοχάμεντ, έχει κρεμάσει ένα σταυρό στον τοίχο του και καλεί και άλλους που πρόσφατα ασπάστηκαν τον χριστιανισμό σε εβδομαδιαίες αναγνώσεις της Βίβλου στο σαλόνι του με τους μωβ τοίχους. Πριν από τέσσερα χρόνια, όμως, όπως λέει, πολεμούσε στην πρώτη γραμμή του πολέμου στη Συρία στις δυνάμεις της Al Nusra Front, που είναι ένα παρακλάδι της Αλ Κάιντα. Είναι, λέει, ένας τζιχαντιστής που στράφηκε προς τον Ιησού Χριστό.

Πρόκειται για μια αλλαγή που έχει εκπλήξει τους πάντες, αν μη τι άλλο πρώτα απ’ όλα τον ίδιο. Πριν από τέσσερα χρόνια, οMohammad λέει, «Ειλικρινά θα έσφαζα όποιον πρότεινε κάτι τέτοιο». Όχι μόνο οι πεποιθήσεις του άλλαξαν, αλλά και η ιδιοσυγκρασία του επίσης. Σήμερα, η σύζυγός του, Hevin Rashid, επιβεβαιώνει, με έναν υπαινιγμό συγκράτησης, ότι είναι «πολύ καλύτερα που είναι εδώ κοντά».

Η μετατροπή των μουσουλμάνων προσφύγων στον Χριστιανισμό δεν είναι ένα νέο φαινόμενο, ιδιαίτερα στις περισσότερες χριστιανικές χώρες. Οι νέοι πιστοί μερικές φορές κατηγορούνται ότι το κάνουν αυτό ως προσπάθεια να ενισχύσουν τις πιθανότητές τους για παροχή ασύλου για να μην απελαθούν πίσω στις χώρες τους που έχουν ένα ιστορικό ισλαμικών διώξεων κατά χριστιανών.

Η εμπειρία του Mohammad, ωστόσο, δεν ταιριάζει εύκολα σε αυτή την αφήγηση. Ζει σε μια χώρα κατά πλειοψηφία μουσουλμανική(Τουρκία), ελάχιστα ενδιαφέρεται να ζητήσει άσυλο στη Δύση και περπάτησε μια απίθανη διαδρομή που ακολούθησαν λίγοι πρώην τζιχαντιστές.

Η ιστορία του ξεκίνησε σε ένα κουρδικό τμήμα της βόρειας Συρίας, το Afrin, όπου και μεγάλωσε σε μια μουσουλμανική οικογένεια. ΟMohammad φλέρταρε με τον εξτρεμισμό από την εφηβεία του. Ο ξάδελφός του τον πήρε για να ακούσει ένα τζιχαντιστή ιεροκήρυκα όταν ήταν 15 χρονών και άρχισε να τηρεί μερικές από τις πιο ακραίες ερμηνείες του Ισλάμ, «ακόμα και αυτά που δεν έχετε ακούσει», όπως λέει. Αλλά όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία, το 2011, ο Mohammad ενώθηκε αρχικά με τις κοσμικές κουρδικές δυνάμεις στον αγώνα τους για αυτονομία.

Από τους θανάτους που είδε στην πρώτη γραμμή, ενεργοποιήθηκε εκ νέου το ενδιαφέρον του για το εξτρεμιστικό Ισλάμ που είχε μάθει ως έφηβος.

 

«Όταν είδα όλα αυτά τα πτώματα», είπε, «άρχισα να πιστεύω όλα αυτά τα πράγματα που άκουσα στις διαλέξεις. Με έκανε ναεπιδιώξω το μεγαλείο της θρησκείας μου».

Όταν ένας φίλος τον κάλεσε να ενσωματωθούν το καλοκαίρι του 2012 στην Al Nusra Front, μια ομάδα που προσπαθεί να δημιουργήσει ένα εξτρεμιστικό κράτος, ο Mohammad συμφώνησε αμέσως. Ως μαχητής της Nusra, άρχισε να γίνεται μάρτυρας ακραίας βιαιότητας. Οι συνάδελφοί του εκτέλεσαν αρκετούς αιχμαλώτους συντρίβοντάς τους με μια μπουλντόζα. Ένας άλλος κρατούμενος αναγκάστηκε να πιει αρκετά λίτρα νερό ενώ του είχαν δέσει τα γεννητικά του όργανα με σπάγκο.

Αυτή τη φορά, όμως, η προπαγάνδα της Nusra έκανε την βία να φαίνεται ανεκτή. «Μας έλεγαν ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν εχθροί του Θεού», λέει ο Mohammad «και γι’ αυτό έβλεπα με θετικό μάτι την εκτέλεσή τους».

Όταν συνάντησα για πρώτη φορά τον Mohammad, στο υπόγειό του, δεν μου πήγε το μυαλό σε τίποτα από όλα αυτά. Στην πραγματικότητα, ήμουν εκεί για να παρατηρήσω έναν από τους καλεσμένους του, έναν Yazidi που είχε γίνει χριστιανός δύο μήνες νωρίτερα. Ο Mohammad φαινόταν ότι ήταν η «κόλλα» της ομάδας και συμπεριφερόταν σαν να είχε γεννηθεί και μεγαλώσει ως Χριστιανός.

Ήταν ο Mohammad που οδήγησε τις πρώτες προσευχές και ψαλμούς. («Για τους ανθρώπους που έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους», άρχισε την προσευχή, «Θεέ φέρ’τους με ασφάλεια»). Και ήταν αυτός που μοίρασε τον καφέ αργότερα. Η ήρεμη στάση του διαταράσσονταν μόνο όταν οι επισκέπτες του αστειευόμενοι τον ανέφεραν ως “irhabi”, ένα παρατσούκλι που τον έκανε να έχει ένα ελαφρύ μειδίαμα στο πρόσωπό του.

Στην παλιά ζωή του, όμως, ο Μοχάμαντ ήταν ένας οργισμένος άνθρωπος που τρόμαζε τους συγγενείς του. Όταν επέστρεψε για λίγο στο σπίτι για την γιορτή του κουρδικού νέου έτους το Μάρτιο του 2013, ο Mohammad εξαγριώθηκε από αυτό που είδε ως «βλάσφημες γιορτές», των οποίων η προέλευση βρισκόταν έξω από την ισλαμική παράδοση.

Απομονώθηκε στην άδειά του με την Rashid, η οποία ήταν τότε η αρραβωνιαστικιά του. Τόσο η ίδια όσο και οι γονείς του προσπάθησαν να τον πείσουν να μην επιστρέψει στην πρώτη γραμμή, αλλά εκείνος τους αγνόησε.

Αλλά όταν επέστρεψε στο μέτωπο, ο Mohammad άρχισε να αναρωτιέται για τα κίνητρα της Nusra. Βλέποντας μέσα από τα κιάλια του τις κυβερνητικές γραμμές, είδε λέει στρατιώτες να εκτελούν κρατούμενους με μπουλντόζα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε μεγάλη διαφορά μεταξύ της συμπεριφοράς αυτών και των συναδέλφων του.

Απογοητευμένος, διακινδυνεύοντας να εκτελεστεί ο ίδιος, εγκατέλειψε τη Nusra, και επέστρεψε στο σπίτι του στην Afrin. «Πήγα στην Nusra αναζητώντας το Θεό μου», είπε. «Αλλά αφότου είδα μουσουλμάνους να σκοτώνουν μουσουλμάνους, κατάλαβα ότι κάτι ήταν λάθος».

Την επόμενη χρονιά, ο ίδιος και η σύζυγός του έφυγαν από τον πόλεμο εντελώς, πηγαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη όπου υπήρχαν περίπου 2,5 εκατομμύρια Σύριοι που είχαν εγκαταλείψει την χώρα. Ήταν ακόμα ένας ζηλωτής μουσουλμάνος, και προσευχόταν τόσο δυνατά που οι γείτονές του παραπονέθηκαν. Απαιτούσε η Rashid να καλύπτει τα μαλλιά και το λαιμό της, και προγραμμάτιζε να την κάνει να φοράει ένα νικάμπ που καλύπτει όλο το πρόσωπο.

Ήταν, ωστόσο, η Rashid που άθελά της, προκάλεσε την απόρριψη του Ισλάμ από τον σύζυγό της. Στις αρχές του 2015, αρρώστησε σοβαρά. Καθώς επιδεινώθηκε η κατάσταση της υγείας της, ο Mohammad πήρε τηλέφωνο τον ξάδελφό του Ahmad – τον ίδιο ξάδελφο που τον είχε πάει στις τζιχαντιστικές διαλέξεις ως έφηβο – και περιέγραψε την κατάστασή της σε ένα τηλεφώνημα. Ο Ahmad ζούσε τώρα στον Καναδά και, προς μεγάλη έκπληξη του Mohammad, είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό.

Καθώς ήταν ενθουσιώδης χριστιανός πλέον, ο Ahmad ζήτησε από τον Mohammad να τοποθετήσει το τηλέφωνό του κοντά στην Rashid, έτσι ώστε μια χριστιανική ομάδα προσευχής να προσευχόταν για την υγεία της. Νιώθοντας φρίκη, ο Mohammad αρχικά αρνήθηκε, αφού έβρισκε τον Χριστιανισμό απωθητικό. Ήταν όμως και  απελπισμένος, και τελικά δέχτηκε.

Όταν η υγεία της Ρασίντ άρχισε να βελτιώνεται μέσα σε λίγες μέρες, ο Mohammad το απέδωσε στην παρέμβαση του ξαδέλφου του. αυτό του κέντρισε το ενδιαφέρον και άρχισε να έχει μια «ιερόσυλη» σκέψη. Ζήτησε από τον ξάδελφό του να του συστήσει κάποιον χριστιανό ιεροκήρυκα στην Κωνσταντινούπολη, που θα μπορούσε να του μιλήσει για τον χριστιανισμό. Ήρθε τότε σε επαφή με τον Eimad Brim, έναν ευαγγελικό ιεραπόστολο από μια ομάδα που έχει έδρα την Ιορδανία και ονομάζεται “Good Shepherd” (Καλός Ποιμένας), ο οποίος και συμφώνησε να συναντηθεί μαζί του.

Ο Brim είπε ότι ο Mohammad γρήγορα πείστηκε από τα οφέλη της πίστης στον Χριστό, παρά το θανατηφόρο κίνδυνο τον οποίο θα αντιμετώπιζε. «Δεν ήταν δύσκολο να αλλάξει», δήλωσε ο Brim.

Διαβάζοντας τη Βίβλο, ο Mohammad ισχυρίστηκε, ότι έγινε πιο ήρεμος από ό, τι όταν διάβαζε το Κοράνι. Οι εκκλησίες που πήγε, είπε ο Μοχάμεντ, τον έκαναν να αισθάνεται πιο ευπρόσδεκτος από ό,τι τα τζαμιά της γειτονιάς του. Κατά την προσωπική του άποψη, οι χριστιανικές προσευχές ήταν πιο γενναιόδωρες από τις μουσουλμανικές.

Καθώς ο Mohammad και η Rashid άρχισαν να σκέφτονται να φύγουν από το Ισλάμ, η  Rashid είπε ότι είδε στον ύπνο της μια βιβλική φιγούρα που χρησιμοποιούσε ουράνιες δυνάμεις για να χωρίζει τα νερά της θάλασσας, κάτι το οποίο ο Mohammad ερμήνευσε ως σημάδι ενθάρρυνσης από τον Ιησού Χριστό. Στη συνέχεια και ο Mohammad είδε όνειρο τον Ιησού να του δίνει κάποια ρεβίθια. Το ζευγάρι αισθάνθηκε την αγάπη. «Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο θεό που προσκυνούσα τόσα χρόνια και Αυτού που λατρεύω τώρα», είπε ο Mohammad. «Συνηθίζαμε να προσκυνάμε από φόβο. Τώρα όλα έχουν αλλάξει».

Όλα αυτά όμως έχουν υψηλό κόστος. Η απόρριψη του Ισλάμ τον κάνει στόχο για τους πρώην συμμάχους του και ο ίδιος φοβάται ότι κάποια μέρα θα τον βρουν. Αν το βρουν, ωστόσο, ο ίδιος θεωρεί ότι έχει τώρα τη μεγαλύτερη προστασία όλων.

«Εμπιστεύομαι», λέει, «το Θεό».

ΚΟ: Το άρθρο είχε εκνευριστικά πολιτικά ορθούς σχολιασμούς του δημοσιογράφου, που τους αφαίρεσα. Ξέρετε, «δεν είναι έτσι το Ισλάμ»», «αυτοί είναι ακραίοι»», «αυτός το νόμιζε έτσι» κλπ. Πρόσεξα ότι ο σημερινός χριστιανός Mohammad, είπε «αλλά αφότου είδα μουσουλμάνους να σκοτώνουν μουσουλμάνους, κατάλαβα ότι κάτι ήταν λάθος». Στην δολοφονία χριστιανών δεν υπήρχε «λάθος».

ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ / Πηγή

ΠΗΓΗ