Η καταβολή τους αρχίζει εντός του Απριλίου και θα είναι μειωμένες έως 30%, ενώ σε εκκρεμότητα βρίσκονται άλλες 60.000 αιτήσεις περίπου
Εκτός από τις 13 μειώσεις στις συντάξεις την περίοδο των Μνημονίων έρχεται και η (νέα) μείωση των ηδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς.
Κατώτατες συντάξεις χαμηλότερες από 200 ευρώ φέρνει ο νόμος Κατρούγκαλου, η εφαρμογή του οποίου – όσον αφορά την καταβολή των νέων συντάξεων – αρχίζει εντός του Απριλίου, με ένα έτος καθυστέρηση. Λόγω του νέου τρόπου υπολογισμού τους, οι νέες συντάξεις (Μάιος 2016 και μετά) θα είναι μειωμένες έως 30%, ενώ σε εκκρεμότητα βρίσκονται περίπου 60.000 αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί από τον Μάιο του 2016.
Σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου, όπως γράφει η εφημερίδα «Τα Νέα» οι κατώτατες συντάξεις 15ετίας που θα απονέμει στο εξής ο ΕΦΚΑ σε χαμηλόμισθους θα ξεκινούν από 195,90 ευρώ για σύνταξη χηρείας, από 288 ευρώ για μειωμένη σύνταξη γήρατος και δεν θα ξεπερνούν τα 414,90 ευρώ (μεικτά) έναντι των 486 ευρώ πριν από τον Ν. 4387/2016.
Οι νέες χαμηλές κατώτατες συντάξεις οφείλονται στον νέο τρόπο υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης, καθώς η εθνική σύνταξη είναι παγιωμένη και ανέρχεται σε 384 ευρώ με 20ετία και σε 345 ευρώ με 15ετία. Ειδικά για τους χαμηλόμισθους, το ποσοστό αναπλήρωσης είναι μόνο 11,55% επί των αποδοχών για τα 15 έτη ασφάλισης, δηλαδή για μέσες αποδοχές 400 ευρώ η ανταποδοτική σύνταξη είναι 46,20 ευρώ, για 500 ευρώ είναι 57,75 ευρώ και για 600 ευρώ είναι 69,30 ευρώ.
Στον αντίποδα, η εθνική σύνταξη ανέρχεται σε 384 ευρώ μηνιαίως μόνο εφόσον έχουν συμπληρωθεί τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης, ενώ μειώνεται κατά 2% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των 20 ετών. Για τα 15 έτη ασφάλισης, το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης είναι 345,60 ευρώ, στο οποίο προστίθενται τα 46,20 ευρώ (για τις αποδοχές των 400 ευρώ) και μας δίνουν τελικό ποσό σύνταξης της τάξης των 391,80 ευρώ. Αντίστοιχα, με μισθό 500 ευρώ η σύνταξη που θα πάρει ο δικαιούχος ανέρχεται σε 403,35 ευρώ, ενώ φτάνει στα 414,90 ευρώ όταν ο μισθός είναι της τάξης των 600 ευρώ. Σε περίπτωση πρόωρης συνταξιοδότησης (πριν από τα 67), τα παραπάνω ποσά περιορίζονται στα 288,12 ευρώ για μισθό 400 ευρώ, στα 299,67 ευρώ για μισθό 500 ευρώ και στα 311,22 ευρώ για αποδοχές 600 ευρώ.
ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΘΑΝΑΤΟΥ. Ιδιαίτερα χαμηλές θα είναι οι νέες συντάξεις λόγω θανάτου, καθώς στην περίπτωση χαμηλόμισθων με λίγα χρόνια ασφάλισης μπορεί να ξεκινούν από τα 195,90 ευρώ μεικτά και να φτάνουν στα 207,45 ευρώ, με 15 έτη ασφάλισης και μέσες αποδοχές που ανέρχονται στα 600 ευρώ.
Εξάλλου, ακόμη χαμηλότερα ποσά προκύπτουν (στη 15ετία) για τους αναπήρους με ποσοστό αναπηρίας έως 67%, καθώς τους χορηγείται το 50% της εθνικής σύνταξης. Για ποσοστό αναπηρίας από 67% έως και 79,99% δίνεται το 75% της εθνικής σύνταξης, ενώ ολόκληρη δίνεται μόνο σε συνταξιούχους με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω.
Ο επανυπολογισμός φέρνει την προσωπική διαφορά
Εκτός από τις 13 μειώσεις στις συντάξεις την περίοδο των Μνημονίων έρχεται και η (νέα) μείωση των ηδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς. Από τα συνολικά 2,2 εκατ. καταβαλλόμενες συντάξεις (πλην ΟΓΑ) που θα πρέπει να επανυπολογισθούν έως τον Σεπτέμβριο του 2017, προσωπική διαφορά εκτιμάται ότι θα προκύψει για 1,2 εκατ. συντάξεις. Στο φάσμα των περικοπών θα μπουν περίπου 900.000 συνταξιούχοι.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι μειώσεις θα γίνουν σε δύο δόσεις εντός της διετίας 2019-2020. Στόχος είναι τον πρώτο χρόνο να εξοικονομηθεί 0,70% του ΑΕΠ από τη συνταξιοδοτική δαπάνη και τον δεύτερο χρόνο το υπόλοιπο 0,30%. Αυτό σημαίνει ότι αν η προσωπική διαφορά είναι 100 ευρώ τον πρώτο χρόνο, θα περικοπούν 70 ευρώ και τον δεύτερο 30. Το επικρατέστερο σενάριο προβλέπει την περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις κύριες συντάξεις άνω των 600-700. Δηλαδή η μέση σύνταξη αυτού του επιπέδου θα μειωθεί κατά περίπου 10% σε δύο δόσεις (7% και 3%) ενώ η περικοπή θα αγγίξει το 30% στις συντάξεις άνω των 1.000-1.200 ευρώ.
Οι μεγαλύτερες προσωπικές διαφορές εντοπίζονται στους συνταξιούχους του πρ. ΤΕΒΕ (περίπου 30%) και του Δημοσίου (15%-20%), ενώ στο ΙΚΑ είναι μικρές (4%-5%).