του Νικολάου Π. Παππά, Πολιτικού Επιστήμονος από την ιστοσελίδα cognoscoteam.gr
Το Καργκέζε [στα ελληνικά Καρυές(;)] είναι ένα χωριό στη δυτική Κορσική και η ιστορία του έχει συνδεθεί με Έλληνες αποίκους από τη Μάνη. Θα είναι η δεύτερη φορά που οι Έλληνες θα αποικίσουν τη νήσο, μετά τους Φωκαείς τον 6ο αιώνα π.Χ.
Η ιστορία των Ελλήνων της Κορσικής ξεκινάει στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, όταν από την Πελοπόννησο και συγκεκριμένα από την περιοχή του Οιτύλου Μάνης έφυγαν εκατοντάδες Έλληνες για να γλιτώσουν τη βαριά φορολογία των Οθωμανών αλλά και λόγω μιας μεγάλης βεντέτας που υπήρχε μεταξύ οικογενειών.
Ο αποικισμός της Κορσικής από τους Μανιάτες
του Νικολάου Π. Παππά, Πολιτικού Επιστήμονος από την ιστοσελίδα cognoscoteam.gr
Το Καργκέζε [στα ελληνικά Καρυές(;)] είναι ένα χωριό στη δυτική Κορσική και η ιστορία του έχει συνδεθεί με Έλληνες αποίκους από τη Μάνη. Θα είναι η δεύτερη φορά που οι Έλληνες θα αποικίσουν τη νήσο, μετά τους Φωκαείς τον 6ο αιώνα π.Χ.
Η ιστορία των Ελλήνων της Κορσικής ξεκινάει στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, όταν από την Πελοπόννησο και συγκεκριμένα από την περιοχή του Οιτύλου Μάνης έφυγαν εκατοντάδες Έλληνες για να γλιτώσουν τη βαριά φορολογία των Οθωμανών αλλά και λόγω μιας μεγάλης βεντέτας που υπήρχε μεταξύ οικογενειών.
Η Δημοκρατία της Γένοβας, η οποία τότε ήλεγχε τη νήσο, δέχτηκε τους αποίκους (1675) και τους εγκατέστησε σε περιοχές οι οποίες είχαν εγκαταλειφθεί από άλλους πληθυσμούς νωρίτερα. Φυσικά δεν ήταν τόσο εύκολο να γίνουν αποδεκτοί. Οι Έλληνες υποχρεώθηκαν να ορκιστούν πίστη στη Γένοβα και να αναγνωρίσουν την πνευματική αρχή του Πάπα. Αφού έγιναν αυτά, τους επιτράπηκε να διατηρήσουν το ελληνικό τελετουργικό και να ιδρύσουν δικές τους εκκλησίες.
Οι Πελοποννήσιοι επανίδρυσαν πέντε οικισμούς στην Κορσική: Πανκόνε, Κορόνε, Ροντολίνι, Σαλίτσι και Μόντε Ρόσσο. Οι ντόπιοι τους αντιπαθούσαν και τους αντιμετώπιζαν ως υποδεέστερους, όμως αυτό δεν πτόησε τους Έλληνες να αναπτυχθούν.
Οι Έλληνες μέχρι και τα μέσα του 18ου αιώνος αντιμετώπιζαν πάρα πολλά προβλήματα και δέχονταν μεγάλο πόλεμο από τους Κορσικανούς. Όμως αυτή η κατάσταση άλλαξε μετά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, όπου οι Γάλλοι αγόρασαν και απέκτησαν τον έλεγχο του νησιού και ο κυβερνήτης Κόμης Μαρμπέφ, μεγάλος φιλέλληνας, ενδιαφέρθηκε όσο κανείς για τους Έλληνες αποίκους.
Έτσι στα μέσα του 18ου αιώνος ο Μαρμπέφ δίνει την άδεια για την ίδρυση του χωριού Καργκέζε, το οποίο βρίσκεται στο απόκρημνο ακρωτήριο του Πουντιγιόνε. Επί κυβερνήσεώς του χτίστηκαν γύρω στα 120 σπίτια, όλα πληρωμένα από το Γαλλικό Στέμμα.
Άποψη του χωριού στην άκρη του ακρωτηρίου
Φαίνεται, μάλιστα, ότι το Καργκέζε ήταν το μόνο χωριό στο νησί που φτιάχτηκε βάσει σχεδίου και σε κάθε οικογένεια δόθηκε από ένα σπίτι. Ο ίδιος ο Μαρμπέφ έχτισε έπαυλη στο χωριό καθώς ήθελε να βρίσκεται σε επαφή με τους Έλληνες που είχε τόσο δεθεί μαζί τους.
Το 1775 το χωριό θα ακμάσει με τον Ζορζ-Μαρί Στεφανόπολι να έχει αναλάβει την ηγεσία του. Εκατοντάδες Έλληνες άποικοι της Κορσικής θα συρρεύσουν από το Αζαξιό στο νέο χωριό και μέχρι το 1784 ο ελληνικός πληθυσμός θα φτάσει τους 386 κατοίκους (ο συνολικός πιθανότατα ήταν περίπου 500).
Αν και με τη γαλλική επανάσταση οι Έλληνες είχαν προστασία από τους Γάλλους, στη συνέχεια η κατάρρευσή της θα βρει το χωριό στο κέντρο πολεμικών συγκρούσεων και πολλοί Έλληνες έφυγαν για να σωθούν καθώς ο έλεγχος της Κορσικής περνούσε στην Βρετανική αυτοκρατορία.
Αποτέλεσμα της φυγής εκατοντάδων ελληνοφώνων από το χωριό (τουλάχιστον 200 όπως δείχνουν τα στοιχεία) ήταν η πτώση του ελληνικού πληθυσμού στην περιοχή. Ταυτόχρονα πολλοί ντόπιοι Κορσικανοί εγκαταστάθηκαν στο Καργκέζε με αποτέλεσμα οι Έλληνες να καταστούν μειονότητα. Θυμίζουμε ότι οι Κορσικανοί έβλεπαν αρνητικά τους Έλληνες αποίκους από την αρχή.
Από το 1830 ξεκινούν οι πρώτοι μεικτοί γάμοι Ελλήνων και ντόπιων και σε συνδυασμό με μια μεγάλη μετανάστευση Ελλήνων της Κορσικής προς το Σίδι Μερουάν της Αλγερίας θα οδηγήσουν σε νέα μείωση του πληθυσμού.
Ο 20ος αιώνας θα βρει τους ελληνόφωνες κατοίκους να οδηγούνται στην εξαφάνιση. Μέχρι το 1934 υπήρχαν μόνο 20 ελληνόφωνοι στο Καργκέζε, ενώ ο τελευταίος επιζών που μιλούσε την ντόπια γλώσσα πέθανε το 1976, 300 χρόνια μετά που είχαν φτάσει οι Έλληνες άποικοι στο νησί.
Σήμερα οι κάτοικοι του χωριού δεν ξεχνούν την ιστορία τους. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι το 2010 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στο Καργκέζε Μανιάτικο αντάμωμα, για να τιμήσουν την μητρόπολή τους.
Χάρη σε μια πρωτοβουλία του «ΝΟΣΤΟΥ» το 2010 έγινε ένα τριήμερο φεστιβάλ στο οποίο συμμετείχαν οι δήμοι του Οιτύλου, του Καργκέζε και της Μοντρέστα και περιείχε παραδοσιακά χορευτικά συγκροτήματα των τριών δήμων και άλλα πολιτιστικά δρώμενα.
Μέχρι σήμερα δεσπόζει στην δυτική πλευρά της μικρής κοιλάδας της Μουργκάνα η ελληνική Καθολική εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα η οποία ξεκίνησε να φτιάχνεται το 1852 και ολοκληρώθηκε το 1876. Στο εσωτερικό της υπάρχουν εικόνες που έφεραν μαζί τους από τη Μάνη οι Έλληνες άποικοι, όπως η εικόνα των Τριών Ιεραρχών. Η εικόνα είναι με τέμπερα σε ξύλινο καμβά και χρονολογείται από το τελευταίο τέταρτο του 17ου αιώνα.
Επίσης, ψηλά στην αριστερή πλευρά του ναού βρίσκεται η εικόνα του Προδρόμου με φτερά ως άγγελος. Φορά δορά ζώου και έχει γραφή και σταυρό στο δεξί χέρι. Το κεφάλι με φωτοστέφανο στα πόδια του προοιωνίζει τον αποκεφαλισμό του. Σε άλλη εικόνα, πάνω από την είσοδο, κρέμεται ο Επιτάφιος, η εικόνα του Χριστού στον τάφο, ανάγλυφο σε ζωγραφισμένο ξύλο. Οι άλλες τρεις μορφές είναι η Παναγία, ο Νικόδημος και ο Ιωσήφ της Αριμαθαίας.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε και μια θεωρία η οποία προέρχεται από την Κορσική. Από την Κορσική καταγόταν ο Μέγας Ναπολέοντας και καθώς εκεί υπήρχαν πολλοί Έλληνες έχει αποτελέσει αφορμή για να υπάρξουν σενάρια περί μανιάτικης καταγωγής του μεγάλου Γάλλου μονάρχη.
Στα απομνημονεύματά της η Λάουρα Στεφανοπούλου-Ζενότ, δούκισσα Ντʼ Αμπραντές, θυγατέρα της Πανώριας και σύζυγος του υπασπιστή του Μεγάλου Ναπολέοντα, στα απομνημονεύματά της, που δημοσιεύτηκαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στη Γαλλία, αναφερόμενη στην Ελληνική καταγωγή του Ναπολέοντα, γράφει:
«Στο σπίτι του Βοναπάρτη μιλούσαμε ελληνικά με τον πατέρα του Μεγάλου Ναπολέοντα. Πρόγονος του Βοναπάρτη ανήκε στη γενιά των Στεφανόπουλων και έφερε το όνομα Καλόμερος, ο οποίος από το Αιάκειο της Κορσικής μετανάστευσε στην Τοσκάνη της Ιταλίας.
Εκεί το όνομα Καλόμερος εξιταλίστηκε και έγινε Buona Parte (δηλαδή καλό μέρος).
Απόγονος των Βοναπαρτών επέστρεψε από την Τοσκάνη στο Αιάκειο της Κορσικής και έγινε γενάρχης της οικογένειας των Βοναπάρτηδων της Κορσικής».
Ισχύει ή όχι, η πραγματικότητα είναι ότι ο Ναπολέων δεν ένιωθε Έλληνας. Ο ίδιος δήλωνε υπερήφανος για την ιταλική καταγωγή του, περισσότερο από την κορσικανική. Ποτέ του δεν υποστήριξε ότι έχει οποιαδήποτε σχέση με την Ελλάδα ή το υπονόησε. Οπότε πέρα από Γάλλος και Ιταλός δεν ένιωθε, κι ακόμη κι αν έχει ελληνική καταγωγή εξ αίματος, Έλληνας.