Οι στενές σχέσεις των δύο χωρών και η αντίθεση των ΗΠΑ

Μεγάλο εμπορικό και οικονομικό παιχνίδι φαίνεται ότι έγινε μεταξύ Ρωσίας και Κίνας στην συνδιάσκεψη που έγινε στην κινεζική πρωτεύουσα πριν λίγες μέρες. Αναλυτές θεωρούν ότι ήταν μία άτυπη “σύσκεψη του κόσμου”, όπου οι μόνες κερδισμένες βγήκαν οι δύο σύμμαχες χώρες, αφού μεν έκαναν πιο στενές τις οικονομικές τους σχέσεις, ελέχοντας κατά βάση ό,τι κινείται στην ανατολική Ευρασία, έθεσαν δε και τους περιορισμούς τους στην αμερικανική εξωτερική ισχύ όσον αφορά το ζήτημα της Βόρειας Κορέας.

« Η Ρωσία δεν είναι η χώρα εκείνη που φοβάται κάτι. Και είναι απολύτως σαφές ότι οι ενέργειες της Κίνας δεν προσβλέπουν σε καμία απορρόφηση», ήταν η απάντηση που έδωσε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, στο ερώτημα που του τέθηκε κατά την διάρκεια της συνέντευξης Τύπου στο Πεκίνο μετά το τέλος της επίσκεψης του, και συγκεκριμένα αν φοβάται μήπως η κινεζική οικονομία απορροφήσει την Ρωσία.

«Από κοινού παίρνουμε τις αποφάσεις. Και δεν παίρνουμε αποφάσεις, οι οποίες είναι για μας επιβλαβείς . Καταλήγουμε μόνο σ’ εκείνες τις προτάσεις, οι οποίες έχουν όφελος για μας», πρόσθεσε ο πρόεδρος Πούτιν αναφερόμενος στην συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.

«Αμαρτία είναι να μην αξιοποιούμε εκείνες τις δυνατότητες που ανακύπτουν λόγω αυτής της συνεργασίας, είπε χαρακτηριστικά ο ρώσος πρόεδρος. «Η Ρωσία είναι μια χώρα ανοιχτή για συνεργασία με όλες τις χώρες και η Κίνα δείχνει σε όλους σήμερα ότι είναι ανοιχτή σε όλον τον κόσμο» παρατήρησε ο Πούτιν, προσθέτοντας ότι την προηγούμενη είχε συναντήσεις γι’ αυτό το θέμα με τους εκπροσώπους ξένων μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.

Η Ρωσία είναι κατηγορηματικά αντίθετη στο να διευρυνθεί η λέσχη των χωρών που διαθέτουν πυρηνικά όπλα και να ενταχθεί σ’ αυτήν η Βόρεια Κορέα είχε πει ο Πούτιν.

“Θέλω να επιβεβαιώσω ότι είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στην διεύρυνση της λέσχης των πυρηνικών δυνάμεων, περιλαμβανομένης της Κορεατικής Χερσονήσου και της Βόρειας Κορέας” δήλωσε ο ρώσος πρόεδρος απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, με αφορμή την εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου που πραγματοποίησε η Πιονγιάνγκ, προσθέτοντας ότι “είμαστε κατά και αυτό το θεωρούμε αντιπαραγωγικό, επιβλαβές και επικίνδυνο”.

Παράλληλα ο πρόεδρος Πούτιν υπογράμμισε ότι η Ρωσία θεωρεί ανεπίτρεπτη την πραγματοποίηση πυραυλικών δοκιμών και αναγκαία την επιστροφή στον διάλογο με την Βόρεια Κορέα, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι πρέπει να “σταματήσουμε να την εκφοβίζουμε και να βρούμε τρόπους ειρηνικής επίλυσης των προβλημάτων”.

Ο ρώσος πρόεδρος είπε ακόμη ότι η εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου από την Βόρεια Κορέα δεν συνέστησε άμεση απειλή για την Ρωσία, όπως και ότι αμέσως μετά την εκτόξευση του βαλλιστικού πυραύλου ο ίδιος ενημερώθηκε από τον υπουργό Αμύνης Σεργκέι Σόϊγκου. Σχολιάζοντας το ίδιο το γεγονός της εκτόξευσης, ο πρόεδρος Πούτιν είπε χαρακτηριστικά “οτι δεν υπάρχει τίποτα για να σχολιάσω, αλλά ως γεγονός ενισχύει την διένεξη και δεν υπάρχει τίποτα καλό σ’ αυτό”.

Σε αντιδιαστολή με τις προσπάθειες της Βόρειας Κορέας να δημιουργήσει το δικό της πυρηνικό οπλοστάσιο, ο ρώσος πρόεδρος αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στις επεμβάσεις που έχουν πραγματοποιήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες σε τρίτες χώρες, είπε ότι από την άλλη πλευρά οι ωμές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και οι επεμβάσεις σε ξένες χώρες, η ανατροπή καθεστώτων κτλ, ενθαρρύνουν έναν παρόμοιο ανταγωνισμό εξοπλισμών

Αναφερόμενος τέλος στην προοπτική διαλόγου με την Βόρεια Κορέα, ο Πούτιν δήλωσε ότι διάλογος μπορεί να υπάρξει, “πολύ περισσότερο που έχει υπάρξει θετική εμπειρία από έναν παρόμοιο διάλογο που είχε γίνει με την Βόρεια Κορέα”. Υπενθύμισε μάλιστα ότι υπήρξε περίοδος, όταν η Βόρεια Κορέα είχε ανακοινώσει ότι διακόπτει το πυρηνικό της πρόγραμμα, αλλά τότε όσοι συμμετείχαν στις συνομιλίες, όπως είπε, δεν είχαν την υπομονή να περιμένουν. Γι αυτό, κατέληξε, “νομίζω ότι πρέπει να επιστρέψουμε στον διάλογο”.

ΠΗΓΗ