Την εκτίμηση ότι η ενεργειακή κρίση δεν έχει τελειώσει και ότι η Ε.Ε. πρέπει να προετοιμαστεί τόσο για τον επόμενο όσο και για τον μεθεπόμενο χειμώνα εξέφρασε η επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ντίτε Γιουλ Γιόργκενσεν από το βήμα του φόρουμ των Δελφών. «Πάμε στον επόμενο χειμώνα πολύ καλύτερα προετοιμασμένοι, έχουμε εργαλεία και συνεχίζουμε να τα αναπτύσσουμε, αλλά υπάρχει το ρίσκο της αύξησης της ζήτησης φυσικού αερίου από την Κίνα» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα υπογράμμισε την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα της ευρωπαϊκής αντίδρασης, αλλά και την αλληλεγγύη που επέδειξαν τα κράτη-μέλη. «Όλοι βοήθησαν να βρεθούν λύσεις σε δύσκολους καιρούς» είπε και τόνισε την ανάγκη διαφοροποίησης των πηγών ενεργειακού εφοδιασμού της Ε.Ε., εκτιμώντας ότι οι σχέσεις με τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου θα ενισχυθούν.
Το ερώτημα αν η ανάπτυξη των ΑΠΕ δημιουργεί νέου είδους εξαρτήσεις έθεσε ο διευθυντής του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων της Γερμανίας Γκούντραμ Βολφ, τονίζοντας την κυριαρχία της Κίνας στην παραγωγή φωτοβολταϊκών πάνελ. Ωστόσο, όπως πρόσθεσε, αυτή η εξάρτηση είναι διαφορετική από το φυσικό αέριο: «Το πάνελ στην οροφή του σπιτιού μου θα συνεχίσει να παράγει ρεύμα, ακόμη και αν η Κίνα διακόψει τον εφοδιασμό… Χρειαζόμαστε διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού και όχι απαραίτητα παραγωγή εντός Ε.Ε.».
Η διευθύντρια του Ινστιτούτου Brookings Σαμάνθα Γκρος, υπογράμμισε μεν την ανάγκη περιορισμού της εξάρτησης, σημείωσε δε ότι θα ήταν δύσκολο να διακοπεί ο εφοδιασμός από τη Ρωσία που ήταν επί μακρόν αξιόπιστος προμηθευτής φυσικού αερίου με χαμηλές τιμές. Παράλληλα, επέστησε την προσοχή στην προοπτική δημιουργίας νέων εξαρτήσεων της Ε.Ε. από τρίτες χώρες κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης.