Το σχέδιό του να ψηφιοποιήσει το σύνολο των συλλογών του ανακοίνωσε σήμερα Τετάρτη το Βρετανικό Μουσείο, επικαλούμενο την ανάγκη να διασφαλιστεί η πρόσβαση του κοινού στον τεράστιο κατάλογό του, αφού ανέφερε τον Αύγουστο ότι 2.000 αντικείμενα είχαν κλαπεί ή αγνοείτο η τύχη τους.
Το μουσείο, ένα από εκείνα με τους περισσότερους επισκέπτες στον κόσμο, προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από τις κλοπές που έφεραν στο προσκήνιο εσωτερικές αποτυχίες και οδήγησαν τον διευθυντή του στην έξοδο.
«Έχουμε κάνει βήματα ώστε να βελτιώσουμε την ασφάλεια και είμαστε τώρα σίγουροι πως μια τέτοια κλοπή δεν μπορεί ποτέ να συμβεί ξανά» ανέφερε σε δήλωσή του ο προσωρινός διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου Μαρκ Τζόουνς, προσθέτοντας: «Αλλά δεν μπορούμε και δεν πρέπει να θεωρήσουμε πως η ασφάλεια των συλλογών, με μια ευρύτερη έννοια, μπορεί να επιτευχθεί απλώς κλειδώνοντας τα πάντα. Είναι πεποίθησή μου πως η πιο σημαντική απάντηση στις κλοπές είναι να αυξηθεί η πρόσβαση».
Η ανακοίνωση ήρθε καθώς ο πρόεδρος του μουσείου Τζορτζ Όσμπορν απαντούσε σε ερωτήσεις στην κοινοβουλευτική επιτροπή Πολιτισμού, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού για το πώς συνέβησαν οι κλοπές και τι βήματα γίνονται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα συμβούν ξανά.
Το μουσείο απέλυσε ένα μέλος του προσωπικού εξαιτίας του συμβάντος, το οποίο ερευνάται επίσης από τη Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου.
Η προτεινόμενη ψηφιοποίηση θα διαρκέσει πέντε χρόνια, με 2,4 εκατομμύρια αρχεία που θα πρέπει να μεταφορτωθούν ή να αναβαθμιστούν. Οι συλλογές του περιλαμβάνουν συνολικά τουλάχιστον οκτώ εκατομμύρια αντικείμενα, σύμφωνα με τον ιστότοπο του μουσείου.