Η Unicredit είναι αρκετά επιφυλακτική για την επίδοση της ελληνικής οικονομίας το 2024. Σε αντίθεση με τις μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών και θεσμών, που τοποθετούν την ανάπτυξη της Ελλάδας πάνω από το 2%, η ιταλική τράπεζα βλέπει το ΑΕΠ να αυξάνεται κατά μόλις 1,3% το 2024, από 2,3% φέτος, με τον ρυθμό να βελτιώνεται στο 1,7% το 2025.
Βέβαια, αυτές οι εκτιμήσεις είναι πολύ υψηλότερες από το μόλις +0,5% που προβλέπει για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης τη νέα χρονιά, αποδίδοντας αυτήν την επίδοση στην περιοριστική νομισματική πολιτική, στην αυστηρότερη δημοσιονομική στάση και την εξασθένηση της ανθεκτικότητας της αγοράς εργασίας.
Στα θετικά των εκτιμήσεων της Unicredit είναι ότι ο πληθωρισμός της Ελλάδας θα είναι το 2024 ακριβώς στο στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έναντι 2,5% που θα κυριαρχήσει στην Ευρωζώνη, αλλά το 2025 ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα υποχωρήσει στο 1,6% στην Ελλάδα, εκτίμηση που ίσως και να προκαλεί κάποια ανησυχία για την πορεία της ανάπτυξης, αφού το ελληνικό ΑΕΠ στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην κατανάλωση.
Τα περιθώρια της ΕΚΤ
Το μέγεθος του πληθωρισμού θα είναι κρίσιμο για την Ευρωζώνη και την ερχόμενη χρονιά, κατά την Unicredit, καθώς εάν ο δομικός πληθωρισμός επιβεβαιωθεί ότι μπορεί να προσεγγίσει το 2% μέχρι το τέλος του 2024 και να υποχωρήσει κάτω από αυτό το επίπεδο το 2025, θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια τον ερχόμενο Ιούνιο με ρυθμό 25 μ.β. ανά τρίμηνο. Η ιταλική τράπεζα επίσης εκτιμά ότι οι επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP (αγορές τίτλων λόγω πανδημίας) θα συνεχιστούν πλήρως μέχρι το τέλος του 2024.
Για την πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης, η Unicredit προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ 0,5% το 2024, ήτοι με τον ίδιο ρυθμό όπως φέτος. Οι δείκτες της έρευνας υποδηλώνουν ότι το ΑΕΠ είτε θα μείνει στάσιμο είτε θα συρρικνωθεί μέτρια το 4ο τρίμηνο του 2023.
Η μετάδοση αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης στην πραγματική οικονομία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και είναι ξεκάθαρα ορατή στην ύφεση του πιστωτικού κύκλου και στις έντονες πιέσεις στους ευαίσθητους στα επιτόκια τομείς της οικονομίας. Η νομισματική πολιτική πρόκειται να επηρεάσει αρνητικά την οικονομία και το 2024, καθώς τα δάνεια και τα ομόλογα που λήγουν αναχρηματοδοτούνται με πολύ υψηλότερα επιτόκια.
Αυτό θα αυξήσει τις δαπάνες για τόκους των επιχειρήσεων, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της κερδοφορίας τους εν μέσω της συνεχιζόμενης αδυναμίας της ζήτησης. Με τη σειρά του, αυτό είναι πιθανό να επηρεάσει τις προοπτικές για πάγιες επενδύσεις και να αμφισβητήσει την ανθεκτικότητα των σχεδίων προσλήψεων των επιχειρήσεων, ασκώντας ανοδική πίεση στο ποσοστό ανεργίας και καθοδική πίεση στην αύξηση των μισθών.
Οι κίνδυνοι
Αναφορικά με τις δυσκολίες που μπορεί να επηρεάσουν την οικονομία, η ιταλική τράπεζα εκτιμά ότι θα παραμείνουν ισχυρές το 2024, καθώς η μετάδοση των επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ συνεχίζεται σε μια περίοδο που τα αποθέματα αποταμίευσης των νοικοκυριών έχουν εξαντληθεί σε μεγάλο βαθμό, η δημοσιονομική πολιτική γίνεται αυστηρότερη και η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας αρχίζει να εξασθενεί.
Ωστόσο, ο αποπληθωρισμός και η ήπια ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου είναι πιθανό να προσφέρουν κάποια στήριξη. Προβλέπει, δε, ότι η σταδιακή ανάπτυξη θα γίνει θετική στις αρχές του 2024 και θα επιταχυνθεί εκ νέου αργά στη συνέχεια.