Tην απαλλαγή όλων των κατηγορούμενων στην υπόθεση της Folli Follie για το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης ζήτησε στην αγόρευσή της η εισαγγελέας της Έδρας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας, όπου συνεχίζεται η δίκη για τους παραποιημένους ισολογισμούς της εταιρείας, καθώς -όπως είπε- δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της εγκληματικής οργάνωσης.
Όσον αφορά την κατηγορία της πλαστογραφίας, η εισαγγελέας την απέδωσε στα δύο στελέχη του ομίλου στην Ασία, σε βάρος των οποίων έχουν εκδοθεί εντάλματα σύλληψης. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της αγόρευσής της, η εισαγγελέας τόνισε για το αδίκημα της πλαστογραφίας: «Ο Ιωάννης Μπεγιέτης ενεργούσε από κοινού με τον Tonio Law, συνυπέγραφε τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Ήταν ο κεντρικός πρωταγωνιστής της πλαστογραφίας, εφευρίσκε ανύπαρκτα ονόματα για πλαστή αλληλογραφία με την Alpha Bank, ήταν ο άνθρωπος πίσω απ’ όλα».
Παράλληλα, εισηγήθηκε να κριθεί ένοχος ο ιδρυτής του ομίλου Δημήτρης Κουτσολιούτσος για το αδίκημα της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία και την απαλλαγή του γιου του Τζώρτζη για το ίδιο αδίκημα λόγω αμφιβολιών. «Ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος ήταν ιδρυτής και βασικός μέτοχος, και υπέγραφε τις οικονομικές καταστάσεις. Από το 2001 εν γνώσει του είχαν αρχίσει να συστήνονται εταιρείες ελεγχόμενες από τον υποόμιλο της Ασίας. Ήταν συγκεντρωτικός. Ασφαλώς και γνώριζε τα οικονομικά μεγέθη της επιχείρησης και τους κινδύνους. Χωρίς τη δίκη του παρότρυνση δεν θα μπορούσε κανένας διοικητικός να αναλάβει πρωτοβουλία για πλαστογραφίες και άλλες ενέργειες» τόνισε η εισαγγελέας.
Για τον Τζώρτζη Κουτσολιούτσου, η εισαγγελέας ανέφερε: «Ο Τζώρτζης Κουτσολιούτσος γνώριζε πολλά και ευλόγως θα γνώριζε και για τις πλαστογραφίες. Ωστόσο, δεδομένης της όχι τόσο συχνής επαφής του με τα στελέχη της Ασίας δεν μπορεί να προκύψει αναμφίβολα ότι προέτρεψε στο αδίκημα της πλαστογραφίας».
Ωστόσο, η εισαγγελέας πρότεινε πατέρας και γιος να κηρυχθούν ένοχοι για το αδίκημα της χειραγώγησης της μετοχής, ζητώντας την απαλλαγή της Αικατερίνης Κουτσολιούτσου. «Οι παραποιημένες καταστάσεις του ομίλου οδηγούσαν στην εδραίωση της εταιρείας, γίνονταν εύκολα η έκδοση ομολόγων, αποκτούσε εύκολα ρευστότητα, αντλούσε άνετα κεφαλαία από Δημόσιο και ιδιώτες, εξασφάλιζε επωφελείς συμβάσεις και συνεργασίες, και με αυτό τον τρόπο ήταν ευχερέστερος ο διακανονισμός των χρεών. Μπορούσε να εισφέρει μετοχές της για συμμετοχή της σε άλλες οικονομικές δραστηριότητες και ο πρόεδρος και τα στελέχη της απολάμβαναν υψηλές αμοιβές. Η πώληση μετοχών από τον Δημήτρη και τον Τζώρτζη Κουτσολιούτσο σε μεγαλύτερη αξία από την πραγματική συνέβαλε κατά πολύ στην αύξηση των παράνομων κερδών τους. Το αποτέλεσμα ήταν η ζημιά των επενδυτών και μετόχων της εταιρείας με την αναστολή της μετοχής. Υπαίτιοι ποιοι ήταν; Οι Δημήτρης και Τζώρτζης Κουτσολιούτσος γιατί γνώριζαν τι συνέβαινε και παραπλάνησαν. Το γεγονός ότι ικανοποιήθηκαν εκ των υστέρων ομολογιούχοι θα ληφθεί υπόψη για την αξιολόγηση της εγκληματικής τους δράσης».
Η εισαγγελέας ζήτησε επίσης την απαλλαγή της Αικατερίνης Κουτσολιούτσου για το αδίκημα της χειραγώγησης, επισημαίνοντας ότι ασχολιόταν με το δημιουργικό κομμάτι της επιχείρησης.