Ελλάδα έχει κάνει μεγάλη πρόοδο στις ΑΠΕ και έχει ουσιαστικά πετύχει ήδη το στόχο για το 2020, καθώς ήδη το 18% της καταναλισκόμενης ενέργειας παράγεται από ανανεώσιμες πηγές και με το νέο μεγάλο κύκλο επενδύσεων που θα αφορά την αιολική ενέργεια, το ποσοστό θα αυξηθεί περαιτέρω.
Για τις επενδύσεις στην αιολική ενέργεια υπάρχει «τρομερό ενδιαφέρον» που θα φέρει κεφάλαια 1 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια, όπως εκτίμησε.
Στην ηλιακή ενέργεια και τα φωτοβολταϊκά, αντίθετα, υπάρχει μία σχετική επιβράδυνση, κάτι που δικαιολογείται από την μεγάλη έκρηξη που σημειώθηκε τα προηγούμενα χρόνια.
Ο κ.Σταθάκης επισήμανε ότι το επόμενο διάστημα και στις ανανεώσιμες πηγές θα λειτουργούν περισσότερο οι μηχανισμοί της αγοράς και λιγότερο οι διασφαλίσεις εγγυήσεων.
Το νέο κεφάλαιο που ανοίγει στην ενέργεια και είναι ο τρίτος στόχος της ενεργειακής πολιτικής της κυβέρνησης αφορά τον κλάδο της εξοικονόμησης ενέργειας, αυτό το «νέο μεγάλο πεδίο» που δεν έχει ξεκινήσει ακόμη στην Ελλάδα, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τη βιομηχανία και άλλους τομείς, συνέχισε ο κ.Σταθάκης.
Όπως εκτίμησε, και εκεί θα ανοίξει ένας μεγάλος κύκλος επενδύσεων στην Ελλάδα.
Αναφερόμενος εξάλλου στη χρήση του λιγνίτη για την παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα, ο υπουργός σημείωσε ότι πρόκειται για μείζον ζήτημα.
«Νομίζω ότι ο λιγνίτης θα παραμείνει σημαντικό μέρος του μίγματος, για πολύ προφανείς λόγους», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, το μείγμα αυτό είναι εντός των στόχων και προωθούνται οι κατάλληλες τεχνολογίες που θα μειώσουν τον περιβαλλοντικό του αντίκτυπο, προσέθεσε ο ίδιος.