Μέχρι τις αρχές του Μαΐου του 1821 τα στρατεύματα του Κολοκοτρώνη είχαν σφίξει τον κλοιό γύρω από την Τριπολιτσά, τότε έφτασε από τα Γιάννενα ο Μουσταφάμπεης με 3.500 Τούρκους και αποφάσισε να κυνηγήσει τον Κολοκοτρώνη οι ήττες του όμως στο Βαλτέτσι (12 Μαΐου) και στα Δολιανά εκεί που έμεινε στην Ιστορία ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος για τα κατορθώματά του, (18 Μαΐου) αναπτέρωσαν το ηθικό των Ελλήνων. Την παραμονή της αλώσεως ο αριθμός των πολιορκητών Ελλήνων είχε φτάσει στους 10.000 άνδρες, ενώ μέσα στην Τριπολιτσά τότε ζούσαν 35.000 άνθρωποι… Έλληνες, Τούρκοι, Αλβανοί και Εβραίοι.

Ο Κολοκοτρώνης συνέλαβε την ιδέα να χτίσουν τάφρο γύρω από την πόλη ώστε να δυσκολέψει περισσότερο η ζωή των πολιορκημένων. Πίσω από την τάφρο τοποθετήθηκαν τα τέσσερα σώματα των Ελλήνων με επικεφαλής τους: Κολοκοτρώνη, Μαυρομιχάλη, Αναγνωσταρά και Παναγιώτη Γιατράκο. Ο Μουσταφάμπεης αντιλήφθηκε το σχέδιο και επιχείρησε με έξοδο στις 18 Αυγούστου να διασπάσει τις δυνάμεις των Ελλήνων, ηττήθηκε όμως και οι πολλές του απώλειες έκαναν τους μπέηδες και τους αγάδες να σκέφτονται την παράδοση.

Τους πρόλαβε όμως ένας στρατιώτης από τον Πραστό Κυνουρίας ο Μανώλης Δούνιας ο οποίος αναρριχήθηκε στα τείχη της πόλης και άνοιξε τις πύλες στους Έλληνες στις 23 Σεπτεμβρίου. Οι Έλληνες όρμησαν μέσα στην πόλη και οι Τούρκοι αντιστάθηκαν επί δίωρο αλλά μάταια.

Οι Αλβανοί της πόλης είχαν φύγει συνοδεία των Ελλήνων, προφανώς για να ενισχύσουν τον Αλή Πασά και τους Σουλιώτες στον πόλεμό τους με τους Τούρκους. Όπως ήταν αναμενόμενο οι Έλληνες μη λησμονώντας τις σφαγές τους από τους Τούρκους και τους γνωστούς “συμμάχους “τους , από την Παρασκευή έως την Κυριακή είχαν σκοτώσει περίπου 32.000 από αυτούς, ανεξαρτήτως φύλλου και ηλικίας.

Ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης έγραψε: «Το άλογό μου από τα τείχη έως τα σαράγια δεν επάτησε γη…Το ασκέρι όπου ήτον μέσα, το ελληνικό, έκοβε και εσκότωνε, από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άντρες, τριάνταδύο χιλιάδες».

Ενώ ο William St. Clair ανέφερε: «Πολύ πάνω από δέκα χιλιάδες Τούρκοι πέθαναν. Αιχμάλωτοι τους οποίους υποπτευόταν οι Έλληνες ότι έκρυβαν τα χρήματά τους βασανίστηκαν βίαια. Τους ξερίζωσαν χέρια και πόδια και τους σούβλισαν αργά πάνω σε φωτιές. Άνοιγαν τις κοιλιές των εγκύων γυναικών, τους έκοβαν τα κεφάλια και έβαζαν κεφάλια σκυλιών ανάμεσα στα πόδια τους. Από την Παρασκευή ως την Κυριακή ο αέρας ήταν γεμάτος από κραυγές. Ένας Έλληνας καυχάτο ότι έσφαξε ενενήντα αμάχους. Οι Eβραίοι της πόλης υπέστησαν συστηματικούς βασανισμούς … Επί εβδομάδες μετά λιμοκτονούντα παιδιά Τούρκων που έτρεχαν αβοήθητα μέσα στα χαλάσματα σφαγιάσθηκαν και πυροβολήθηκαν από ενθουσιώδεις Έλληνες… Όλα τα πηγάδια μολύνθηκαν από τα πτώματα που είχαν πέσει μέσα» (That Greece Might Still Be Free: The Philhellenes in the War of Independence, Oxford University Press, London)

Η νίκη αυτή αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων και εδραίωσε την επανάσταση, ολόκληρη η Πελοπόννησος ήταν ελεύθερη εκτός από τα φρούρια της Μεθώνης, της Κορώνης, του Ναυπλίου και της Πάτρας τα οποία όμως πολιορκούνταν στενά από τους Έλληνες.

Για όσους έχουν σπεύσει στο παρελθόν αλλά θα σπεύσουν και στο μέλλον να κατηγορήσουν τους Έλληνες και να αμαυρώσουν την νίκη λόγω των δίκαιων αντεκδικήσεων θα τους προτρέψουμε να αναλογιστούν τα δεινά του λαού μας για 400 χρόνια από τους βάρβαρους Τούρκους και τους συμμάχους τους, όχι μόνον τους Αλβανούς.

Μην ξεχνάμε άλλωστε τί εγραψαν και οι ξένοι, όπως ο Abraham John Valpy, για το ’21 «το πιο βάρβαρο απ’ όλα…είναι η προσπάθεια μερικών να εξομοιώσουν το ελληνικό χαρακτηριστικό της “συστηματικής σκληρότητας”, όπως το λένε, με εκείνο των ίδιων των Τούρκων, και για το λόγο αυτό αναφέρονται συνεχώς στην ιστορία των βαρβαροτήτων που πραγματοποιήθηκαν στην Τριπολιτσά…Εάν μιλάμε για συστηματικές σκληρότητες, δεν θα πρέπει να δώσουμε προσοχή τόσο στις φρικτές πράξεις του πολέμου, αν και είναι τρομερές, όσο σε εκείνες που για τέσσερις συνεχείς αιώνες εφαρμόσθηκαν μονομερώς ενάντια στα αθώα θύματά τους» ( The Pamphleteer, Great Britain Politics and government Periodicals, 1822)…

ΠΗΓΗ