Οι εργασιακές σχέσεις θα είναι ένα από τα βασικά θέματα που θα συζητηθούν μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης. Το τι θέλουν οι δανειστές (ΔΝΤ) είναι γνωστό. Το τι θέλει να αποφύγει η ελληνική πλευρά είναι επίσης γνωστό. Το τι επιθυμούν οι εργοδοτικές οργανώσεις –αυτές που εκπροσωπούνται από τον ΣΕΒ– το ξέρουμε.

Στόχος τους είναι να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον στους εργασιακούς χώρους πολύ φιλικό για τα συμφέροντά τους. Να κάνουν απολύσεις με συνοπτικές διαδικασίες, να μειώσουν το κόστος των αποζημιώσεων, να επιβληθεί χωρίς αστερίσκους το μοντέλο των ατομικών και επιχειρησιακών συμβάσεων, να καταργηθούν οι ενδιάμεσοι μηχανισμοί που ασχολούνται με την επίλυση διαφορών και να περιοριστεί στα όρια της εξαφάνισης το δικαίωμα των εργαζομένων να προκηρύσσουν απεργία.

Η σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία είναι από τη φύση της ετεροβαρής, η ισορροπία που υπήρχε στην Ευρώπη τη «χρυσή περίοδο» της σοσιαλδημοκρατίας έχει ανατραπεί και σήμερα ο νεοφιλελευθερισμός προσπαθεί να εξαλείψει ό,τι προστατεύει στοιχειωδώς τους εργαζόμενους.

Στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της αύξησης της παραγωγικότητας (η απληστία μεταμφιεσμένη) οι οικονομικές ελίτ προωθούν πολιτικές που μετατρέπουν τους εργαζόμενους σε σύγχρονους σκλάβους χωρίς φωνή. Οι διαφορετικές απόψεις που κατατίθενται χαρακτηρίζονται παρωχημένες, αντιπαραγωγικές και φυσικά λαϊκιστικές.

Το λέει καθαρά ο ΣΕΒ: «Η επαναφορά εργασιακών ρυθμίσεων που ίσχυαν πριν από την κρίση δεν πρόκειται να οδηγήσει σε έξοδο από την ύφεση. Θα οδηγήσουν, αντιθέτως, σε δυσκολότερη επίτευξη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, σε απώθηση ξένων επενδύσεων, με δυσμενείς επιπτώσεις για το μέλλον της οικονομίας μας». Το λέει επίσης και ο αρχηγός της Ν.Δ., ο οποίος ταυτίζεται πλήρως με τις προτάσεις του ΔΝΤ στο μέτωπο των εργασιακών σχέσεων.

Και η Ευρώπη; Αυτή στην αρχή κρύφτηκε πίσω από τη λογική «να εφαρμοστούν οι βέλτιστες πρακτικές που ισχύουν στις ευρωπαϊκές χώρες», διατύπωσε κάποιες γενικές αρχές του τύπου «ανάπτυξη για όλους με κοινωνική δικαιοσύνη», όμως οι εκπρόσωποί της στους θεσμούς παρέμεναν βουβοί, όταν το ΔΝΤ πίεζε για να περάσουν οι σκληρές θέσεις του.

Το κλίμα στην Ευρώπη δεν ευνοεί την ελληνική κυβέρνηση. Οι κυβερνήσεις που θα μπορούσαν να την στηρίξουν και έχουν κάποιο διαπραγματευτικό εκτόπισμα είτε έχουν κάνει τις αλλαγές στο εργασιακό πεδίο (Ιταλία) είτε τις έχουν δρομολογήσει (Γαλλία).

Ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Παντοάν στη συνέντευξή του στην «Εφ.Συν.» (18.9.2017) το είπε κομψά: «Το Jobs Act [ο νόμος για την Απασχόληση που ψηφίστηκε επί Ρέντσι] έφερε μια ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων των εργαζόμενων και της ανάγκης των εργοδοτών να προσαρμόζουν την παραγωγή στη ζήτηση. Το καταφέραμε αυτό καταργώντας διάφορες άχρηστες αγκυλώσεις στην αγορά εργασίας».

Ο αρχιτέκτονας της αντιδραστικής μεταρρύθμισης στη Γαλλία πρόεδρος Μακρόν χαρακτήρισε τους διαδηλωτές «τεμπέληδες, κυνικούς, εξτρεμιστές», σημειώνοντας ότι «η δημοκρατία δεν είναι η φωνή του δρόμου».

Το κακό είναι ότι ο «δρόμος» (ο φόβος των… Μακρόν), αυτός που, όπως είπε ο Μελανσόν, έδιωξε τους βασιλιάδες και τους ναζί, αλλού είναι διασπασμένος, αλλού άφαντος και αλλού περιορίζεται στην έκδοση ανακοινώσεων και στη διοργάνωση δίωρων συμβολικών καταλήψεων.

Ανάγωγα

Οι μαρξιστές όλων των αποχρώσεων (λενινιστές, τροτσκιστές, μαοϊκοί, ελευθεριακοί) λένε ότι τα αστικά κόμματα εκφράζουν και υπηρετούν τα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών. Παρακολουθώντας χτες τη διαδικασία στη Βουλή και ακούγοντας τις τοποθετήσεις των στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, τους έδωσα δίκιο βουνό.

Πηγή: http://www.efsyn.gr