«Είναι ευτυχής εκείνος που από την παιδική του ηλικία μεγαλώνει μέσα σε θρησκευτικές παραδόσεις. τίποτα δεν μπορεί να τις αντικαταστήσει. Αποκαλύπτουν, κάθε φορά και περισσότερο, κάθε φορά και πιο ευτυχισμένα, το βαθύ τους νόημα. Το να γνωρίζει κανείς ότι κάποτε υπήρξε ένας Σωτήρας, αποτελεί το μεγαλύτερο αγαθό του ανθρώπου. Το να ζητήσει κανείς να τα πετάξει όλα αυτά, δείχνει έλλειψη ελευθερίας, δείχνει πνεύμα δούλο, που δέχεται ανόητες, δημαγωγικές επιδράσεις» (Βάγκνερ)

ΣΥΝΗΘΩΣ, χρυσή περίοδος στον χώρο της αρχαίας μουσικής θεωρείται η άνθηση της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Είναι η εποχή που οι μεγάλοι φιλόσοφοι και οι μεγάλοι μαθηματικοί (Αριστοτέλης, Πλάτων, Πυθαγόρας) ασχολούνται με τη μουσική ως συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης ζωής, προσανατολίζοντας τις εξελίξεις της προς τις μορφές εκείνες, που έστω με αλλαγές και ανατροπές, επέζησαν αργότερα έως τον Μεσαίωνα.

Λένε πως οι ύμνοι του χριστιανισμού π.χ., που ενοποιήθηκαν αργότερα στο γρηγοριανό μέλος, εμφανίζουν την επίδραση των πιο αρχαίων εβραϊκών ύμνων, που κι αυτοί με τη σειρά τους είναι επηρεασμένοι από τον προηγηθέντα ελληνικό μουσικό πολιτισμό. Κατά τον ίδιο τρόπο και η μη θρησκευτική μουσική που θα απομακρυνθεί από το γρηγοριανό μέλος με την εμφάνιση και την εξέλιξη των διάφορων εθνικών γλωσσών, θα διατηρήσει για πολύ καιρό ένα λειτουργικό χαρακτηριστικό, που ανασυνδέει την εμπειρία των τροβαδούρων με τις αρχαιότατες ελληνικές και εβραϊκές μελωδίες. Κατά τον ίδιο τρόπο εξάλλου, στη μουσική του Μπαχ συγκλίνουν η μουσική του Φρεσκομπάλντι και του Βιβάλντι, όπως οι Μότσαρτ και Χάιντν θα τροφοδοτήσουν την τέχνη του Μπετόβεν, όπως η ωριμότητα του Ροσίνι θα διαφοροποιηθεί από τη νεανική παραγωγή του Βέρντι κοκ.

Παρά ταύτα, σύμφωνα με διάφορους ιστορικούς ερευνητές και μουσικολόγους, υπάρχουν διάσημοι μουσικοί συνθέτες ή μουσουργοί, οι οποίοι, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν άθεοι ή υλιστές, ακόμα και άλλοι που πίστευαν στην θρησκεία των εθνικών, στην πορεία συνέθεσαν μουσικά αριστουργήματα υπέρ της χριστιανικής πίστεως και της Εκκλησίας του Χριστού. Κι όχι μόνον. Υπήρξαν συνθέτες οι οποίοι μπορεί να πίστευαν σε διαφορετικό χριστιανικό δόγμα, αλλά τα έργα τους συγκινούσαν περισσότερο ετερόδοξους. Χαρακτηριστικά θα αναφέρουμε ορισμένους εξ αυτών:

►Ο Διαμαρυρόμενος Ιωάννης Σεβαστιανός Μπαχ γράφει μια λειτουργία για την Καθολική Εκκλησία –την περίφημη «Λειτουργία σε σι ελάσσονα», γνωστή και ως Μεγάλη Λειτουργία (1), ένα από τα τελευταία και σημαντικότερα έργα του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ.
►Ο Καθολικός Λουδοβίκος βαν Μπετόβεν γράφει το αριστούργημά του –την Μίσσα Σολέμνις (2), ξεπερνώντας με τον πανανθρώπινο των στοχασμών και τν συναισθημάτων, αλλά και την ελευθερία του πνεύματος, τα όρια δογμάτων και εκκλησιαστικών περιορισμών.
►Ο Διαμαρτυρόμενος Ροβέρτος Σούμαν δεν διστάζει να γράψει για την Καθολική εκκλησία ένα Ρέκβιεμ και μία λειτουργία!
►Ο «ειδωλολάτρης» ή «εθνικός» Ριχάρδος Βάγκνερ κλείνει το δημιουργικό του έργο με ένα ιερό μουσικόδραμα, το οποίοι λούζεται στις λαμπερές αχτίδες του χριστιανικού φωτός, τον «Πάρσιφαλ» (3).
►Ο «άθεος» Έκτωρ Μπερλιόζ γράφει ένα Ρέκβιεμ, που αποτελεί μια υπέροχη δημιουργία θρησκευτικής μουσικής. Ως γράφεται, το έργο αυτό, ο Μπερλιόζ, το αγαπούσε πάρα πολύ.
►Ο Μότσαρτ μιλούσε πάντα με τη μεγαλύτερη συγκίνηση για τα συναισθήματα που ένιωθε ακούγοντας την ώρα της θείας λειτουργίας το «Άγκνους Ντέι! κβι τόλλις πεκκάτα μούντι! Ντόνα νόμπις πάκεμ!», καθώς και το «Μπενετίκτους κβι βένιτ ιν νόμινα Ντόμινι»!

Δεν θα μιλήσουμε για τον μεγάλο πιστό της Καθολικής εκκλησίας, τον Χάϋδν(4), ούτε για τον Φρανς Λιστ, του οποίου το ρομαντικό πάθος για την χριστιανική πίστη, που είχε την πρωτοπορία της στις θρησκευτικές του συνθέσεις. Κάνοντας, όμως, ορισμένες σκέψεις πάνω σ’αυτό το ζήτημα, θα λέγαμε, για παράδειγμα, ήτι η αντιπαράθεση ομολογιών του πιστού καθολικού Μπετόβεν και του «ειδωλολάτρη» (όπως τον θεωρούσαν) Βάγκνερ, αποτελεί ένα είδος «συνισταμένης» στο κεφάλαιο του θρησκευτικού «πιστεύω» των μουσικών, που μπορεί να μας οδηγήσει σε ένα βασικό συμπέρασμα. Και ίσως γι’αυτό ακούμε τον Μπετόβεν να ομολογεί:

«Πρέπει να υμνήσω σε, Πανάγαθε, γιατί με όλα τα μέσα προσπάθησες να με τραβήξεις κοντά Σου. Με έκανες να νιώσω το βαρύ χέρι της οργής σου, και με ποικίλες τιμωρίες μου ταπείνωσες την περήφανη καρδιά μου. Μου έστειλες αρρώστιες και άλλα ατυχήματα για να στοχαστώ πάνω στις αδυναμίες μου. Μόνο για ένα σε παρακαλώ, Θεέ μου: μη παύσεις να φροντίζεις για την καλυτέρευσή μου. Άφησέ με κατά το θέλημά Σου, να επιστρέψω σε Σένα και να γίνω γόνιμος σε καλά έργα».

Αλλά εάν αυτά ομολογεί ο Μπετόβεν, ας ακούσουμε τι λέει ο ίδιος ο «άθεος» Βάγκνερ:

«Είναι ευτυχής εκείνος που από την παιδική του ηλικία μεγαλώνει μέσα σε θρησκευτικές παραδόσεις. τίποτα δεν μπορεί να τις αντικαταστήσει. Αποκαλύπτουν, κάθε φορά και περισσότερο, κάθε φορά και πιο ευτυχισμένα, το βαθύ τους νόημα. Το να γνωρίζει κανείς ότι κάποτε υπήρξε ένας Σωτήρας, αποτελεί το μεγαλύτερο αγαθό του ανθρώπου. Το να ζητήσει κανείς να τα πετάξει όλα αυτά, δείχνει έλλειψη ελευθερίας, δείχνει πνεύμα δούλο, που δέχεται ανόητες, δημαγωγικές επιδράσεις»

Κλείνοντας, θα θυμηθούμε έναν μεγάλο μουσικολόγο, τον Δ. Α. Χαμουδόπουλο, ο οποίος σε ένα σχετικό δημοσίευμά του έγραφε τα εξής:

«Ήταν φυσικό, από μια ομολογία, όπως του Μπετόβεν, να γεννηθεί μια Μίσσα Σολέμνις και από μιαν ομολογία, όπως του Βάγκνερ, ένας «Πάρσιφαλ». Στους άλλους πνευματικούς ανθρώπους και δημιουργούς μπορεί κανείς να βρει έναν πραγματικό άθεο. Στους μουσικούς υπάρχει πάντα ένας βαθύτερος ιερός παλμός, μια πίστη –χαλαρή ή έντονη, αδιάφορο- στη Θεία Δύναμη. Να οφείλεται τούτο στη «φύση» της Τέχνης αυτής, που προκαλεί μιαν ουράνια έκταση; Να οφείλεται στο άϋλο και ασύλληπτο «στοιχείο» της –στον ήχο, που σε φέρνει κοντά στο Θεό;».

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

(1) Η Λειτουργία σε σι ελάσσονα (BWV 232), γνωστή και ως Μεγάλη Λειτουργία, είναι ένα από τα τελευταία και σημαντικότερα έργα του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Ανήκει στις θρησκευτικές συνθέσεις του και κατέχει εξέχουσα θέση στον κατάλογο των έργων του καθώς θεωρείται πως αντιπροσωπεύει την κορύφωση του έργου του.

(2) Για τον Beethoven ένα απλό μουσικό σχήμα μπορούσε να γεννήσει μία ολόκληρη συμφωνία. Από το 1818 έως το 1824 συνέθεσε την κολοσσιαία σονάτα Hammerklavier, τις τρεις τελευταίες σονάτες για πιάνο, τις παραλλαγές Diabelli, τη λειτουργία Missa Solemnis και την αριστουργηματική 9η Συμφωνία.

(3) Ο Πάρσιφαλ (γερμ. Parsifal) είναι ρομαντική όπερα τριών πράξεων του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Βασίζεται εν μέρει στο επικό ποίημα του Βόλφραμ φον Έσενμπαχ «Πάρτσιφαλ», το οποίο γράφτηκε τον 13ο αιώνα για τον Αρθουριανό ιππότη Πέρσιβαλ και την αναζήτησή του για το Άγιο Δισκοπότηρο, καθώς και στο ποίημα του Κρετιέν ντε Τρουά «Πάρσιφαλ ή Το Έπος του Γκράαλ».

(4) Ο Φραντς Γιόζεφ Χάυντν (γερμανικά: Franz Joseph Haydn‎• 31 Μαρτίου ή 1 Απριλίου 1732 – 31 Μαΐου 1809) (αναφέρεται και γράφεται και ως Χάυδν), ήταν Αυστριακός συνθέτης, ένας από τους σημαντικότερους της κλασικής εποχής της μουσικής. Θεωρείται ο “πατέρας” της συμφωνίας και του κουαρτέτου εγχόρδων. Το έργο του περιλαμβάνει κυρίως οργανική μουσική — συμφωνίες και μουσική δωματίου — καθώς και φωνητικά έργα στα οποία περιλαμβάνονται κωμικές και δραματικές όπερες.

[Στην πάνω φωτογραφία: Στον υποβλητικό καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων ο Gustavo Dudamel διευθύνει ένα μεγαλειώδες μουσικό έργο για το οποίο ο συνθέτης του λίγο πριν πεθάνει έγραψε «Αν τυχόν απειλούνταν με αφανισμό το σύνολο των έργων μου εκτός από ένα, θα έσωζα το Ρέκβιεμ». Πρόκειται για μια αληθινή μυσταγωγία, την οποία παρακολούθησαν, στις 22 Ιανουαρίου 2014, 1200 θεατές.]

ΠΗΓΗ