«Τουλάχιστον δὲν φαντάζονται πὼς κ᾿ ἕνα λιοντάρι στὴ φυσική κατάστασή του, ποὺ τὸ στόλισε ὁ Θεὸς μὲ τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς χαίτης του, θὰ γίνη σὰν ἕνα ψωρόσκυλο, ἂν τὸ κουρέψουνε;
Ὁ Οἰκουμενισμός, τό μοῦσι καί τό «μοῦσι»

Πορφυρίτης

Περί γενειάδος σήμερα ὁ λόγος, μιᾶς καί ὁ ἑκατοντάχρονος συγχρωτισμός μέ τούς αἱρετικούς Λατίνους καί τά ἤθη τους, ἔχει ἐπηρεάσει καί τήν ἐμφάνιση τῶν κληρικῶν, τῶν ἀνηκόντων στήν Ἐκκλησία.
Τό φαινόμενο τοῦ ψαλιδισμοῦ
τῶν γενειῶν εἶχε ἀρχίσει ἐδῶ καί πολλές δεκαετίες, μέ τό ψαλίδι νά μπαίνει ὅλο και πιό βαθειά, σέ σημεῖο, νά μήν διακρίνεται, ἐάν κάποιος εἶναι ἤ δέν εἶναι κληρικός.
Εὐτυχῶς, ὑπάρχει ἀκόμη τό ἁγιασμένο ρᾶσο, πού κάνει τήν(ἐμφανισιακή) διαφορά! Στό τέλος θά ξεχάσουμε ποιό εἶναι ὀρθό καί ποιό ὄχι· θά βλέπουμε κάποιον σεβάσμιο κληρικό μέ μακριά γενειάδα, και θά μᾶς φαίνεται ἐξωγήινος!

Ὁ μακαριστός Φώτιος Κόντογλου, ἀναφερόμενος στά γένεια τῶν κληρικῶν καί στούς νεωτεριστές, ἔγραψε: «Τουλάχιστον δὲν φαντάζονται πὼς κ᾿ ἕνα λιοντάρι στὴ φυσική του κατάστασή του, ποὺ τὸ στόλισε ὁ Θεὸς μὲ τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς χαίτης του, θὰ γίνη σὰν ἕνα ψωρόσκυλο, ἂν τὸ κουρέψουνε;
Μήτε ἕνα τόσο πρακτικὸ πρᾶγμα δὲν βάζουνε στὸν νοῦ τους αὐτοὶ οἱ ‘‘πρακτικοὶ’’ κύριοι;
Μὰ τέτοια κεφάλια δὲν γεμίζουνε μήτε μὲ χίλια πράγματα ποὺ μπορεῖ νὰ πῆ κανένας ἀπάνω σ᾿ αὐτὸ τὸ θέμα»[1]

Στήν πραγματεία «Κόμη καί γένειον παρά τοῖς Κληρικοῖς» τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Καλλινίκου[2], στήν ὁποία πραγματοποιεῖται ἱστορική ἀναδρομή μέ ἀναφορά στήν κόμη καί στά γένεια τῶν κληρικῶν, ὅπως ἄλλωστε φαίνεται καί ἀπό τόν τίτλο της, ἐπιλογικά ἀναγράφεται τό ἑξῆς συμπέρασμα: «…τό γένειον τῶν σημερινῶν κληρικῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τυγχάνει σύμφωνον καί πρό τήν ἀνδρικήν φύσιν καί πρός τάς Γραφάς καί πρός τό ἱστορικόν παρελθόν μας…».

«Κατά μίμηση τοῦ Χριστοῦ», γράφει καί ὁ Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος[3], «οἱ ἱερεῖς ἀνά τούς αἰῶνες ἄφηναν τά γένια ὡς σημεῖο ἀφιερώσεως. Γι΄ αὐτό καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός κατά τίς περιοδεῖες του παρακινοῦσε τούς ἀκροατές τοῦ κηρύγματός του νά ἀφήνουν τά γένια τους καί τούς μοίραζε κτένες.
Οἱ ἱερές εἰκόνες καί οἱ τοιχογραφίες παρουσιάζουν τούς Ἁγίους μέ τό γένειό τους μικρό ἤ μεγάλο, πάντως φυσικό καί ὄχι ξυρισμένους.
Ἐντύπωση μᾶς προξενοῦν μερικά μικρά παιδιά, πού ὅταν βλέπουν Ἱερέα μέ τά ρᾶσα του καί τά γένια του κάνουν τόν σταυρό τους καί φωνάζουν στήν Μητέρα ἤ στήν Γιαγιά πού τά χειραγωγεῖ ‘‘ἅγιος-ἅγιος’’. Τά γένια καί τά μαλλιά δέν κάνουν τόν παπᾶ, ὅπως λέγει ὁ λαός, ἀλλά στόν Ἱερέα τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου προσδίδουν ἱεροπρέπεια.
…Κάτω ἀπό τήν πίεση τῆς μοντέρνας ἱερατείας πού δυστυχῶς κατακτᾶ συνεχῶς ἔδαφος λόγῳ τῆς ἐκκοσμικεύσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου χάνουμε τήν δύναμη καί τήν αἴγλη τοῦ ἱερατικοῦ μας ἀξιώματος καί εἴμεθα ὡσάν ἐκείνους, διά τούς ὁποίους λέγει στόν Τιμόθεο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: ‘‘ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας τήν δέ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι’’ (Β΄ Τιμοθ. 3,5)…».
Ἄς δοῦμε καί τήν ἄποψη ἑνός σύγχρονου ἁγίου· ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, ἀπαντᾶ σέ κάποιον ἱερέα:

«Ἐσεῖς θεωρεῖτε, τίμιε πατέρα, λεπτομέρεια την ἔνδυση τῶν ἱερέων, τά γένια καί τά μαλλιά, καί παραξενεύεστε, πού ἡ ὑψηλότερη ἐκκλησιαστική ἐξουσία φροντίζει περί αὐτοῦ. Ἐν τῷ μεταξύ συνεχίζετε νά μιλᾶτε γιά τή σημασία τῆς ἀναμόρφωσης τῆς ἐξωτερικῆς ἐμφάνισης καί συμπεριφορᾶς τῶν ἱερέων. Πῶς ταιριάζει αὐτό; Καί λεπτομέρεια καί σημαντική ἀναμόρφωση;
Ὅμως ὁ κάθε φίλος τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά ἀναρωτηθεῖ γιατί οἱ στρατιωτικοί τοῦ γήινου βασιλιᾶ δέν ἐξεγείρονται ἐνάντια στή δική τους στολή, οὔτε οἱ τελωνιακοί, οὔτε οἱ ὑπάλληλοι τῆς ἐφορίας, οὔτε οἱ δασοφύλακες, οὔτε οἱ σιδηροδρομικοί;
Ἀλλά φοροῦν ἐκεῖνο πού ἄλλος τούς ὅρισε σάν στολή χωρίς παράπονο, καί συμπεριφέρονται ἔτσι ὅπως διατάχθηκαν. Πῶς οἱ στρατιωτικοί τοῦ Βασιλιᾶ τῶν Οὐρανῶν εἶναι οἱ μόνοι πού ξεσηκώνονται ἐναντίον τῆς στολῆς τους και τῶν κανόνων περί τῆς συμπεριφορᾶς τους; …Ἐξάλλου, ἐφόσον τό μακρύ γένι καί τά μαλλιά δέν εἶναι βαριά στούς ποιητές, στούς καλλιτέχνες, ἀκόμα καί στούς σοσιαλιστικούς ἀρχηγούς, πῶς μπορεῖ νά εἶναι βαρύ στούς ἱερεῖς τοῦ Χριστοῦ, στούς πνευματικούς καί τούς ποιμένες τοῦ λαοῦ;».

Ὁ ὅσιος Ἱερώνυμος γράφει εἰρωνικά περί τῶν στολισμένων ἱερέων τῆς ἐποχῆς του:

«Ντρέπομαι νά τό πῶ, ἀλλά ὑπάρχουν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι λαμβάνουν τό ἱερατικό ἤ διακονικό ἀξίωμα μέ στόχο, νά κάνουν παρέα πιό ἐλεύθερα μέ γυναῖκες.
Φροντίζουν ἀποκλειστικά περί τοῦ ἐνδύματός τους, περιποιοῦνται τά μαλλιά τους, φοροῦν πολύτιμα δαχτυλίδια, φυλάγονται ἀπό τή σκόνη, μόλις πού ἀκουμποῦν τό χῶμα μέ τά πόδια τους. Πρέπει νά σκεφθεῖς, ὅτι πρόκειται γιά νεόνυμφους γαμπρούς κα ίὄχι γιά ἱερεῖς!».

…Ἀλλά ὅλα αὐτά εἶναι λεπτομέρεια, θά πεῖτε. Εἶναι λεπτομέρεια, χωρίς ἀμφιβολία. Μπροστά στήν ψυχή καί στόν χαρακτήρα ἑνός χριστιανοῦ τό ροῦχο καί τά γένια καί τά μαλλιά εἶναι ἐντελῶς ἀσήμαντο πράγμα. Ὅμως ἡ ζωή ἀποτελεῖται ἀπό τά σημαντικά καί τά ἀσήμαντα. Καί ἡ πίστη μας εἶναι τόσο ἀριστοκρατικό καί λεπτό πράγμα, ὥστε καί τά ψιλοπράγματα, μποροῦν νά τήν ὠφελοῦν ἤ νά τή ζημιώνουν…»[4]

Γιά ὅποιους ὅμως, ἀκόμη ξενίζει ὁ τίτλος τοῦ παρόντος κειμένου, ἦρθε ἡ ὥρα νά λύσουμε τήν ἀπορία. Οἱ ὀρθόδοξοι Μητροπολῖτες τῆς Δύσης, κυρίως τῆς Εὐρώπης, ἀφήνουν ἕνα μικρό «φράγκικο» μοῦσι στό πηγούνι τους μέ τίς παρειές ξυρισμένες.
Τουτέστιν, καί ἔχουν καί δέν ἔχουν γενειάδα, ἤ διαφορετικά, καί ἔχουν γένεια ὅπως οἱ ὀρθόδοξοι, ταυτόχρονα ὅμως εἶναι καί ξυρισμένοι, ὅπως οἱ παπικοί καί οἱ προτεστάντες, συνδυάζοντας ὅλες τίς παραδόσεις, ὅπως ἀκριβῶς καί Οἰκουμενισμός, ὁ ἀχταρμάς τῶν πίστεων καί τῶν θρησκειῶν!
Γιά τό ἄλλο «μοῦσι», τό ὁποῖο ἀντιπροσωπεύει τό ψεῦδος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τοῦ Πατέρα του, δέν νομίζουμε ὅτι χρειάζεται μεγαλύτερη ἀνάλυση…

[1]Φώτιος Κόντογλου, «Ἀσάλευτο θεμέλιο», Ἐκδόσεις «Ἀκρίτας», 1995, σελ. 24-29.
[2] Ὁ Πρωτ. Κωνσταντῖνος Καλλίνικος γεννήθηκε τό 1870 στά Ἀλάτσατα τῆς Ἐρυθραίαςτῆς Μ. Ἀσίας καί ἐκοιμήθη στό Μάντσεστερ τῆς Ἀγγλίας, ὅπου ὑπηρέτησε ὡς ἐφημέριος τό 1940. Πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Καλλινίκου, «Κόμη καί γένειον παρά τοῖς Κληρικοῖς», Ἐκδόσεις «Μυγδονία» 1999, σελ. 18-44.
[3] Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου, «Ἡ ἐμφάνιση καί ἡ συμπεριφορά τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου σήμερα», www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/worship/fthiotidos_klirou.pdf

[4] Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Δέν φτάνει μόνο ἡ πίστη…», Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ», 2008, σελ. 70-72
ΠΗΓΗ