Τραγούδησε, μικρή Αντιγόνη, τραγούδησε. Δεν σου μιλώ για περασμένα, μιλώ για την αγάπη.
Γιώργος Σεφέρης
Οχι. Δεν μιλώ για την Αντιγόνη της πρόσφατης διαμάχης.
Οχι διότι είμαι βέβαιη ότι δεν έχει σημασία, αλλά γιατί δεν έχω άλλα στοιχεία πέρα από αντικρουόμενες δημοσιογραφικές πληροφορίες.
Μένει η γενική μου αίσθηση, βασισμένη σε εμπειρία ετών, ότι οι εξαγγελίες για μια νιοστή μεταρρύθμιση αποκαλύπτουν κρύβοντας εδώ και καιρό τα σχέδια των αρμοδίων που μεταρρυθμίζουν απορρυθμίζοντας την παιδεία και ευρύτερα την κοινωνία μας.
Πάντα με τα ίδια ή με όμοια λόγια. Και τους ίδιους ή όμοιους ανθρώπους.
Για να μη διαταράσσεται προφανώς η συνέχεια του κράτους.
Πάντα επίσης με τις ίδιες ιδέες και πάντα κυλιόμενοι στις ράγες ενός εκσυγχρονισμού που λόγω αδράνειας κινείται σε έναν δρόμο που καταντά μονόδρομος, χωρίς τα ύψη και τα βάραθρα μιας έστω ριζικής τομής στα χνάρια ενός νέου φουτουρισμού.
Μένει η Αντιγόνη. Η επιμονή της μέσα στην εξορία της. Ο επαναλαμβανόμενος ενταφιασμός της από διαδοχικούς Κρέοντες που δηλώνουν Αίμονες ή Τειρεσίες.
Και η εξεγερσιακή της αυθάδεια. Εξόριστη είναι η Αντιγόνη, διότι ζούμε εναντίον του ήθους, της παραδειγματικής της πράξης, της ομορφιάς της.
Ερήμην του μοναδικού κειμένου του Σοφοκλή που αιχμαλώτισε τη γοητεία της.
Αυτού του κειμένου που δεκαετίες πολλές εκπαιδευτικής αφασίας μάς καθιστούν ανίκανους να διαβάσουμε.
Και επίμονη είναι η Αντιγόνη διότι διασχίζει τη διαχρονία, τη φιλοσοφία, τη ρητορική, αλλά πάνω από όλα το θέατρο και το θέαμα σε κάθε μήκος και πλάτος της υδρογείου, από τους Εσκιμώους και τους Ινδούς μέχρι τη Νότια Αφρική και τη Λατινική Αμερική.
Ο ενταφιασμός της στο υπόγειο σπήλαιο της παραχάραξης και της παρερμηνείας δεν γίνεται μόνον από ξεκάθαρους εχθρούς της πράξης της.
Γίνεται και από όσους είναι -για να θυμηθούμε τον ποιητή του «Αξιον Εστί»- αν και εχθροί, ντυμένοι φίλοι.
Οι πρώτοι την απαγορεύουν. Οι δεύτεροι την κοινωνιολογίζουν, την εκσυγχρονίζουν.
Τη βαφτίζουν εχθρά της γένεσης, αιμομίκτρια, νεκρόφιλη, αλλά πάντα με έναν κοινό παρονομαστή.
Την αδιαφορία για την κυριολεξία του κειμένου που της δίνει φωνή.
Μένει, δυστυχώς γι’ αυτούς, η εξεγερσιακή της αυθάδεια. Η ικανότητά της να σκάβει λαγούμια κάτω από τα πόδια της εξουσίας και ξαφνικά να προβάλλει τρομοκρατώντας αυτούς που επιμένουν να μας τρομοκρατούν.
Ερχεται να συναντήσει αυτούς που την περιμένουν. Ολους εκείνους τους «ανώριμους», τους «ακαλλιέργητους» που σε κάθε δίσεχτη ώρα βαφτίζουν τις κόρες τους με το όνομα Αντιγόνη.
Ανατέλλει σαν ηλιαχτίδα πάνω από το μαύρο φρύδι του Κιθαιρώνα καθώς ο χορός των Θηβαίων γερόντων τη χαιρετά ξανά και ξανά τραγουδώντας: «Ακτίς αελίου, το κάλλιστον επταπύλω φανέν Θήβα των πρότερον φάος».
Πηγή: http://www.efsyn.gr