H βραβευμένη χολιγουντιανή ταινία όπου οι συντελεστές… απέλυσαν τον σκηνοθέτη πριν βγει το φιλμ στις αίθουσες
Η ταινία «American History X» είναι από τις ταινίες που βλέπεις και ξαναβλέπεις χωρίς να την βαριέσαι ποτέ. Και κάθε φορά που βλέπεις αυτό το τέλος, νιώθεις ακριβώς τον ίδιο κόμπο στο στομάχι.
Είναι μια ταινία που κατά βάση είναι μυθοπλασία. Κάποιοι από τους χαρακτήρες της, ωστόσο, είναι πέρα για πέρα αληθινοί. Η ιστορία του οργισμένου νεαρού που μπλέκει στα γρανάζια μιας νεοναζιστικής συμμορίας έχει πολλά (ίσως περισσότερα απ’ όσα μπορεί να αντιληφθεί ο μέσος τηλεθεατής) μηνύματα.
Το βασικό, ωστόσο, είναι ένα: Το μίσος δεν οδηγεί πουθενά. Αλλά κι αν οδηγεί κάπου, εκεί είναι η καταστροφή. Ο πόνος και το δάκρυ. Κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να ζει με τόσο μίσος για τον διπλανό του, σε όλη του τη ζωή. Και αν το κάνει θα είναι σα να έχει επιλέξει ο ίδιος τον δρόμο προς την αυτοκαταστροφή του.
Στη συγκεκριμένη ταινία, ωστόσο, ο σκηνοθέτης της είχε διαφορετική άποψη. Και όταν προσπάθησε να την επιβάλει, ήρθε αντιμέτωπος με μια -πρωτοφανή για τα δεδομένα του Χόλιγουντ- «εξέγερση» εναντίον του. «Εξέγερση» που τελικά οδήγησε στην… απόλυσή του από τους ηθοποιούς και τους υπόλοιπους συντελεστές της ταινίας.
Η υπόθεση του «American History X»
Η υπόθεση της ταινίας δεν είναι κάτι που προκάλεσε κάποια έκπληξη στις ΗΠΑ. Πολλές είναι οι οικογένειες που αντιμετώπιζαν (και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν) τέτοιου είδους προβλήματα. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως δυο από τους χαρακτήρες της είναι αληθινοί.
Ο Ντέρεκ Βίνγιαρντ έχει βασιστεί πάνω στην ιστορία του Φρανκ Μιινκ, ενός σκίνχεντ που άλλαξε πορεία στη ζωή του όταν βρέθηκε μέσα στη φυλακή. Σε υπαρκτό πρόσωπο έχει βασιστεί και ο χαρακτήρας του Κάμερον Αλεξάντερ. Ο Τομ Μεντζερ ήταν ιδρυτής της White Aryan Resistance (WAR), μιας νεοναζιστικής οργάνωσης, που παγίδευε νεαρά κυρίως άτομα και τα ωθούσε στη βία ενάντια σε μειονότητες.
Το σενάριο «παρακολουθεί» σχεδόν παράλληλα, τις ζωές του Ντάνι και του Ντέρεκ Βίνγιαρντ. Δυο αδερφών που απέκτησαν επαφές με νεοναζιστικές οργανώσεις, μετά από τη δολοφονία του πυροσβέστη πατέρα τους, ο οποίος είχε σπεύσει να σβήσει μια φωτιά σε κάποιο κακόφημο γκέτο στο οποίο διέμεναν μαύροι.
Πρώτος ο Ντέρεκ και ύστερα ο μικρός αδερφός του Ντάνι ασπάζονται τις νεοναζιστικές ιδέες, γεμίζοντας οργή, μίσος αλλά και φόβο τις ζωές τους. Όλα αλλάζουν όταν ο Ντέρεκ δολοφονεί δύο μαύρους που προσπάθησαν να κλέψουν το αυτοκίνητο που του είχε αφήσει ο πατέρας του. Ο μικρός του αδερφός δεν καταθέτει την αλήθεια και έτσι ο Ντέρεκ γλιτώνει τα ισόβια.
Μέσα στη φυλακή, βλέπει τα λάθη του, αλλάζει πορεία και επιλέγει να ζήσει μια διαφορετική ζωή όταν βγει και πάλι στην κοινωνία. Τότε, ωστόσο, διαπιστώνει πως το παρελθόν του θα τον κυνηγάει για πάντα, όσο κι αν αυτός θέλει να αλλάξει. Το τραγικό είναι πως ο μικρότερος αδελφός του, ο Ντάνι, θα είναι αυτός που θα δείξει το πόσο μάταιος είναι ο κύκλος της βίας.
Ο σκηνοθέτης και οι παραξενιές του
Αυτά σε ότι αφορά την υπόθεση της ταινίας. Ένα από τα προβλήματά της, ωστόσο, ήταν ο… σκηνοθέτης της. Ο Τόνι Καγιέ άρχισε να δημιουργεί προβλήματα πριν καν ξεκινήσουν τα γυρίσματα. Το πρώτο πρόβλημα του είχε να κάνει με την επιλογή του ηθοποιού στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ήθελε τον Χοακιν Φίνιξ. Εκείνος, ωστόσο, αρνήθηκε επειδή δεν ήθελε να συνδεθεί το όνομά του με νεοναζιστικές συμμορίες. Οι παραγωγοί της ταινίας ήθελαν τον Έντουαρντ Νόρτον αλλά ο σκηνοθέτης τον απέρριπτε επειδή -όπως έλεγε- δεν είχε αυτή την… τρέλα στο μάτι του.
Όταν, ωστόσο, είδε πως δεν μπορεί να κάνει αλλιώς τον δέχθηκε. Για να συμμετάσχει, μάλιστα, στην ταινία αυτή, ο Νόρτον απέρριψε πρόταση για να συμμετάσχει στο καστ της «Διάσωσης του στρατιώτη Ράιαν»!
Τα γυρίσματα της ταινίας ολοκληρώθηκαν χωρίς άλλα τόσο σημαντικά προβλήματα. Η καταστροφή, ωστόσο, έγινε στο μοντάζ και αποκαλύφθηκε στην πρώτη-prive προβολή της ταινίας. Ο Τόνι Καγιέ «πετσόκοψε» πολλά και σημαντικά κομμάτια της με αποτέλεσμα η πρώτη κόπια των 98 λεπτών σε συνδυασμό με το τέλος της, ουσιαστικά να αλλάζει όλο το κόνσεπτ της ταινίας και το νόημά της.
Η… απόλυση του Τόνι Καγιέ και ένα τέλος που δεν είδαμε ποτέ
Ηθοποιοί και συντελεστές της ταινίας έμειναν άφωνοι μπροστά σε αυτό που είχε «δημιουργήσει» ο Τόνι Καγιέ. Προσπάθησαν να του αλλάξουν γνώμη προκειμένου να μην έρθουν σε οριστική ρήξη μαζί του, ωστόσο, αυτός ήταν ανένδοτος. Η ταινία ή θα κυκλοφορούσε έτσι ή καθόλου.
Τελικά, δεν έγινε ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Οι ηθοποιοί με μπροστάρη τον Έντουαρντ Νόρτον, αναλαμβάνουν (πάντα με τη σύμφωνη γνώμη των παραγωγών) να κάνουν οι ίδιοι το μοντάζ! Το αποτέλεσμα που όλοι έχουμε δει είναι η οπτική ματιά του Έντουαρντ Νόρτον με βάση πάντα τα όσα είχαν συμφωνηθεί πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα.
Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατούσε, είναι πως το αρχικό κλείσιμο της ταινίας έδειχνε, μετά τη δολοφονία του Ντάνι, τον Ντέρεκ Βίνγιαρντ μπροστά σε έναν καθρέφτη να ξυρίζει και πάλι το κεφάλι του! Η σκηνή αυτή υποτίθεται πως είχε γυριστεί για να μπει σε άλλο σημείο της ταινίας, ωστόσο ο Καγιέ για τους δικούς του λόγους αποφάσισε να την τοποθετήσει εκεί προκειμένου να «δείξει» τον αέναο κύκλο της βίας και όχι την μεταμέλεια και την ελπίδα για μια νέα ζωή.
Η οργή του σκηνοθέτη που έφτασε στα πρόθυρα της τρέλας
Όταν ο Τόνι Καγιέ είδε το τέλος της ταινίας όπως το είχαν φτιάξει οι υπόλοιποι συντελεστές, εξοργίστηκε. Βγήκε εκτός εαυτού και άρχισε να απειλεί θεούς και δαίμονες. Θεωρούσε πως το φιλμ, όπως είχε αλλάξει, τον… ντροπιάζει και απαίτησε να μην εμφανιστεί το όνομά του πουθενά.
Άρχισε να σαμποτάρει το ίδιο του το δημιούργημα. Όπου γινόταν κάποια προβολή, έπαιρνε τηλέφωνο και απαιτούσε να σταματήσει. Άρχισε να σπαταλά τεράστια ποσά προκειμένου να βάζει πληρωμένες διαφημίσεις σε έντυπα και να δυσφημεί την ταινία και τους παραγωγούς της. Λέγεται, μάλιστα, πως δαπάνησε πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια για να πετύχει το σκοπό του!
Έκανε ότι περνούσε από το χέρι του προκειμένου να σταματήσει την προβολή της ταινίας αλλά δεν τα κατάφερε. Για την ακρίβεια τα μόνα πράγματα που κατάφερε να κάνει είναι να χρεοκοπήσει καθώς σπατάλησε σχεδόν ολόκληρη την περιουσία του, πήρε διαζύγιο και κατέστρεψε την φήμη του στο Χόλιγουντ.
Μετά από πολλά χρόνια και ο ίδιος παραδέχθηκε πως εκείνη η συμπεριφορά του ήταν μάλλον… αλλοπρόσαλλη. Δεν ζήτησε, ωστόσο, ποτέ συγγνώμη.
Αντίθετα ακόμα και σήμερα λέει πως αν τελικά η ταινία είχε κυκλοφορήσει με το μοντάζ που εκείνος είχε κάνει, ο Έντουάρντ Νόρτον θα είχε κερδίσει το Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου που εκείνη τη χρονιά είχε καταλήξει τελικά στον Ρομπέρτο Μπενίνι για την αξέχαστη ταινία «η ζωή είναι ωραία»!