Μετά από ημέρες καυτής αναμονής, το περιβόητο τηλεφώνημα του Ζάεφ στον Τσίπρα έγινε τη Δευτέρα (11 Ιουνίου) και κράτησε μία ώρα. Κι όχι μόνο αυτό. Την Τρίτη το πρωί θα πραγματοποιηθεί δεύτερο. Είναι προφανές και επιβεβαιώνεται από πληροφορίες, πως τα Σκόπια επιδιώκουν κάποιες αλλαγές στο σχέδιο συμφωνίας που βρίσκεται στο τραπέζι. Η Αθήνα αρνιόταν να εισέλθει σε επαναδιαπραγμάτευση, Υποστήριζε ότι για το σχέδιο συμφωνίας ίσχυε “ή αυτό ή τίποτα”. Τελικώς, έκανε ένα βήμα πίσω, προκειμένου να διευκολύνει τον Ζάεφ και συζητάει κάποιες οριακές αλλαγές που αφορούν το χρονοδιάγραμμα και τον τρόπο εφαρμογής της συμφωνίας.
Αν και θεωρητικά ούτε τώρα μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο μίας εμπλοκής, κατά πάσα πιθανότητα ο Ζάεφ τελικώς θα πει το ναι και ο Ντιμιτρόφ θα υπογράψει. Έτσι, δεν θα χαθεί και η ευκαιρία της συνόδου κορυφής της ΕΕ (28 Ιουνίου). Όπως είναι γνωστό, εάν μέχρι τότε έχει υπογραφεί η συμφωνία, η ΠΓΔΜ θα λάβει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Είναι απτό πολιτικό αντάλλαγμα, το οποίο ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας θα το χρησιμοποιήσει ως πολιτικό δέλεαρ για να κάμψει αντιστάσεις.
Όπως επανειλημμένως έχουμε το προηγούμενο διάστημα υπογραμμίσει σε διαδοχικά άρθρα, ουσιαστικά ο Ζάεφ δεν έχει άλλη επιλογή. Στην πραγματικότητα, έχει ήδη διαβεί τον Ρουβίκωνα. Η εκτίμηση αυτή στηριζόταν σε δύο στοιχεία:
- Πρώτον, θεωρεί ότι η υποβολή της συμφωνίας σε δημοψήφισμα τον καλύπτει πολιτικά, αφού την τελευταία λέξη θα την πουν οι πολίτες.
- Δεύτερον, είναι ευάλωτος στις δυτικές πιέσεις, επειδή δεν θα γινόταν πρωθυπουργός, εάν δεν είχε όχι απλώς την ενεργή υποστήριξη της Δύσης, αλλά και την έμπρακτη παρέμβασή της στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Χωρίς αυτή την παρέμβαση δεν θα είχε καταστεί δυνατή η ανατροπή του Γκρουέφσκι. Γι’ αυτό τον λόγο ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δεν μπορούσε να αγνοήσει τα μηνύματα που του έχουν σταλεί.
Η εκτίμηση είναι ότι παρά τις γκρίνιες στελεχών του θα αποσπάσει τη σύμφωνη γνώμη και του Υπουργικού Συμβουλίου του και του κόμματός του. Ο Ντιμιτρόφ, μπορεί να έπαιξε το χαρτί της καθυστέρησης, με σκοπό την επαναδιαπραγμάτευση ορισμένων σημείων, αλλά είναι πολύ βαθιά χωμένος στην υπόθεση για να τηρήσει αποστάσεις. Είναι αυτός που επεξεργάθηκε από κοινού με τον Κοτζιά το σχέδιο συμφωνίας και βεβαίως δεν είναι δικαιολογία πως το έπραξε με βάση τις εντολές του Ζάεφ και πως ο ίδιος είχε επιφυλάξεις.
Οι διαρροές του Μιλόσοσκι
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Μιλόσοσκι είχε προαναγγείλει ότι ο Ζάεφ θα απαντούσε ή την Πέμπτη ή την Παρασκευή (7-8 Ιουνίου) κι ότι το Σαββατοκύριακο θα γινόταν η τελετή υπογραφής της συμφωνίας στις Πρέσπες. Διαψεύσθηκε ως προς τον χρόνο. Στη συνέχεια “αποκάλυψε” ότι η Ελλάδα θέτει πρόσθετες απαιτήσεις. Ως τέτοια ανέφερε το να μην απευθυνθεί πρόσκληση στην ΠΓΔΜ για ένταξη στο ΝΑΤΟ πριν το δημοψήφισμα.
Η πραγματικότητα είναι ότι πρόκειται για την εξαρχής θέση της Αθήνας κι όχι για νέα απαίτηση. Η Ελλάδα θα δηλώσει επισήμως (κατά πάσα πιθανότητα με επιστολή του πρωθυπουργού) ότι θα άρει την αντίρρησή της για ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ, όταν θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης και θα έχει εφαρμοσθεί η συμφωνία. Προφανώς δεν θα άνοιγε την πόρτα της Συμμαχίας όταν υπάρχει το ενδεχόμενο η συμφωνία να ακυρωθεί από επικράτηση του «όχι» στο δημοψήφισμα.
Η –κατά τον Μιλόσοσκι– δεύτερη πρόσθετη ελληνική απαίτηση αφορά το όνομα της γλώσσας. Η Αθήνα αποδέχεται να ονομάζεται “μακεδονική”, αλλά ζητάει να είναι στα σλαβικά (makedonski) και αμετάφραστη. Το σημείο αυτό είναι αδιευκρίνιστο. Από τις πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει, στη συμφωνία θα διευκρινίζεται πως αυτή η γλώσσα ανήκει στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών. Και οι προτάσεις Νίμιτς, άλλωστε, αναφέρουν τη γλώσσα σαν makedonski.
Το όνομα της γλώσσας έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή πάει πακέτο με το όνομα της εθνότητας. Όπως φάνηκε και από την πρόσφατη συνέντευξή του στον Κοτρώτσο στην ΕΡΤ, ο Κοτζιάς δεν έδωσε μάχη για το όνομα της γλώσσας/εθνότητας. Οχυρώθηκε πίσω από τον ισχυρισμό ότι έχει δημιουργηθεί τετελεσμένο στον κατάλογο γλωσσών του ΟΗΕ ήδη από το 1977.
Η υπεκφυγή Κοτζιά και το παιχνίδι της ΝΔ
Η αλήθεια είναι ότι τότε οι εθνικές επιτροπές πρότειναν τις επίσημες γλώσσες κάθε κράτους, χωρίς αυτό να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Είναι εξίσου αλήθεια, όμως, πως η ελληνική πλευρά δεν εξέφρασε καμία πολιτικού χαρακτήρα αντίρρηση. Σ’ αυτό πατάει ο Κοτζιάς για να κρύψει ότι απέφυγε να διαπραγματευθεί την αλλαγή του ονόματος της γλώσσας/εθνότητας, επειδή ο Ντιμιτρόφ του ξεκαθάρισε εξαρχής πως το μόνο που συζητούν είναι το όνομα του κράτους.
Το ζήτημα αυτό είναι από μόνο του κρίσιμο, αλλά τις τελευταίες ημέρες έχει βρεθεί στο κέντρο της εσωτερικής πολιτικής διαμάχης, επειδή η ΝΔ το έχει κάνει αντιπολιτευτική σημαία. Η σχετική αντιπαράθεση έχει σημασία, επειδή ενδέχεται να επηρεάσει και τον συσχετισμό δυνάμεων στην ελληνική Βουλή. Όπως είναι γνωστό, οι ΑΝΕΛ έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν θα ψηφίσουν τη συμφωνία, οπότε το Μαξίμου στηρίζεται στην υπερψήφισή της από το Ποτάμι και από κάποιους άλλους βουλευτές του ΚΙΝΑΛ. Ενδεχομένως και από βουλευτή των ΑΝΕΛ.
Το πρόβλημα αυτό, όμως, θα ανακύψει αργότερα. Εάν ο Ζάεφ τελικώς πει ναι και η συμφωνία υπογραφεί, στην ελληνική Βουλή θα πάει μόνο εάν ολοκληρωθεί η διαδικασία έγκρισης από τα Σκόπια. Εάν, δηλαδή, στο δημοψήφισμα επικρατήσει το “ναι” και ολοκληρωθεί κανονικά η συνταγματική αναθεώρηση κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας.
Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ θα δώσει τη μάχη του δημοψηφίσματος, προβάλλοντας το δίλημμα και στην αντιπολίτευση και στους ψηφοφόρους ότι ένταξη στους ευρωατλαντικούς θεσμούς προϋποθέτει υπερψήφιση της συμφωνίας για το όνομα. Διαφορετικά η χώρα θα συνεχίσει να ονομάζεται “Μακεδονία”, αλλά θα είναι απομονωμένη και εύθραυστη, λόγω του δεδομένου αλβανικού αλυτρωτισμού και του κινδύνου να διολισθήσει και πάλι σε εθνοτικές συγκρούσεις.
Πηγή: https://slpress.gr